Μακρύς ο δρόμος για την Εθνική Βιβλιοθήκη: Οι περιπέτειες ενός αναγνώστη (του Σπύρου Κακουριώτη)

7
4373

 

του Σπύρου Κακουριώτη

Η είδηση για τη μετακόμιση της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος, μετά από 114 χρόνια, στο νέο υπερσύγχρονο «σπίτι» της, στο φαληρικό δέλτα, χαιρετίστηκε ως ένα αποφασιστικό βήμα για τη μετάβαση του αραχνιασμένου, εδώ και δεκαετίες, οργανισμού στον 21ο αιώνα.

Αφού καθησυχάστηκαν οι πρώτες, ενστικτώδεις, καχυποψίες για τους σκοπούς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος και τη δωρεά του, αφού ολοκληρώθηκε το εντυπωσιακό κτιριακό συγκρότημα του ΚΠΙΣΝ και αφού η μετακόμιση των υπηρεσιών αλλά και των 800.000 βιβλίων και τεκμηρίων πραγματοποιήθηκε επιτυχώς, σε «λογικό», για τα ελληνικά δεδομένα, χρονικό διάστημα, η ΕΒΕ από τα τέλη του 2018 βρίσκεται πλέον σε πλήρη λειτουργία.

Πλήρη; Όχι ακριβώς. Τα αναγνωστήρια μπορεί να έχουν ανοίξει και να υποδέχονται τους ερευνητές, όμως μόνο για πέντε ώρες κάθε μέρα (όχι όμως και τα σαββατοκύριακα), καθώς το ωράριο λειτουργίας είναι 9.00-14.00. «Πιλοτικά», απαντούν οι προσηνείς υπάλληλοι στην υποδοχή, στο ισόγειο του κτιρίου. «Ουδέν μονιμότερον του πιλοτικού», σκέφτομαι, ακολουθώντας τις υποδείξεις τους προκειμένου να εκδώσω ταυτότητα αναγνώστη –οι παλιές που βγάζαμε στο κτίριο της Πανεπιστημίου δεν ισχύουν πια. Κατανοητό, δεν μπορείς να επαγγέλλεσαι τη μετάβαση στη νέα, ψηφιακή εποχή και να δουλεύεις με τα χαρτάκια που σου έβγαζε κάθε φορά ο υπάλληλος στην είσοδο του Βαλλιάνειου…

Η έκδοση ταυτότητας αναγνώστη στη νέα έδρα της ΕΒΕ προϋποθέτει λίγο homework. Ο προσερχόμενος θα πρέπει ήδη να έχει εγγραφεί ως αναγνώστης μέσω του ιστότοπου της ΕΒΕ (www.nlg.gr). Για να το επιτύχει, θα πρέπει να καταφέρει να πλοηγηθεί μέσα στις γραφιστικά εντυπωσιακές αλλά εντελώς μη φιλικές για τον χρήστη ιστοσελίδες –που απαιτούν τρία-τέσσερα κλικ, τουλάχιστον, για να πάρεις μια απλή πληροφορία.

Όταν ο ενδιαφερόμενος φτάσει να καταλάβει πώς περίπου μπορεί να γίνει η διαδικασία, βρίσκεται μπροστά στο δίλημμα: να εγγραφεί ως απλός χρήστης ή ως πιστοποιημένος, μέσω των κωδικών του Taxisnet; Φύσει καχύποπτος, επέλεξα τον ρόλο του απλού χρήστη. Πουθενά, άλλωστε, δεν είδα να περιγράφονται επιπλέον προνόμια πρόσβασης για τον πιστοποιημένο.

Έχοντας κάνει τα… μαθήματά μου στο σπίτι, η άλλη μέρα με βρίσκει στον πηγαιμό για «το Νιάρχο». Φτάνω στην υποδοχή της ΕΒΕ έχοντας στη διάθεσή μου μιάμιση ώρα, μέσα στην οποία, όπως πίστευα, θα προλάβαινα να δω τα βιβλία που έψαχνα. Αμ’ δε!

Από τις ευγενέστατες κοπέλες της υποδοχής παραπέμπομαι στα ενδότερα του δανειστικού τμήματος. Αφού εξηγώ τι ήθελα, έρχεται η ερώτηση-κόλαφος: «Είστε πιστοποιημένος χρήστης;» Εξηγώ πως όχι, γιατί πουθενά στην ιστοσελίδα της ΕΒΕ δεν αναφέρεται αυτό ως προαπαιτούμενο για την έκδοση ταυτότητας αναγνώστη.

Στις μάλλον δηκτικές παρατηρήσεις μου η κοπέλα απαντά με χαμόγελο, προφανώς έχει αντιμετωπίσει κι άλλους γκρινιάρηδες, επισημαίνει μάλιστα την έλλειψη αναφοράς στην ιστοσελίδα σε συνάδελφό της, προκειμένου να προωθηθεί για διόρθωση (δυο βδομάδες αργότερα καμία διόρθωση δεν έχει γίνει, η καλή πρόθεση όμως δεν αλλάζει).

«Μην ανησυχείτε! Έχετε τους κωδικούς σας του Taxisnet; Θα το φτιάξουμε σε μισό λεπτάκι!» Σε κάποια σκοτεινή ψηφιακή γωνία ο δύστηνος χρήστης της ιστοσελίδας πληροφορούνταν ότι πρέπει να παρουσιαστεί την πρώτη φορά στην υποδοχή με τους κωδικούς εισόδου του στο σύστημα της Βιβλιοθήκης, όχι όμως με αυτούς του Taxisnet.

Μετά από μερικά τηλέφωνα για να βρεθούν οι κωδικοί και αφού κάναμε όσες διαδικασίες έπρεπε να γίνουν, πληροφορήθηκα ότι πρέπει να περιμένω ένα δεκάλεπτο, ώστε το σύστημα «να πάρει» τα στοιχεία μου. Δηλαδή; Ο υπομονετικός υπάλληλος μου εξήγησε ότι το αυτόματο σύστημα ευρετηρίασης καταχωρεί τα καινούργια δεδομένα κάθε δέκα, περίπου, λεπτά. «Στο μεταξύ μπορείτε, αν θέλετε, να πάρετε κάποιο βιβλίο από το δανειστικό τμήμα του ισογείου». Εξήγησα για άλλη μια φορά ότι αυτό που θέλω βρίσκεται στο ερευνητικό τμήμα του δευτέρου ορόφου, και περίμενα.

Το δεκάλεπτο απεδείχθη μισάωρο, αλλά τέλος καλό, όλα καλά. Όλα; Όχι ακριβώς. Αφού χαμογέλασα όσο μπορούσα για να βγει η φωτογραφία της ταυτότητας αναγνώστη κι αφού την πήρα στα χέρια μου μετά από λίγο, ρώτησα, καχύποπτος πάλι: «Δεν φαντάζομαι να χρειάζεται να έχω κάνει κράτηση για να δω τα βιβλία;» «Όχι» απάντησε ευγενικά, αλλά με κάποιο δισταγμό, ο νεαρός που μου έδωσε την ταυτότητα, ενημερώνοντάς με ότι μπορώ να προχωρήσω στον δεύτερο όροφο.

Ανέβηκα βιαστικός, άνοιξα την πόρτα και κατευθύνθηκα στην υποδοχή του αναγνωστηρίου. Αφού μου ζητήθηκε η καινούργια ταυτότητα για μια τελευταία επικύρωση, ρώτησα αν μπορώ να δω τα βιβλία. «Έχετε κάνει κράτηση;» με ρώτησε ψυχρά η υπάλληλος. «Όχι» απάντησα, «κάτω μου είπαν ότι δεν χρειάζεται». «Πφφ… κάτω είναι άλλο πράγμα» απάντησε, κρύβοντας με δυσκολία την περιφρόνησή της για τους συμβασιούχους συναδέλφους της του ισογείου. «Δεν διαβάσατε τον κανονισμό;» συμπλήρωσε χαιρέκακα. Ομολόγησα το αμάρτημά μου. Ο κανονισμός κρυβόταν σ’ ένα αναδυόμενο παράθυρο που δεν είχα ανοίξει. «Πηγαίνετε στη συνάδελφο να κάνει την κράτηση και ελάτε αύριο», προσέθεσε. «Δεν μένω δίπλα για να μπορώ να έρθω και αύριο» απάντησα και έφυγα απογοητευμένος, αλλά και βαθιά προβληματισμένος για την τύχη του εγχειρήματος της «μετάβασης στη νέα εποχή».

Μπορεί η «νέα» Εθνική Βιβλιοθήκη να έχει εγκατασταθεί σε ένα εντυπωσιακό περίβλημα, που στην περιφέρειά του (τη δανειστική βιβλιοθήκη του ισογείου) συγκεντρώνει πολύ νέο κόσμο από τη γύρω περιοχή, δείχνοντας ένα ευέλικτο και ανθρώπινο πρόσωπο, όμως στον πυρήνα της, εκεί που συνεχίζει να βασιλεύει το «βαθύ δημόσιο», αυτό που επιδεικνύει βαθύτατη περιφρόνηση για οτιδήποτε κείται πέραν των δικών του αναγκών και διευκολύνσεων, παραμένει, ακόμη, απελπιστικά ίδια, ακυρώνοντας τον ίδιο της τον ρόλο.

Η μικρή αυτή ιστορία έχει «αίσιο» τέλος –και δεν ξέρω αν αυτό οφείλεται στο ότι έκανα γνωστή την ενόχλησή μου όπου μπορούσα, σε συνδυασμό με τη δημοσιογραφική μου ιδιότητα. Πάντως, έπειτα από τρεις μέρες, έχοντας κάνει ηλεκτρονικά την κράτηση των βιβλίων που με ενδιέφεραν, παρουσιάστηκα ξανά στην υποδοχή του αναγνωστηρίου του δευτέρου ορόφου. Η ατμόσφαιρα ήταν διαφορετική, το ίδιο και οι υπάλληλοι που συνάντησα: ευγενείς και εξυπηρετικοί.

Πήρα τα βιβλία που ήθελα και εγκαταστάθηκα στο άνετο αναγνωστήριο. Θα παραβλέψω το γεγονός ότι ο υπάλληλος που επέβλεπε την αίθουσα μίλησε τρεις-τέσσερις φορές στο τηλέφωνο εις επήκοον όλων, καθώς και το ότι η ψύχωση των πνευματικών δικαιωμάτων δεν επιτρέπει τη φωτογράφηση ούτε καν μέρους μιας σελίδας με το κινητό τηλέφωνο.

Αυτό όμως που ακυρώνει τον ίδιο τον ρόλο της Βιβλιοθήκης είναι η πρόσβαση στα βιβλία «αποκλειστικά κατόπιν προηγούμενου αιτήματος (προκράτηση)» τουλάχιστον μία ημέρα πριν –και μιλώ για βιβλία που βρίσκονται εκεί, όχι γι’ αυτά που πρέπει να έρθουν ενδεχομένως από κάποιο άλλο κτίριο. Είναι εντελώς παράλογο αν, για παράδειγμα, συναντήσεις μια αναφορά σε κάποιο άλλο βιβλίο, το οποίο θα πρέπει να συμβουλευτείς για να συμπληρώσεις τη μελέτη του, να είσαι αναγκασμένος να περιμένεις την επόμενη μέρα για να το δεις! Οι συντάκτες του εσωτερικού κανονισμού του αναγνωστηρίου φαίνεται να ξεχνούν μια βασική ιδιότητα των βιβλίων: ότι μιλούν για άλλα βιβλία.

Αν μάλιστα αυτό συνδυαστεί με το περιορισμένο («πιλοτικό») ωράριο λειτουργίας του αναγνωστηρίου και με την έλλειψη ενός αξιόπιστου και γρήγορου συγκοινωνιακού μέσου πρόσβασης στο ΚΠΙΣΝ, βυθίζεσαι σε μαύρες σκέψεις για το μέλλον του εγχειρήματος της «μετάβασης» –υποθέτω πως τις ίδιες ανησυχίες συμμερίζεται και η διοίκηση της ΕΒΕ, η οποία έχει συνείδηση των ελλείψεων, ασφαλώς περισσότερων απ’ όσες επισήμανα. Δεν μπορείς όμως παρά να φέρεις στο μυαλό σου τον «Επιτάφιο» του Μπρεχτ: «Ξέφυγα από τους καρχαρίες / και νίκησα τους τίγρεις / μʼ έφαγαν όμως / οι κοριοί».

Θα μπορούσα να υποσχεθώ ότι αυτές οι πρώτες παρατηρήσεις θα έχουν και συνέχεια. Όμως δεν νομίζω πως πρόκειται να επισκεφθώ σύντομα το αναγνωστήριο της ΕΒΕ, μολονότι προσφέρει μακράν τις καλύτερες συνθήκες σχεδόν από κάθε άλλη βιβλιοθήκη της πόλης. Θα μπω σε αυτήν την ταλαιπωρία μόνο αν ό,τι ψάχνω δεν μπορεί να βρεθεί σε κάποια ευκολότερα προσβάσιμη βιβλιοθήκη. Και δεν νομίζω πως είμαι ο μόνος που σκέφτεται έτσι…

 

Προηγούμενο άρθροΗ Μόρα της ποίησης (της Ευδοκίας Φανερωμένου)
Επόμενο άρθροΟι Μακεδονίες των άλλων (της Έλενας Χουζούρη)

7 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Έχοντας δουλέψει πριν χρόνια στην παιδική βιβλιοθήκη πιλότο του Clamart, το σύστημα της οποίας ακολουθήθηκε τουλάχιστον σε όλες τις παιδικές βιβλιοθήκες της Γαλλίας, καταθέτω τη δική μου εμπειρία στην ΕΒΕ.
    Όταν προετοιμάζαμε την έκθεση στο Κέντρο Τεχνών του δήμου Αθηναίων “Τα παιδιά βλέπουν. 20 καλλιτέχνες εικονογραφούν”, η επιτροπή διοργάνωσης χρειαζόταν να δει παιδικά εικονογραφημένα βιβλία, περισσότερα από 300 και δεκάδων εικονογράφων. Πού θα τα βρίσκαμε; Φυσικά στην ΕΒΕ. Για λόγους που δεν είναι του παρόντος πήγα προσωπικά να τα συγκεντρώσω. Η ευγενέστατη υπέυθυνη του τμήματος με δέχτηκε και μάλιστα ζήτησε από δύο επίσης πολύ εξυπηρετικούς υπαλλήλους να με βοηθήσουν. Μοιράσαμε μεταξύ μας τους καταλόγους με τα βιβλία που ήταν απαραίτητα και πήγαμε στα χαμηλά ράφια που ειναι προσβάσιμα από τα παιδιά. Κι εκεί άρχισαν τα προβλήματα. Καθώς οι άνθρωποι της ΕΒΕ δεν γνώριζαν τη συλλογή των χιλιάδων παιδικών της βιβλιοθήκης, άρχισαν να ψάχνουν στο ηλεκτρονικό ευρετήριο κάθε τίτλο και στη συνέχεια να το βρίσκουν στο ράφι. Θα χρειάζονταν άπειρες ώρες για να ολοκληρώσουμε τη δουλειά. Πρότεινα λοιπόν να τα παρατήσουν και να ψάξω μόνη μου αφού ξέρω καλά τίτλους, ονόματα και εκδόσεις. Πριν ξεκινήσω ρώτησα πώς είναι ταχτοποιημένα. Ορθώς, με βάση το σύστημα Ντιούι και αλφαβητικά. Και πήγα στα ράφια και ήταν αδύνατον να βρω οτιδήποτε. Γιατί; Μα επειδή και στο παιδικό τμήμα έχει εφαρμστεί το Ντιούι στην πλήρη και αυστηρότερη μορφή του, με ένα σιδηρόδρομο ψηφίων που καθένα τους σηματοδοτεί κατηγορία, υποκατηγορία, είδος, χώρα, συγγραφέα, κλπ. Αποτέλεσμα: έκανα τη δουλειά μου με το “μάτι” περνώντας κάθε ένα βιβλίο που υπήρχε σε κάθε ράφι. Ώρες περίπου τέσσερις. Αναρωτιέμαι: πώς τα παιδιά θα βρουν τα βιβλία; Είναι αυτός ο καλύτερος τρόπος να μάθουν για το πώς οργανώνεται μια βιβλιοθήκη; Ή μήπως θα ήταν σκόπιμο να υπάρχει κάπου αναρτημένο ένα παιδικό και απλοποιημένο Ντιούι ώστε να καταλαβαίνουν οι μικροί αναγνώστες πώς να ψάξουν; Κι ακόμα, καταλαβαίνω ότι η ΕΒΕ και κάθε βιβλιοθήκη πρέπει να τηρεί συγκεκριμένες αρχές καταλογογράφησης, αλλά για τα παιδικά βιβλία που είναι για παιδιά μήπως θα έπρεπε να υπάρχει διπλή καταλογογράφηση; Για όσους ενδιαφέρονται, προτείνω να διαβάσουν “Το βιβλίο των βιβλίων” (εκδ. Κέδρος, 2000) του Κυριάκου Ντελόπουλου που παρουσιάζει το σύστημα Ντιούι για παιδιά.

  2. Συμφωνώ με τις παρατηρήσεις του κ.Κακουριώτη. Υπάρχει ευγένεια και καλές προθέσεις από το προσωπικό αλλά αυτό δεν αρκεί.Μεγάλο πρόβλημα αυτό με τα πνευματικά δικαιώματα και σίγουρα θα πρέπει να βρεθεί μια λύση. Τουλάχιστον το ωράριο για το αναγνωστήριο διευρύνθηκε ,πλέον μπορεί κάποιος να επισκεφτεί το αναγνωστήριο 9:00-17:00 αλλά μόνο τις καθημερινές.

  3. Δυστυχώς και η δική μου εμπειρία είναι αρνητική. Το προσωπικό, τουλάχιστον αυτό που έρχεται σε επαφή με τους αναγνώστες, είναι μεν ευγενέστατο, αλλά φαίνεται να έχει λιγοστή εμπειρία και ανεπαρκή πρακτική εκπαίδευση. Τα βιβλία φαίνονται να έχουν στοιβαχτεί σε πανύψηλα ράφια που μάλλον, ο σχεδιαστής του όλου συστήματος δεν έλαβε υπόψη του τις ανάγκες των αναγνωστών. Κρίμα, γιατί ενώ περιμέναμε να διευκολυνθεί η εξυπηρέτηση των αναγνωστών, έγινε πιο πολύπλοκη και δύσχρηστη. Δεν ξέρω αν το σύστημα έχει πλήρως αναπτυχθεί, αλλά πρέπει το ταχύτερο δυνατό να υπάρξουν βελτιώσεις. Ας ελπίσουμε ότι θα υπάρξουν. Αλλιώς θα καταντήσει ένα πανάκριβο μαυσωλείο.

  4. Αν συζητάτε για τη βιβλιοθήκη στο Νιάρχος, επειδή μόλις επέστρεψα από εκεί, θέλω να πω ότι η εξυπηρέτηση ήταν άψογη. Ήταν η τρίτη φορά που βρέθηκα στο τμήμα ερευνών ακολουθώντας τον κανονισμό που θέλει να παραγγέλνεις από την προηγούμενη μέρα τα βιβλία που χρειάζεσαι. Ηλεκτρονικά τα παρήγγειλα, ηλεκτρονικά μου ήρθε ειδοποίηση πως με περιμένουν να τα παραλάβω. Βρήκα όσα ήθελα και εργάστηκα σε ένα πολιτισμένο περιβάλλον. Ως απλή αναγνώστρια λοιπόν και όχι ως ειδικός, είμαι πολύ ευχαριστημένη.

  5. Θα έλεγα κι εγώ ας μην πυροβολούμε την Εθνική Βιβλιοθήκη, παρά τις όσες τυχόν δυσκολίες, ας πούμε ότι προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της σαν να ξεκίνησε μόλις τώρα το μεγάλο ταξίδι για μια σύγχρονη Εθνική Βιβλιοθήκη. Η αλήθεια είναι ότι βρήκα κι εγώ αντίστοιχες δυσκολίες να γραφτώ, τελικά όμως το (ηλεκτρονικό) σύστημα δουλεύει, δεν θα το έλεγα φιλικό, έχει και κάποιες ανακολουθίες πηγαίνοντας από ένα υποσύστημα σε άλλο. Δοκιμάστε και δανεισμό ηλεκτρονικών βιβλίων. Για τα άλλα γενικότερα ζητήματα, κτίρια, ψηλά ράφια, απόσταση από το κέντρο, συγκοινωνίες κτλ, ας μην ξεχνάμε ότι ήταν ειλημμένες αποφάσεις εδώ και χρόνια χωρίς κουβέντα. Τώρα, ας δούμε θετικά πώς θα προχωρήσει και νομίζω τόσο το προσωπικό όσο και αυτοί που είναι “στο τιμόνι”, Τσιμπόγλου και Ζουμπουλάκης, καθένας με τον ρόλο του, εγγυώνται μια θετική πορεία και βελτίωση των πραγμάτων.

  6. Σχετικά με την ταξινόμηση των παιδικών βιβλίων με Dewey, συμφωνώ με την κυρία Ντεκάστρο ότι χρειάζεται πιο απλοποιημένο σύστημα και υπάρχουν τέτοιες εμπειρίες διεθνώς, ώστε να εφαρμόζεται ένα σύστημα κατανοητό για τα παιδιά και που θα το βοηθήσει γενικότερα να αντιληφθεί την έννοια της ταξινόμησης και τη γνωριμία με όλους τους τομείς της γνώσης. Χρειάζεται βέβαια προσοχή στον βαθμό απλοποίησης. Έχω υπόψη μου τα παιδικά τμήματα παιδικών βιβλιοθηκών όπου όλα τα παιδικά βιβλία είναι μαζί, πράγμα που κυρίως δυσκολεύει στην αναζήτηση με κάποια κριτήρια, αλλά και στον εντοπισμό συγκεκριμένου.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ