Της Κατερίνας Σχινά ( από το ανέκδοτο δοκίμιο της “Καλή και ανάποδη” , εκδ. Κίχλη).
Ό,τι κι αν λένε τα γυναικεία περιοδικά, άνδρες που πλέκουν δεν είναι μόνον οι σταρ του σινεμά (εκείνος ο Ράσσελ Κρόου κατάντησε πια πληκτικός) αλλά και οι κανονικοί, συνηθισμένοι, καθημερινοί άνδρες. Είναι οι ψαράδες που φτιάχνουν ακόμη με τις σαΐτες τα δίχτυα τους στις ακτές της Μεσογείου, οι ναυτικοί των Σκοτσέζικων και των Ιρλανδικών Νησιών που δεν διστάζουν να βάλουν ένα χεράκι προκειμένου να τελειώσουν πιο γρήγορα τα χειροποίητα πουλόβερ της οικογενειακής επιχείρησης, οι άνδρες των Άνδεων που πλέκουν με καλαμένιες λεπτές βελόνες τα πιο ευφάνταστα και πολύχρωμα μάλλινα. Είναι ακόμη οι αδελφοί Λυμιέρ που παιδεύονται με το βελονάκι κι ένα ροζ κουβαράκι, κουκουλάρικο, σε μια δυσεύρετη φωτογραφία που ανακάλυψα στο περιοδικό Milles Idées το 1985· ο μικρός πρίγκιπας Αλεξέι Ρομανώφ που διδάχθηκε να πλέκει από την τσαρίνα Αλεξάνδρα (ναι, εκείνη που είχε ενδώσει στον επικίνδυνο μαγνητισμό του δαιμονικού Ρασπούτιν), και σ’ ένα γράμμα προς τον πατέρα του, τον τσάρο Νικόλαο, λίγα χρόνια πριν ξεσπάσει η μπολσεβίκικη επανάσταση, καμάρωνε για «ένα πολύχρωμο σάλι που φτάνει στο τέλος του»· τα αγόρια της Βρετανίας που συναγωνίζονταν ποιο θα φτιάξει το πιο μακρύ κασκόλ ή την πιο στρωτή κάλτσα, στο πλαίσιο της εκστρατείας Πλέκοντας για τη Βρεταννία (Knitting for Britain) στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κάτι σαν τη δική μας Φανέλα του στρατιώτη. Και, ασφαλώς, υπάρχει ένας Έλληνας: ο απολαυστικός καρατερίστας Θόδωρος Ντόβας, που πολύ πριν ο Ράσσελ Κρόου αναγορεύσει το πλέξιμο σε έκκεντρο, ανδροπρεπές χόμπι, συμπλήρωνε το πενιχρό του εισόδημα από το θέατρο και το σινεμά πλέκοντας εσάρπες, οι οποίες γίνονταν ανάρπαστες –λένε ότι η Μελίνα Μερκούρη τις λάτρευε–, και τεράστια πολύχρωμα πουλόβερ που τα δοκίμαζε πρώτα στον εαυτό του. (Φημολογείται πως και ο Νίκος Καββαδίας έπλεκε τις ατέλειωτες ώρες της «Βάρδιας», όταν σιωπούσε ο ασύρματός του, αλλά η πληροφορία μου δεν είναι απολύτως διασταυρωμένη. Όπως, επίσης, ότι μεγάλος λάτρης της βελόνας υπήρξε και ο Νίκος Ζαχαριάδης στα χρόνια της εξορίας του στο Σουργκούτ της Σιβηρίας, αλλά ας μου επιτραπεί να διατηρήσω κάποιες επιφυλάξεις όσον αφορά τη σχετική μαρτυρία, όχι μόνο για λόγους ερευνητικής ευσυνειδησίας αλλά και αυτοπροστασίας: επ’ ουδενί θα τολμούσα να πλήξω τα ακραιφνώς ανδροπρεπή αντανακλαστικά του ΚΚΕ και να προκαλέσω οργισμένες αντιδράσεις, ιδίως τώρα που ο Νίκος Ζαχαριάδης αποκαταστάθηκε, δόξη και τιμή, από τους συντρόφους του.)
Οι άνδρες πλέκουν όμως, επίσης, στη λογοτεχνία: ο ιππότης Χοϊζίνσκι στην Κρύπτη των καπουτσίνων του Γιόζεφ Ροτ, μεταξύ κραιπάλης και στοχασμού, βρίσκει χρόνο και για το πλεκτό του – «πλέκω την αυτοκρατορία», λέει λίγο πριν καταρρεύσει η Αυστροουγγαρία· στο μυθιστόρημα του Έντουαρντ Γουίττμορ Οι σκιές του Νείλου –τρίτο μέρος της καλτ τετραλογίας του Το κουαρτέτο της Ιερουσαλήμ– ένας ανώτατος αξιωματούχος της βρετανικής αντικατασκοπείας ετοιμάζει ένα μακρύ μαύρο σάλι, για να το προσφέρει σ’ ένα δραστήριο κατώτερο στέλεχος (που έχει εγκαταλείψει την ενεργό δράση, έχει βρει καταφύγιο στην έρημο της Αριζόνας και έχει καταφέρει να γίνει ο σαμάνος των Ινδιάνων Χόπι), προκειμένου να τον δελεάσει ώστε να επανέλθει στην υπηρεσία.
Πλέκουν στον κινηματογράφο. Ο Μπερνάρ Μπλιέ, συμπαθέστατος θείος Γιούγκο στη φεμινιστική ταινία του Μάριο Μονιτσέλλι Speriamo che sia femmina (Ας ελπίσουμε ότι θα ’ναι κορίτσι, 1986), καθισμένος στην κουνιστή του πολυθρόνα πλάι στη φωτιά, παρουσιάζει στον αποκλειστικά γυναικείο οικογενειακό του περίγυρο μια τεράστια κάλτσα-κασκόλ («μάλλον δεν είναι για άνθρωπο, είναι για άλογο!»). Ο Κάρυ Γκραντ, ως γοητευτικός απατεώνας στην ταινία Ο πόνος του χωρισμού (πρωτότυπος τίτλος: Mr. Lucky [Ο τυχεράκιας], 1943), διεισδύει σε μια οργάνωση αλληλοβοήθειας για τα θύματα του πολέμου με σκοπό να βουτήξει το ταμείο· ωστόσο, για να ενσωματωθεί πειστικότερα, δέχεται να πάρει μαθήματα πλεκτικής από μια γηραιά κυρία και σιγά σιγά το πλέξιμο τού γίνεται εμμονή: πλέκει στα ταξί, πλέκει στον δρόμο, σοβαρός, αφοσιωμένος, με τα δάχτυλα να πετούν, φτάνοντας κάποια στιγμή να αναφωνήσει «Μου έφυγε ο πόντος!» υπό τα καχύποπτα βλέμματα των περαστικών. Ο Τζωρτζ Σάντερς, στον ρόλο ενός Δυτικού κατασκόπου με το παρατσούκλι «Ο Μάγος», πλέκει κόκκινες κάλτσες με τέσσερις βελόνες στο Γράμμα από το Κρεμλίνο του Τζων Χιούστον: όταν εκπαραθυρώνεται (αυτοκτονία ή έγκλημα;), πριν απ’ αυτόν πέφτει από το μπαλκόνι το κρεμεζί κουβαράκι του.
Πλέκουν στην πολιτική: διάσημη είναι η φωτογραφία του νιόπαντρου Φραγκλίνου Ρούσβελτ να κρατάει στα χέρια του ένα μικροσκοπικό πλεκτό, σε μια απενοχοποιημένη εκδήλωση συντροφικότητας προς την ολόφρεσκη σύζυγό του Έλινορ, γνωστή μανιώδη πλέκτρια και προστάτιδα αγία τού «πλέκειν για εθνικούς σκοπούς». Αλλά πλέκουν και στα γήπεδα: ένας από τους μεγαλύτερους αθλητές του χόκεϊ επί πάγου, ο Καναδός Ζακ Πλαντ (1929-1986), έπλεκε στα αποδυτήρια τις φανέλες και τα σκουφιά του, οδηγώντας ταυτόχρονα την ομάδα του σε διαδοχικές νίκες και αντίστοιχα κύπελλα, τα περίφημα Stanley Cups, από το 1956 ώς το 1960. Εύφημος μνεία, επίσης, θα άξιζε να αποδοθεί και στον ομήλικο του Πλαντ Ρόουζυ Γκριρ, έναν θηριώδη μαύρο αθλητή του αμερικανικού ποδοσφαίρου (και σωματοφύλακα του Ρόμπερτ Κέννεντυ τη βραδιά της δολοφονίας του), ο οποίος λέγεται ότι, περιμένοντας να μπει στο παιχνίδι ως μέλος της «Τρομακτικής Τετράδας» (Fearsome Foursome) του Λος Άντζελες, έπλεκε με βελονάκι, κεντούσε σταυροβελονιά ή παιδευόταν μ’ ένα πολύπλοκο μακραμέ.
Ωστόσο, η ωραιότερη φωτογραφία άνδρα επί το έργον είναι του καουμπόι πάνω στο άλογό του, στο εξώφυλλο του βιβλίου Η ανδροπρεπής τέχνη του πλεκτού του Ντέιβ Φόουνερ, ενός τομιδίου 64 σελίδων με οδηγίες και ιδέες για «ανδρικές εφαρμογές τού πλέκειν», στο οπισθόφυλλο του οποίου διαβάζουμε: «Μόνον ένας άνδρας μπορεί να πλέξει μιαν αιώρα με τις λαβές ενός φτυαριού αντί για βελόνες και με σχοινί αντί για νήμα». Με άλλα λόγια, μια αρρενωπή διάσταση τού πλέκειν, για σκληρά χέρια και θεληματικά πιγούνια. Στο βιογραφικό του, ο συγγραφέας –ο οποίος στα 1972, όταν εξέδωσε το βιβλίο, ζούσε, όπως μας πληροφορεί, «σ’ ένα μικρό ράντσο στην κομητεία Σονόμα της Καλιφόρνιας, δίδασκε στο σχολείο, πιλοτάριζε αεροπλάνα, έπαιζε τένις, πουλούσε ακίνητα και τα βράδια χαλάρωνε μ’ ένα ζευγάρι ξύλινες βελόνες κι ένα κουβάρι μαλλί»– φροντίζει να διασκεδάσει οποιαδήποτε υπόνοια εκθήλυνσης. Μολονότι παραδέχεται ότι πλέκει πουλόβερ για τη γυναίκα και την κόρη του, μας βεβαιώνει πως έχει διαπιστώσει «ότι το πλέξιμο, εκτός από εξαιρετικά χαλαρωτική ενασχόληση, δυναμώνει τους μυς των χεριών και βελτιώνει τις επιδόσεις του στο τένις». Μετά από δεκαετίες πλεκτικής εργασίας, σας βεβαιώνω με τη σειρά μου ότι οι ισχυρισμοί του είναι απολύτως αυθαίρετοι, αν όχι προσχηματικοί.