Λέσχες ανάγνωσης: Η κοινωνική διάσταση της ανάγνωσης (της Ειρήνης Γαμβρού)

0
1441

 

 

της Ειρήνης Γαμβρού (*)

 

 

Το ενδιαφέρον για την κοινωνικά προσανατολισμένη, ομαδική συνδιαλλαγή με το κείμενο (shared reading) αναζωπυρώθηκε μέσω της προσπάθειας του ΕΚΕΒΙ να προσδιορίσει τι σημαίνει λέσχη ανάγνωσης, να χαρτογραφήσει τις υπάρχουσες λέσχες και να παρουσιάσει βασικές αρχές για τη συγκρότηση και τον τρόπο λειτουργίας τους. Η ύπαρξη των λεσχών ανάγνωσης αποτελεί εμπράγματη διαβεβαίωση ότι η ανάγνωση δεν είναι μοναχική αλλά συλλογική διαδικασία μέσα από την οποία ανασυστήνονται τρόποι προσέγγισης των κειμένων και συμμετοχής των πολιτών σε συλλογικότητες.

Όπως είναι γνωστό, με την ανάπτυξη των θεωριών της  πρόσληψης τέθηκε στο κέντρο της διαδικασίας απόδοσης νοήματος ο αναγνώστης και, ακολούθως, η ερμηνευτική κοινότητα (interpretative community). Ανεξάρτητα από την όποια κριτική διατυπώθηκε κατά καιρούς ειδικά για την ερμηνευτική κοινότητα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι ο αναγνώστης δεν μπορεί να προσεγγιστεί ως ανεξάρτητο από το κοινωνικό γίγνεσθαι υποκείμενο. Συνεπώς, ένα σύνθετο πλέγμα κοινωνικών συνθηκών επηρεάζουν το υποκείμενο αυτό και τις ερμηνείες/αναγνώσεις των κειμένων.

Παρόλο δηλαδή που η ανάγνωση υπονοεί συχνά έναν αναχωρητισμό, εύκολα συνειδητοποιείται ότι είναι άμεσα εξαρτημένη από τον κοινωνικό περίγυρο. Οι λέσχες ανάγνωσης επιβεβαιώνουν με διάφορους τρόπους την εξάρτησή της από αυτόν. Άρα, αν θέλουμε να προσδιορίσουμε, όσο είναι δυνατόν, την κοινωνική της διάσταση, πρέπει να τη δούμε σε διάφορα σημεία της δημόσιας σφαίρας.

Η συνανάγνωση δεν αποτελεί καινοτομία της εποχής μας. Από τον Μεσαίωνα οι άνθρωποι συγκεντρώνονταν προκειμένου να αναγνώσουν ομαδικά τα βιβλικά, κατά κανόνα, κείμενα. Οι αναγνωστικές ομάδες -γνωστές ως book societies, reading societies, book clubs, salons– σχηματισμοί στους οποίους όχι μόνον το διάβασμα αλλά και η ερμηνεία ήταν συλλογική κι όχι ατομική υπόθεση, φιλοξενούσαν μέλη που ήταν σε θέση να διαβάζουν και βρίσκονταν σε ισότιμη θέση μεταξύ τους όσον αφορά την κριτική τους στάση προς το ανάγνωσμα. Συγκροτούσαν σε έναν βαθμό το αναγνωστικό κοινό και είχαν ως σκοπό να ενθαρρύνουν την εγγραμματοσύνη ή και την εισδοχή των γυναικών στην εκπαίδευση. Παρόλο που μπορεί η παρουσία τους να υποδήλωνε μικρό αριθμό αντιγράφων βιβλίων και, πιθανόν, απουσία γραμματισμού, υπογράμμιζαν την χειραφετητική σημασία της ανάγνωσης.

Στις αρχές του 21ου αιώνα η άνθιση των λεσχών ανάγνωσης στη χώρα μας στρέφει το ενδιαφέρον σε διάφορους θεσμούς οι οποίοι φιλοξενούν την ανάγνωση και ενθαρρύνουν την ομαδική επικοινωνία με τα κείμενα. Ο σκοπός των ερευνών που σχετίζονται με τις λέσχες ανάγνωσης -λαμβάνοντας υπόψη και τις διεθνείς έρευνες που μας είναι γνωστές- θα πρέπει να είναι τριπλός· να διαπιστωθούν τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των μελών των λεσχών, να αναζητηθούν οι παράμετροι που επικάθονται στην ερμηνεία και να επισημανθούν τα χαρακτηριστικά των θεσμών που επηρεάζουν τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις των λεσχών.

Για την υπερεκπροσώπηση των γυναικών στις λέσχες ανάγνωσης, το κοινωνικό- οικονομικό επίπεδο όσων μετέχουν σε αυτές, τη σύνδεση της συμμετοχής στις λέσχες με την προηγούμενη ή τρέχουσα επαγγελματική δραστηριότητα των μελών δεν μπορώ να πω περισσότερα εδώ. Ωστόσο, όπως προέκυψε από την παρατήρηση, οι λέσχες ανάγνωσης δεν δεσμεύονται από κανένα έξωθεν επιβεβλημένο πρόγραμμα ούτε για την επιλογή του αναγνώσματος, ούτε για την πορεία που θα πάρει η συζήτηση γύρω από αυτό. Κατά κανόνα επιλέγονται αναγνώσματα που έχουν απήχηση στις συνθήκες ζωής των μετεχόντων και, λόγω ακριβώς της ελευθερίας που είναι συνυφασμένη με το περιβάλλον της λέσχης, τα μέλη μπορούν να διατυπώσουν διαφορετικές απόψεις για το κείμενο και τη σχέση του με την κοινωνική και ατομική τους πραγματικότητα. Αυτές οι διαστάσεις συγκροτούν το κοινωνικό προφίλ των λεσχών.

Το ερώτημα γιατί έρχονται οι αναγνώστες στις λέσχες αναζητεί κι αυτό μια απάντηση. Έχει υποστηριχθεί ότι οι συμμετέχοντες ιεραρχούν μια σειρά «δώρων» από την επικοινωνία και την από κοινού ανάγνωση. Ο αναγνώστης των βιβλίων στις λέσχες δεν «εισπράττει» νοήματα αλλά χρησιμοποιεί τα νοήματα σκοπώντας στην προσωπική κοινωνική του ανέλιξη. Τα χρησιμοποιεί για τον προσωπικό και, ακολούθως, τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Δηλαδή η ανάγνωση γι’ αυτόν έχει ως απώτερο στόχο την αυτοβελτίωση και τη συλλογική βελτίωση. Άρα, μπορούμε να πούμε ότι έχουμε μια μορφή ανιδιοτελούς ανάγνωσης η οποία ενδιαφέρεται για την σύνδεση της ανάγνωσης με τη ζωή και την επέκταση των συμπερασμάτων της πρώτης στη δεύτερη.

Αν πρόκειται να στρέψουμε την ματιά μας στην ερμηνευτική διαδικασία, βλέπουμε ότι ο αναγνώστης δεν μπαίνει στον κόσμο του βιβλίου μόνον μέσω της συζήτησης για την πλοκή και τους χαρακτήρες ή για το κοινωνικό συγκείμενο στο οποίο τοποθετείται ο αφηγημένος χρόνος. Μέσα στις λέσχες συγκροτείται ένα περιβάλλον το οποίο συμπεριλαμβάνει τον συγγραφέα, τον αναγνώστη, το ίδιο το βιβλίο ως αντικείμενο. Το βιβλίο συνδέεται, λοιπόν, και με άλλους θεσμούς που  στη συνείδησή μας είναι συσχετισμένοι με την προβολή του ή και την εμπορική του προώθηση. Αυτός ο συσχετισμός αποτελεί σημαντική προκαταρκτική παρατήρηση για την κοινωνική διάσταση της ανάγνωσης. Έχει, συνεπώς, νόημα να προσεγγιστούν οι επαφές της ανάγνωσης με τους θεσμούς που την περιβάλλουν.

Η συστηματική ή απομακρυσμένη σχέση των λεσχών με τον θεσμό που τις φιλοξενεί (βιβλιοθήκη, βιβλιοπωλείο, πολιτιστικός σύλλογος, πανεπιστημιακό τμήμα) επηρεάζει τους μηχανισμούς και τη διαδικασία προσέγγισης του κειμενικού νοήματος. Για παράδειγμα η βιβλιοθήκη είναι ένας θεσμός που προάγει την ελεύθερη ανάγνωση και κυρίως την ανιδιοτελή ανάγνωση (πηγαίνω και βρίσκω όποιο βιβλίο μου αρέσει και το διαβάζω). Η βιβλιοθήκη έχει ακόμη μια ιδιαιτερότητα· έχει ταυτιστεί με την σιωπηλή ανάγνωση ενώ, λόγω της άνθησης των λεσχών, συνδυάζει σιωπηλή ανάγνωση και μεγαλόφωνη συζήτηση για το κείμενο. Το πανεπιστημιακό τμήμα επηρεάζεται από τις κειμενικές ερμηνείες της επίσημης κριτικής ανάλογα με το κατά πόσο κοντά ή μακριά βρίσκεται στις πολιτισμικές σπουδές. Το βιβλιοπωλείο, επίσης, είναι ένα κέντρο που προωθεί την αγορά του βιβλίου άρα σκοπεί στην διατήρηση της συζήτησης γι’ αυτό χωρίς ίσως αναγκαστικά να στρέφει προς μια ορισμένη κειμενική ερμηνεία προωθώντας, ωστόσο, κάποιες νέες κυκλοφορίες.

Προκύπτει νομίζω ότι έχει νόημα να καταγραφούν οι περιφερειακοί θεσμοί της ανάγνωσης όσο κι αν αυτοί θεωρούνται γνωστοί. Στη συνέχεια είναι εξίσου σημαντικό να διερωτηθούμε για τους μηχανισμούς εξαγωγής νοήματος από την κοινή ανάγνωση στο πλαίσιο των λεσχών που λειτουργούν υπό την αιγίδα των θεσμών. Με αυτόν τον τρόπο θα αναζητήσουμε τους μηχανισμούς πίεσης που ασκεί η ομάδα στο υποκείμενο ή το υποκείμενο στην ομάδα για την προσέγγιση του κειμενικού σύμπαντος και θα ξανασυζητήσουμε τη διεπίδραση όπως διαμορφώνεται στο εσωτερικό τους. Κι όλα αυτά ακριβώς γιατί η από κοινού ανάγνωση και η κοινωνική επικοινωνία που εγείρεται με αφορμή αυτήν παραμένει ένα αίτημα και των ψηφιακών κοινωνιών παρόλες τις φωνές που ήθελαν το βιβλίο να εξαφανίζεται.

(*) Η Ειρήνη Γαμβρού είναι Φιλόλογος, Διδἀκτωρ Λογοτεχνικής Εκπαίδευσης

Προηγούμενο άρθροΟ αρχαίος πόνος στην νεοελληνική πεζογραφία  (του Μιχάλη Μερακλή)
Επόμενο άρθροΠρογράμματα σπουδών και εκδοτική παραγωγή -υπάρχει διαλεκτική συνδιαμόρφωσης; (του Ευριπίδη Γαραντούδη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ