της Ελένης Σβορώνου
Ξυπνάει κάθε μέρα στο σώμα ενός άλλου εφήβου. Δε θυμάται τους γονείς του, τις ρίζες του, από πού κρατά η σκούφια του. Οι αναμνήσεις του είναι από τις ζωές των άλλων, από τα σώματα στα οποία έχει κατοικήσει. Κι όμως είναι ένα ον. Ο ιδιότυπος αυτός ξενιστής έχει ηλικία. Ήταν παιδί, τώρα είναι έφηβος. Ξέρει πως «φιλοξενείται» (ή εισβάλλει, ανάλογα πώς θα το δει κανείς, άλλωστε κι ο ίδιος είναι αμφίθυμος απέναντι στη φύση του) στα σώματα ανθρώπων παρόμοιας ηλικίας με τη δική το, που βρίσκονται σε κοντινή γεωγραφική απόσταση.
Ο ίδιος ονομάζει τον εαυτό του «Α»:
«Το σκέφτηκα όταν ήμουν μικρό παιδί. Ήταν ένας τρόπος να κρατάω τον εαυτό μου ολόκληρο, ενώ ταυτόχρονα πήγαινα από σώμα σε σώμα, από ζωή σε ζωή. Είχα ανάγκη από κάτι αγνό. Οπότε κατέληξα στο γράμμα Α», λέει.
Σαν τη Σταχτοπούτα ο χορός της εκάστοτε ζωής του λήγει τα μεσάνυχτα. Φροντίζει να έχει επιστρέψει στο κρεβάτι του εγκαίρως για να ολοκληρώσει τον κύκλο και να ξυπνήσει ομαλά στο επόμενο σώμα εφήβου. Δεν ελέγχει τίποτα στη διαδικασία. Ούτε ποιο θα είναι το επόμενο κορμί του ξέρει ούτε, πολύ περισσότερο, μπορεί να αποφύγει τη μετοίκηση. Έχει δεχτεί τη φύση του όπως εμείς τη δική μας. Ζει τη ζωή του «φυσικά». Προσέχει να μην πειράξει πολύ τις ζωές των παιδιών που τον φιλοξενούν. Συχνά προσπαθεί απλώς να βγάλει τη μέρα. Να κάνει ο, τι θα ’κανε το παιδί στην κανονική του ζωή. Αποκτά γρήγορα πρόσβαση στο λογισμικό, στις αναμνήσεις του, όσες χρειάζονται για να φερθεί φυσικά, και αυτό είναι όλο.
Αλλά υπάρχει και για τον «Α» μια κρίσιμη καμπή. Και ποια είναι αυτή στη ζωή ενός έφηβου; Ο έρωτας βέβαια. Ο «Α» ερωτεύεται. Στην αρχή κιόλας του βιβλίου ο «Α» ξυπνά στο σώμα του αντεραστή του. Στην πρώτη όμως σελίδα δε γνωρίζουμε ούτε πως λέγεται «Α» ούτε πως ο Τζάστιν θα αποδειχθεί αντίζηλος. Όλα εκτυλίσσονται βήμα βήμα. Κι ο αναγνώστης δε θέλει να χάσει ούτε λέξη από τις 393 σελίδες της ζωής του «Α».
Ο Τζάστιν τα έχει με τη Ρίαννον. Ο «Α» καταλαβαίνει πολύ γρήγορα ότι ο Τζάστιν είναι λίγος για εκείνην. Γιατί μπορεί να κοιτάζει απλώς να επιβιώσει και να ανακατώσει όσο λιγότερο γίνεται τη ζωή του οικοδεσπότη του, αλλά αυτό δε σημαίνει πως δεν έχει κρίση. Αντίθετα. Ο «Α» ξέρει το σωστό. Έχει κατοικήσει τόσες πολλές ζωές που είναι η πεμπτουσία της ενσυναίσθησης. Ξέρει να σέβεται τα συναισθήματα των άλλων. Είναι βαθύτατα ηθικό στοιχείο. Δεν πρόκειται για την αποστειρωμένη ηθική που υπαγορεύει κάποιο δόγμα. Είναι η ηθική που γεννιέται σε όποιους ξέρουν να συμπάσχουν. Και ποιος άλλος μπορεί να μπει καλύτερα στα παπούτσια του άλλου από τον «Α»;
Ο «Α» έχει προσωπικότητα κι ας μην έχει δικό του πρόσωπο. Διαβάζει. Έχει μάθει απέξω τα μαθήματα του σχολείου, τόσες φορές που χρειάστηκε να τα επαναλάβει, αλλά όταν μπορεί βρίσκει καταφύγιο στη βιβλιοθήκη και διαβάζει ένα βιβλίο. Από τις λίγες συνήθειες, ίσως η μοναδική, που καταφέρνει να διατηρήσει ως απόλυτα δική του.
Καλλιεργημένος και ευαίσθητος ο «Α» αναγνωρίζει αμέσως τη ρηχότητα του Τζάστιν. Δεν της αξίζει της Ρίαννον ένας τέτοιος επιφανειακός τύπος. Γιατί να μένει μαζί του; Από φόβο μη μείνει μόνη; Ο σοφός «Α» μπορεί να βλέπει τις αδυναμίες των άλλων αλλά θα ανακαλύψει και τις δικές του αδυναμίες όταν ερωτεύεται τη Ρίαννον. Της χαρίζει, ως Τζάστιν, μια ημέρα που δε θα της χάριζε ο πραγματικός Τζάστιν. Μία ημέρα στον ωκεανό. Όπου το ωκεάνιο αίσθημα πλημμυρίζει και τους δυο.
Αυτή είναι η δέση της πλοκής. Από κει κι ύστερα παρακολουθούμε τον «Α» να αναζητεί απεγνωσμένα επαφή με την Ρίαννον. Στην αρχή είναι τα μαίηλ με μια ψεύτικη ταυτότητα. Ύστερα όμως έρχεται η στιγμή που επιζητεί συνάντηση. Και η μόνη λύση είναι να πει στην Ρίαννον την αλήθεια. Τι πιθανότητες έχει ένα κορίτσι λυκείου να πιστέψει μια τόσο αλλόκοτη ιστορία; Κι όχι μόνο να την πιστεύει, να εμπιστεύεται τον «Α» σιγά σιγά, αλλά και να τον αναγνωρίζει αμέσως μόλις τον δει, μ’ όποια μορφή κι αν εμφανίζεται;
Κι όμως η εξαιρετική γραφή Ντέιβιντ Λέβιθαν κάνει το απίστευτο πιστευτό. Ούτε σε μια στιγμή δε νιώθει ο αναγνώστης την προσπάθεια του συγγραφέα για αληθοφάνεια. Γιατί αυτό που του προσφέρεται είναι η Αλήθεια. Το παράδοξο κέλυφος είναι απαραίτητο για να αποκαλυφθεί η ουσία της αλήθειας. Η ανθρώπινη φύση. Το «Α» μπορεί κάλλιστα να είναι το αρχικό της λέξης «Άνθρωπος» ή της λέξης «Αλήθεια», αφού ο «Α» και η ιστορία του αφορούν την ουσία της ζωής. (Σίγουρα βέβαια δεν ήταν αυτό στις προθέσεις του συγγραφέα, αφού η αντιστοιχία των γραμμάτων ισχύει μόνο για τις ελληνικές λέξεις.)
Καθώς παρακολουθούμε τις μετοικήσεις του «Α» στο σώμα εφήβων, και την αγωνιώδη προσπάθειά του να αναστρέψει τον ρου της ημέρας τους ώστε να συμπεριλάβει μια συνάντηση με τη Ρίαννον, βλέπουμε ένα πανόραμα της ζωής. Αγόρια και κορίτσια όλων των καταστάσεων. Σώματα που θάλλουν ή που υποφέρουν. Γιατί ο «Α» ζει τους ανθρώπους μέσα από την αίσθηση του σώματος. Το σώμα είναι ίσως ο αληθινός πρωταγωνιστής του βιβλίου. Ιδρώνουμε και ουρλιάζουμε από το σύνδρομο στέρησης στο σώμα ενός εθισμένου στα ναρκωτικά παιδιού. Αγαλλιάζουμε από το χάδι και την τρυφερότητα ενός κοριτσιού στην αγκαλιά ενός άλλου κοριτσιού. Το φιλί έχει διαφορετική γεύση στα χείλη του αληθινά ερωτευμένου αγοριού από εκείνο το άλλο, το δήθεν φιλί. Η κόπωση ενός κοριτσιού που εργάζεται καθαρίστρια όλη μέρα είναι τόση που νιώθουμε τσακισμένοι κι εμείς στο πέρας του κεφαλαίου. Το στερημένο σώμα ενός αγοριού μιας θρησκόληπτης οικογένειας. Το φυλακισμένο σώμα, το ελεύθερο, το υπέρβαρο, το ανάλαφρο, το μοχθηρό, το σώμα σε όλη του τη χαμερπή έκδοση και σε όλη του τη δόξα. Πόσα πράγματα τελικά μπορείς να κάνεις με το σώμα σου! Είμαστε το σώμα μας. Κι η ηθική μας εκκινεί από τον τρόπο με τον οποίο του φερόμαστε.
Όταν ο «Α» κατοικεί το σώμα ενός εξωφρενικά υπέρβαρου έφηβου η Ριάννον αδυνατεί να τον αναγνωρίσει και να κάνει επαφή. Αλλά και το σώμα μιας «μαύρης καλλονής» έχει το δικό του τίμημα. Πόσο θα ήθελε να πει ο «Α» στην πανέμορφη αυτή οικοδέσποινά του πως η εφηβική της καλλονή είναι αδύνατο να κρατήσει για πάντα, και πως πρέπει να χτίσει σε πιο γερά θεμέλια τη ζωή της!
Στο μεταξύ κάποιο από τα «θύματα» του «Α» διαδίδει πως κατοικήθηκε από τον Σατανά. Δεν αργεί να ξεσπάσει ένα σκάνδαλο που θα αποκαλύψει όχι μόνο την υποκρισία της Εκκλησίας αλλά και μία αδιανόητη, ως τότε, δυνατότητα του «Α»: να μείνει ίσως για πάντα σε ένα σώμα.
Είναι αυτό μια ευκαιρία να κερδίσει επιτέλους μια ζωή με τη Ρίαννον που όσο κι αν δείχνει κατανόηση, όσο κι αν αγαπά τον «Α», καταλαβαίνει πως πρέπει να βάλουν τέλος σε μια σχέση εξ ορισμού αδιέξοδη;
Ο «Α» έχει την ευκαιρία. Κατοικεί το σώμα ενός εφήβου στα μέτρα του: ηθικού, καλλιεργημένου, ευαίσθητου, δοτικού, πλούσιου εσωτερικά, όμορφου εξωτερικά, ο,τι αξίζει στη Ρίαννον.
Θα μείνει εκεί; Περνάει μια ονειρεμένη μέρα με τη Ρίαννον. Πλησιάζει το τέλος της ημέρας. Τι θα κάνει; Κι η ζωή του αγοριού; Δεν θα ήταν κάτι σα δολοφονία η μόνιμη εγκατάστασή του στο σώμα του; Ένας μόνιμος εκτοπισμός του άλλου;
Όλοι οι χαρακτήρες που φιλοξένησαν τον «Α» υποκλίνονται μπροστά μας καθώς κλείνουμε το βιβλίο. Τους έχουμε βαθύτατα αγαπήσει. Από το κορίτσι που σε 6 μέρες αυτοκτονεί ως τον υπέρχοντρο και από τον ερωτευμένο gay ως τη μαύρη καλλονή. Το πάνθεον της εφηβείας είναι το πάνθεον της ανθρώπινης κατάστασης.
Ο «Α» θα είναι πάντα κάπου εκεί κοντά μας για να μας θυμίζει το μόνο που μπορούμε να κάνουμε: να παραμείνουμε άνθρωποι.
«Αν ατενίσεις το κέντρο του σύμπαντος, θα δεις μια παγωνιά. Ένα κενό. Σε τελική ανάλυση, το σύμπαν δε νοιάζεται για μας. Ο χρόνος δε νοιάζεται για μας.
Γι αυτό πρέπει να νοιαζόμαστε ο ένας για τον άλλον.»
Ο Ντέιβιντ Λέβιθαν είναι καταξιωμένος συγγραφέας πασίγνωστων εφηβικών και νεανικών μυθιστορημάτων και, καθώς αυτό είναι το πρώτο του βιβλίο στα ελληνικά, άριστα μεταφρασμένο από την Αργυρώ Πιπίνη, προσβλέπουμε και στα επόμενα.
To συγκεκριμένο βιβλίο έχει γυριστεί και ταινία που προβλήθηκε φέτος στην Ελλάδα.
Ιnfo: Ντέιβιντ Λέβιθαν, Κάθε μέρα άλλος, μτφ. Α.Πιπίνη. Πατάκης: 2017.