Του Κώστα Ακρίβου
Πώς το γράφει ο Τζούλιαν Μπαρνς στην Ιστορία του κόσμου σε 10 1/2 κεφάλαια; “Δολοφονείται κάποιος πρόεδρος; Σε λίγο έχεις στη διάθεσή σου ένα βιβλίο για το συμβάν. Γίνεται πόλεμος; Πιάνουν δουλειά οι μυθιστοριογράφοι. Έχουμε σειρά ειδεχθών φόνων; Στήσε αυτί για τη βαριά περπατησιά των ποιητών”. Τι θέλω να πω μ΄ αυτό. Είναι παρατηρημένο πως σε κάθε γενιά αναλογεί και από ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός : εμφύλιοι ή παγκόσμιοι πόλεμοι, δολοφονίες αρχηγών και βασιλιάδων, βίαιες ανατροπές καθεστώτων, εξεγέρσεις, λιμοκτονίες, δικτατορίες… Στην Ελλάδα οι συγγραφικές γενιές που ανδρώθηκαν λογοτεχνικά τον προηγούμενο αιώνα είχαν κάθε λόγο να πανηγυρίζουν για τα μεγάλα τραύματα που τους έτυχαν ΄ από το χυμένο αίμα άντλησαν το καλύτερο μελάνι. Για τη δική μας γενιά, που από τα γεγονότα του 20ου αιώνα έχει βιώσει μόνο τον απόηχό τους – ούτε καν το Πολυτεχνείο δεν προλάβαμε – , η κρίση η τωρινή είναι το λαχείο που μας κλήρωσε. Είναι το δικό μας 1922, τα Δεκεμβριανά μας, ο Γράμμος και το Βίτσι, ο παρθενώνας της Μακρονήσου, ο Πέτρουλας, το 1967, ο “Αττίλας”. Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος ή αμέτοχος με ό,τι συμβαίνει γύρω ΄ οι οικονομικές δυσκολίες και μαζί η μπόχα από τη σήψη κάθε είδους διαφθοράς είναι μαρτύριο καθημερινό. Την ίδια όμως στιγμή – όσο κι αν αυτό ακούγεται κυνικό ή αντιουμανιστικό – η κατάσταση αυτή είναι και μια πρώτης τάξεως δεξαμενή για θέματα, ιδέες και αφορμές προς λογοτεχνική επεξεργασία. Έχει τόσα προσωπεία και τόσες εκδοχές η κρίση, που αποκλείεται να αφήσει αδιάφορο όποιον θελήσει να ασχοληθεί συγγραφικά μαζί της.
Για να γίνει αυτό, πρέπει να ανατραπεί ένα ταμπού χρόνων : εκείνο που θέλει τον συγγραφέα να κρατάει απόσταση από τα γεγονότα. Αυτό ίσχυε, ορθώς, για συμβάντα που για τη λογοτεχνική τους ανάπλαση χρειαζόταν ο απομάκρυνση από κάθε είδους φανατισμό ή ιδεολογική μονομέρεια, η αναδίφηση σε ντοκουμέντα και η ψύχραιμη ματιά πάνω στις μαρτυρίες. Ωστόσο η σημερινή κρίση επιβάλλει την καταγραφή των συμβάντων ακόμα κι αν είναι, που είναι, νωπά. Αλλαγή πλεύσης λοιπόν. Όχι για να αποκτήσει η λογοτεχνία έναν ρόλο κοινωνικού μέντορα, όσο για να βρει τους λόγους που μας οδήγησαν εδώ και, το δυσκολότερο, να αναζητήσει πρόσωπα και αξίες απ΄ τις οποίες θα πιαστούμε ώστε να φτιαχτεί ένα καλύτερο αύριο. Απομένει στον καθένα πώς θα βουτήξει την πένα του στο αίμα, για να πάρει το μελάνι που του αναλογεί.