Ио́сиф Алекса́ндрович Бро́дски 1940-1996.
Του Στρατή Χαβιαρά.
Τρεις ποιητές που εξόρισε ο Ατλαντικός και η ηπειρωτική Ευρώπη (από την Αγία Λουκία στις Δυτικές Ινδίες, την Ιρλανδία και τη Ρωσία), τιμήθηκαν με το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας στην οκταετία 1987-1995. Ο Ντέρεκ Γουόλκοτ, ο Σέιμους Χίνι και ο Ιωσήφ Μπρόντσκι ζούσαν τώρα μόνιμα ή εποχιακά ως διδάσκοντες σε πανεπιστήμια της Νέας Αγγλίας στις ΗΠΑ, και η Αίθουσα Ποίησης του Χάρβαρντ ήταν σημείο ιστορικών συναντήσεων, αναγνώσεων και συνομιλιών. Την ίδια οκταετία, παρόντες πλην λίγο ακριβοθώρητοι, ο Οκτάβιο Παζ, ο Τσέσλαβ Μίλος και ο Τ.Μ. Κούτσι. An embarrassment of Nobels, my dear Watson, Θα αναφωνούσε ο Σέρλοκ Χολμς.
Ως υπεύθυνος της βιβλιοθήκης, δικαιολογούσα ώρες και ώρες μακριά από το γραφείο μου, παρέα με τους ποιητές στο απέναντι, Grafton Street pub. Ο Γουόλκοτ δίδασκε στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης εκεί κοντά, ο Χίνι στο απέναντι κτίριο από μένα. Ο Μπρόντσκι έμενε περισσότερο στη Νέα Υόρκη και τα είχε χαλάσει με το Χάρβαρντ, γι’ αυτό και όταν ερχόταν το έκανε ινκόγκνιτο. Κάποτε όμως μου ανέφερε ότι πάντοτε ήθελε να κάνει μια ανάγνωση από τη συλλογή του Μέρος του λόγου στο πανεπιστήμιο μας και σκέφτηκα ότι ίσως ήταν καιρός. Η συμβουλή του προκαθήμενου καθηγητή της Σχολής Αγγλικής και Αμερικανικής Λογοτεχνίας και Γλώσσας ήταν, «Στρατή, μην το κάνεις», χωρίς να εξηγήσει παραπέρα. Μπορούσα κάλλιστα να φανταστώ ένα επεισόδιο με τον Μπρόντσκι ή κάποιο δυσμενές σχόλιο του στον τύπο για υψηλά ιστάμενες ακαδημαϊκές καμηλοπαρδάλεις. Ο στον αιώνα του εξόριστος ποιητής ήταν στυφό κυδώνι και αρπαζόταν εύκολα ή χλέβαζε ακόμα και σεβαστά μέλη της ομήγυρης. Εκείνο που με ξένιζε και με ξίνιζε πάνω απ’ όλα με τον Μπρόντσκι, ήταν ότι το έκανε με μια υπεροψία που έφερνε στο νου παλιά, αριστοκρατική Ρωσία. Αλλά ετούτος ήταν σημαντικός ποιητής, τουλάχιστον στη μητρική του γλώσσα, και η βιβλιοθήκη μας έπρεπε να διαθέτει όχι μόνο τα βιβλία του αλλά και μαγνητοφωνημένες αναγνώσεις και σχόλια του σχετικά με την καταγωγή και την τέχνη του. Γι’ αυτό και στο τέλος αγνόησα τη φιλική προειδοποίηση του φρόνιμου Chairman και κάλεσα τον ποιητή να λάμψει. Ο αγαπητός της Αχμάτοβα και νεώτερος τότε αχμεϊστής, τον οποίο η Σοβιετική Ένωση είχε καταδικάσει και εκτοπίσει στη περιοχή του αρκτικού Αρχάγγελου για «παρασιτισμό», γέμισε τη μεγάλη αίθουσα, βροντοφώνησε ποιήματα του στα ρωσικά, πρόσβαλε δεόντως τον καθηγητή που τον παρουσίασε στο ακροατήριο λέγοντας ότι προτιμούσε τον γιο του με το ίδιο όνομα και καθηγητή σε κοντινό κολέγιο, και έβρισε τον φίλο ποιητή Μπιλ Κόρμπετ ο οποίος είχε προσφερθεί να διαβάσει τη μετάφραση των ποιημάτων στην αγγλική. Αιτία, ο τονισμός του ονόματος «Τηλέμαχος». Απέφυγα να εκφέρω γνώμη, αλλά στο τέλος θα με έτρωγε και εμένα, το ήξερα, όπως και έγινε αμέσως μετά την πρόποση μου στο δείπνο που ακολούθησε το ίδιο βράδυ: “Καλό αριστερό κουμάσι είσαι κι εσύ, Χαβιαρά, σε έχω διαβάσει!»
Μάρτυρας μου ο ποιητής Τσάρλι Σίμικ, ο οποίος με χτύπησε στον ώμο ψιθυρίζοντας, «Η ψύξη στην αρκτική δεν παίζεται με τίποτα, φίλε», και έριξε την ιδέα να πάμε πιο νότια, στο Grafton Street, μήπως και ζεσταθούμε.
Ο Σίμικ, μετανάστης κι αυτός στην Αμερική από την πρώην Γιουγκοσλαβία, θα παρακολουθείται στενά από την Επιτροπή Νόμπελ στα επόμενα δέκα χρόνια.