Μένης Κουμανταρέας: από την Αθήνα στο Βαλπαραϊζο.

0
301

Συνέντευξη στον Νίκο Θρασυβούλου

 

Εξαιρετικά ευδιάθετος έφτασε για τη συνέντευξη μας στο ραδιόφωνο ο σπουδαίος πεζογράφος μας και παρότι ήταν Κυριακή μεσημέρι μου είπε :

«Δεν υπολογίζω την Κυριακή ως ημέρα ανάπαυσης, αν έχω να γράψω θα γράψω, δεν έχει απολύτως καμιά σημασία στο γράψιμο μου η μέρα της αργίας, εκτός από τον καιρό που δούλευα υπάλληλος-σκλαβάκι για πολλά χρόνια, τότε ναι, η Κυριακή ήταν μέρα ανάπαυσης.»

Η κουβέντα μας ξεκίνησε, για τι άλλο, παρά για το καινούργιο του βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ με τίτλο «ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟ ΒΑΛΠΑΡΑΪΖΟ».

«Πρόκειται για τις τελευταίες μέρες ενός Ανατολικογερμανού ηγέτη που βρίσκεται αυτοεξόριστος στη Χιλή, ύστερα από μια περιπετειώδη δίκη και αρκετά χρόνια διακυβέρνησης στην χώρα του. Παρακολουθούμε την ύστατη πορεία του με τον καρκίνο, την επαφή του με ένα Έλληνα ψυχίατρο, ο οποίος τον παρακολουθεί, στην ουσία με ένα τρόπο περίεργο, διότι τον έχουν βάλει να τον παρακολουθήσει, όχι τόσο για την αρρώστια του, αλλά για άλλα πράγματα τα οποία αποκαλύπτονται σταδιακά στις σελίδες του βιβλίου μου».

Το βιβλίο αυτό δεν είναι καινούρια σύλληψη στο μυαλό του Μένη Κουμανταρέα.

«Είχα αρχίσει να το γράφω εδώ και 15 χρόνια, αλλά πραγματικά δεν θυμάμαι πότε μου πρωτοήρθε η ιδέα. Μπορώ να πω, πότε πρωτοείδα στη τηλεόραση ένα ντοκιμαντέρ για το Βαλπαραΐζο χωρίς να έχω ιδέα για το μέρος αυτό, ούτε για τη Χιλή. Ανοίγω τυχαία πριν πολλά χρόνια την τηλεόραση και βλέπω ένα εκπληκτικό ασπρόμαυρο ντοκιμαντέρ του Λούις Μπουνιουέλ με αυτό το λιμάνι του οποίου τα σπίτια κατρακυλάνε στη πλαγιά του βουνού προς τη θάλασσα. Η ιδέα του βιβλίου έρχεται πολύ αργότερα, μάλλον το μικρόβιο πρέπει να έχει έρθει από τα χρόνια του Βερολίνου, όπου ήμουν υπότροφος τη δεκαετία του 70’ γιατί τότε είδα και τον Έριχ Χόνεκερ».

Ο Μένης Κουμανταρέας λέει με έμφαση ότι στην ίδια φυλακή που οι ναζί είχαν κρατούμενο τον Έριχ Χόνεκερ εκεί ακριβώς τον φυλάκισαν και οι σύμμαχοι μετά. Περιγράφει:

«Μια πρωτομαγιά στη διάρκεια της δικτατορίας στην Ελλάδα βρισκόμουν στο Βερολίνο. Πέρασα στο ανατολικό Βερολίνο με όλες εκείνες τις τρομερές διατυπώσεις, που γινόντουσαν τότε και βρίσκομαι σε μία θάλασσα από σφυροδρέπανα και σημαίες κόκκινες. Λέω τότε τώρα θα μας πιάσουνε (γελάει) ξεχνώντας βέβαια…. ότι είμαι στο ανατολικό Βερολίνο. Σε μια εξέδρα επισήμων βλέπω ένα ηλικιωμένο κύριο που ήταν ο Έριχ Χόνεκερ χωρίς το καπέλο του όμως αλλά με εκείνα τα κοκάλινα γυαλιά που τον χαρακτήριζαν».

Επιστρέφοντας ξανά στη κουβέντα μας για το βιβλίο ο Μένης Κουμανταρέας ξεκαθαρίζει:

«Πέρα από το ότι ο Χόνεκερ υπήρξε ο ηγέτης της Λ.Δ.Γ., εγώ παρουσιάζω τις τελευταίες μέρες ενός ηλικιωμένου ανθρώπου, άρρωστου και πραγματικά εδώ βλέπει κανείς και τα αντανακλαστικά του με τις γυναίκες. Παρότι είναι στο τελευταίο στάδιο της αρρώστιας του εξομολογείται στον Έλληνα γιατρό για το πώς έβλεπε τις γυναίκες και όλες αυτές τις κοπελίτσες που ερχόντουσαν κοντά του με τα κόκκινα γαρύφαλλα τον καιρό της παντοδυναμίας του».

Διευκρινίζει υπογραμμίζοντας ότι το βιβλίο αυτό δεν έχει καμία σχέση με βιογραφία του Έριχ Χόνεκερ και λέει γελώντας, ότι αν ήταν έτσι θα τον συνελάμβανε η Στάζι. Αυτό που μου είπε το διασκέδασε πραγματικά ο Μένης Κουμανταρέας και αφού δροσίστηκε με το νεράκι του συνέχισε:

«Δεν κάνω στο βιβλίο μου επ’ ουδενί λόγο καμία προσπάθεια εξωραϊσμού του Χόνεκερ. Υπάρχουν μέσα στο βιβλίο διάλογοι όπου λέει ο Χόνεκερ και απαντάει ο γιατρός, που πολλές φορές τον υποσκάπτει. Υπάρχει στο βιβλίο μου ένα κεφάλαιο για τον σωσία του, όπου εκεί φαίνονται πολλά πράγματα. Ο σωσίας είναι φανταστικό πρόσωπο, αλλά νομίζω ότι όλοι οι ηγέτες είχαν σωσίες.

Πέραν από την ύπαρξη της Χιλής, του Χόνεκερ, της ιστορικής αλήθειας αυτής δηλαδή, όλα τα άλλα στο βιβλίο μου αποτελούν πλοκή μυθιστορήματος και δεν  είχα καμία έννοια πως θα το πάρουν οι άλλοι διαβάζοντας το. Δηλαδή τι δουλειά έχω εγώ με τον Χόνεκερ, αν συμπαθώ ακόμα τον κομμουνισμό ή οτιδήποτε άλλο. Όλα αυτά μου ήταν παντελώς αδιάφορα».

Και συνεχίζει:

«Δεν υπήρξα ποτέ κομμουνιστής, αλλά η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού με ταρακούνησε (τα αποτελέσματα τα βλέπουμε τώρα). Αυτό το συναίσθημα ήταν μια ισχυρή αφορμή να μπω στη περιπέτεια αυτού του βιβλίου και το λέω περιπέτεια γιατί γράφτηκε αρκετές φορές!»

Στη συνέχεια στη κουβέντα μας μπήκε και το προηγούμενο βιβλίο του ΟΙ ΑΛΕΠΟΥΔΕΣ ΤΟΥ ΓΚΟΣΠΟΡΤ (Κέδρος) για να μπορέσω να τον ρωτήσω ότι τελευταία ξέφυγε από την προσφιλή του τακτική ως αθηναιογράφου και να τί μου είπε για τον «εξωτισμό» του αυτό:

«Κάθε άλλο παρά εξωτικό είναι το βιβλίο μου «ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟ ΒΑΛΠΑΡΑΪΖΟ»  αν και υπάρχουν στοιχεία του χιλιανού φολκλόρ αλλά τα χρησιμοποιώ δραματουργικά και όχι για να περιγράψω την Χιλή, στην οποία δεν έχω πάει κι ούτε πρόκειται να πάω. Μου προσάπτουν τον τίτλο του αθηναιογράφου διότι τα περισσότερα βιβλία μου έχουν επίκεντρο την Αθήνα, νομίζω όμως ότι έχει παραγίνει αυτή η ετικέτα και χαίρομαι παρά πολύ που για ένα διάστημα δεν θα την έχω»

Στη συνομιλία μας με απασχόλησε και η φυγή του από τον εκδοτικό οίκο που για χρόνια εξέδιδε τα βιβλία του (Κέδρος) και η μεταστέγαση του στις εκδόσεις Πατάκη.

«Νίκο, δεν ξέρω αν έφυγα από τον ΚΕΔΡΟ, αυτό είναι ένα μυστήριο, είμαστε σε μία εκδοτική ομίχλη. Μάλλον παραμέρισα τον ΚΕΔΡΟ, έκανα ένα τακουνάκι, μία ντρίπλα και πήγα στον ΠΑΤΑΚΗ, επειδή οι προϋποθέσεις είναι πολύ καλύτερες εκεί απ’ ότι αυτή την στιγμή στο ΚΕΔΡΟ.  Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αγαπάω την εκδότρια μου την κα. Κάτια Λεμπέση αλλά και η κα. Άννα Πατάκη είναι μία εξαιρετική γυναίκα. Έχω συνηθίσει φαίνεται πάντα με γυναίκες εκδότριες, με την κα Νανά Καλλιανέση πρώτη απ’ όλες».

Συζητώντας για εκδοτικούς οίκους με τον Μένη μοιραία η κουβέντα πήγε στο κλείσιμο του βιβλιοπωλείου της ΕΣΤΙΑΣ.

«Είναι ένα γεγονός που πρέπει να πονάει όλο τον κόσμο και όχι μόνο τους συγγραφείς. Ήταν ένα ιστορικό μέρος το βιβλιοπωλείο της ΕΣΤΙΑΣ. Νομίζω όμως ότι κάποια στιγμή θα ξανανοίξει».

Αναφερόμενος στον άλλο ήρωα του βιβλίου του τον δρα Φελζενσταιν, έναν αδίστακτο ναζί, ο οποίος φιλοξενεί στη βίλα του στη Χιλή τον Χόνεκερ, τον ρώτησα αν τον ήρωα αυτόν τον τοποθέτησε στο βιβλίο του για να υπογραμμίσει στους αναγνώστες την έξαρση του νεοφασισμού σήμερα. Και να τι μου είπε:

«Πριν 15 χρόνια που πρωτοέγραψα το βιβλίο δεν είχαμε στη χώρα μας νεοναζί, αλλά τώρα που έχουμε ήταν ένας λόγος παραπάνω να το τονίσω ακόμα περισσότερο. Όμως το τόνισα στα πλαίσια της δραματουργικής αρχιτεκτονικής του έργου μου. Πέραν αυτού όμως, με φοβίζει πάρα πολύ η έξαρση του νεοφασισμού στην Ελλάδα. Παρότι κατοικώ στην Κυψέλη που υπάρχουν πολλοί μετανάστες, το ξένο αυτό στοιχείο μου αρέσει στην πόλη. Το θεωρώ εποικοδομητικό κυρίως για το θέμα της γλώσσας, ποτέ άλλοτε η γλώσσα μας δεν επεκτάθηκε σε τόσους λαούς. Π.χ. οι δυο κόρες της οικιακής μου βοηθού που είναι Αλβανίδα, ζουν με τους συζύγους τους στην Ολλανδία και μεταξύ τους μιλούν ελληνικά!!»

Κλείνοντας αυτή τη ραδιοφωνική μας συνομιλία είχαμε και την είδηση από τον Μένη Κουμανταρέα:

«Εδώ και πολύ καιρό έχω αρχίσει να γράφω ένα μυθιστόρημα μετά το χαμό της συντρόφου μου, της Λιλής. Το σταμάτησα με την αρρώστια μου και θα το ξαναρχίσω μόλις κοπάσει το ταξίδι με τον «ΘΑΝΑΤΟ ΣΤΟ ΒΑΛΠΑΡΑΪΖΟ». Αλλά μην περιμένουν αυτοί που με λένε αθηναιογράφο τοπωνύμια της Αθήνας. Αυτό το βιβλίο θα είναι ένα εσωτερικό μου τοπίο καθαρά».

Ο Μένης Κουμανταρέας ακόμη και το εξώφυλλο αυτού του βιβλίου το ενέκρινε ο ίδιος. Επέλεξε τον ζωγράφο Θανάση Μακρή και από πολλά έργα τα οποία του υπέδειξε να ζωγραφίσει, διάλεξε το συγκεκριμένο που έγινε εξώφυλλο. Δεν του αρέσουν τα ετοιματζίδικα εξώφυλλα π.χ. κάποιοι πίνακες ζωγραφικής, γιατί θεωρεί ότι έτσι υπάρχει έλλειψη φαντασίας.

Ο «ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟ ΒΑΛΠΑΡΑΪΖΟ» είναι ένα ακόμη βιβλίο του Μάνου Κουμανταρέα που γράφτηκε σε χειρόγραφα αλλά και στη γραφομηχανή του. Έλαβε την τελική του μορφή το καλοκαίρι του 2012 στο Ξυλόκαστρο.

BHMA FM, Κυριακή 7/4/2013

Προηγούμενο άρθροΜια φορά κι έναν καιρό…
Επόμενο άρθροΤο πορτραίτο ενός ιδεαλιστή

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ