Της Έλενας Χουζούρη.
Έχω την τύχη να γνωρίζω τον Γιώργο Κουρουπό από την μακρινή πλέον δεκαετία του 1980 και όλες τις φορές που έχω συνομιλήσει μαζί του, σε συνεντεύξεις που του έχω πάρει, είτε για τον ημερήσιο η περιοδικό τύπο είτε για το ραδιόφωνο, μου έχει κάνει εντύπωση το πόσο σφιχτοδεμένη και δημιουργική είναι η σκέψη του, η πνευματική του ευρύτητα και η ικανότητα να διαχειρίζεται και να δίνει πολλαπλές απαντήσεις σε ζητήματα που φαίνονται δύσκολα, να θέτει ερωτήματα και να ανοίγει νέα κεφάλαια. Κι όλα αυτά πλαισιωμένα με μια βαθειά ευαισθησία σε ό,τι συμβαίνει γύρω του στην κοινωνία. Τις σκέψεις αυτές έκανα προχθές καθώς τον άκουγα με μεγάλη προσοχή να παρουσιάζει το πολύπλευρο και πολύπτυχο φετινό πρόγραμμα του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, του οποίου είναι από πέρσι καλλιτεχνικός διευθυντής. Με την παρρησία γνώμης που τον διακρίνει ο Κουρουπός αναφέρθηκε πρώτα στη διπλή κρίση στην οποία περιέπεσε το Μέγαρο Μουσικής, την τελευταία περίοδο, συμμετέχοντας και στην επώδυνη γενική της χώρας αλλά και στην ειδικότερη, δική του, η οποία, όπως είπε, δεν οφείλεται στον τρόπο λειτουργίας του αλλά σε παλαιότερες αποφάσεις και δεσμεύσεις σχετικές με την οικοδόμησή του, που όμως , τόνισε, φαίνεται πως βαίνουν προς την τελική διευθέτησή τους.
Για τον Κουρουπό όμως, η κρίση μπορεί να σηματοδοτήσει κι ένα νέο ξεκίνημα. Να γίνει η αφορμή να δει κανείς με θάρρος σφάλματα, πιθανές αστοχίες, κενά, ανεπάρκειες και με τόλμη να επιδιώξει την ανασυγκρότηση και των, εκ νέου, προσδιορισμό των στόχων του Μεγάρου Μουσικής. Μια γενναία λοιπόν αυτοκριτική, μια δημιουργική κριτική και σίγουρα κάθε άλλο παρά μικροψυχία και φοβικές αντιδράσεις σε όσα –λυπηρά και στενόκαρδα- γράφτηκαν και ειπώθηκαν στις στιγμές κινδύνου της υπόστασης του Μεγάρου Μουσικής, πριν μερικούς μήνες, από κάποιες πλευρές. Σ’ αυτά τα στενόκαρδα –έως και κακεντρεχή θα τα χαρακτήριζα, μυωπικά σίγουρα- ο Κουρουπός απάντησε με αριθμούς. Όλα τα χρόνια λειτουργίας του το ΜΜΑ, κάθε χρόνο συγκεντρώνει 270.000 θεατές, από τους οποίους οι 70.000 είναι παιδιά. Σε άλλες κριτικές σχετικές με το είδος της μουσικής που ακούγεται στο Μέγαρο, ο νυν καλλιτεχνικός διευθυντής του υπενθύμισε ότι το Μ.Μ.Α δημιουργήθηκε για να υπηρετεί την μουσική και μάλιστα την κλασική η οποία σε άλλους αρέσει και σε άλλους όχι. Αναφέρθηκε στη συνέχεια σε μια άλλη κριτική που ακούγεται ότι δηλαδή τα τελευταία χρόνια και πριν ακόμα την κρίση, το Μέγαρο άρχισε να χάνει στο επίπεδο της σύγχρονης-πρωτοποριακής μουσικής. Στο σημείο αυτό, ο Κουρουπός έδειξε την αναμφισβήτητη νεωτερική καταγωγή και πορεία του στη σύγχρονη μουσική και τη βαθειά του γνώση περί του τι τέλος πάντως είναι το πρωτοποριακό για το οποίο- κατά την ταπεινή μου γνώμη- τόσος πολύς λόγος γίνεται τελευταία και τόσα λίγα αξιόλογα αποτελέσματα έχουμε, με…σωκράτειο τρόπο. Δηλαδή δίκην ερωτήσεων με σαφέστατες απαντήσεις όπως:
- Τι είναι πρωτοποριακό;
- Μήπως συγχέουμε το πρωτοποριακό με το εξεζητημένο;
- Το πρωτοποριακό με το προκλητικό;
- Mήπως συγχέουμε το καινοτόμο με το επίκαιρο [δηλαδή το συνήθως πρόσκαιρο];
- Αντί να προσκυνούμε με περισσή ευλάβεια τα διεθνή κέντρα παραγωγής και προβολής πρωτοποριακής τέχνης δεν θα ήταν πιο υπεύθυνο να αφήσουμε στους εαυτούς μας το δικαίωμα να κρίνουμε νηφάλια τι είναι αληθινό και τι κατασκευασμένο; Τι προάγει αληθινά την ίδια την τέχνη αλλά και το ενημερωμένο κοινό;
Από όσο γνωρίζω την πορεία των απόψεων, θέσεων και δράσεων του Γιώργου Κουρουπού, τα τριάντα χρόνια που τον γνωρίζω, μου ήρθε εντελώς φυσικός ο τίτλος που ανακοίνωσε για το νέο, ετήσιο Πρόγραμμα 2013-2014:
ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ-ΟΛΟΙ ΕΧΟΥΝ ΘΕΣΗ.
Βέβαια, εδώ θα πρέπει να επισημάνω, ότι οι απόψεις του Κουρουπού για ένα ανοιχτό σε νέες ιδέες, ανοιχτό σε συνεργασίες και συνέργειες Μέγαρο Μουσικής, δηλαδή ότι το Μ. ανήκει σε όλον τον κόσμο, σαφώς συναντούν κι εκείνες του Προέδρου του ΜΜΑ, Ιωάννη Μάνου, ο οποίος ήδη, από τότε που ανέλαβε αυτήν την εξαιρετικά βαρυσήμαντη και φορτισμένη συμβολικά, λόγω του προκατόχου του αείμνηστου Χρήστου Λαμπράκη, θέση, προσπάθησε να απλώσει την βεντάλια των δράσεων του Μεγάρου σε ευρύτερους κύκλους και σ ευρύτερα κοινά. Θεωρώ λοιπόν ότι η ευτυχής συνάντηση και συνεργασία των δύο ανδρών, ήδη φαίνεται στο νέο πρόγραμμα που ανακοινώθηκε καθώς και στους νέους κύκλους που αυτό ανοίγει και που αφορούν την ανάδειξη των Ελλήνων μουσικών, των νέων ταλέντων, την διεύρυνση των δράσεων και σε άλλους τομείς-πλην της κλασικής μουσικής που παραμένει ο βασικός κορμός- χωρίς εκπτώσεις, στην ποιότητα, την ενίσχυση της σύγχρονης-πρωτοποριακής μουσικής και του μουσικού θεάτρου, την θέσπιση ειδικών προγραμμάτων για τη μύηση στη μουσική, την παρουσία του Μεγάρου στην περιφέρεια, τον εμπλουτισμό του MEGRARON PLUS, την ακόμα πιο στενή συνεργασία με Λυρική Σκηνή και ΚΟΑ και πολλά άλλα που συνοψίζουν την φιλοσοφία του Κουρουπού για ένα φιλικό, φιλόξενο πνευματικό καταφύγιο όπου όλες οι κατηγορίες του κοινού θα έχουν την ευκαιρία ψυχικής αποφόρτισης, ανάτασης και δημιουργικού προβληματισμού.
Έλενα Χουζούρη