του Βασίλη Δανέλλη (Κωνσταντινούπολη- ανταπόκριση).
Μια ιδιαίτερα σημαντική πρωτοβουλία για τη διάδοση της ελληνικής λογοτεχνίας στον τουρκικό εκδοτικό χώρο ανέλαβαν από κοινού το ελληνικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης και ο εκδοτικός οίκος «Ιστός», διοργανώνοντας το πρώτο εργαστήρι μετάφρασης από τα ελληνικά στα τουρκικά. Με τη συμμετοχή αρχαρίων και επίδοξων μεταφραστών και την υποστήριξη έμπειρων συναδέλφων τους, επιμελητών, γλωσσολόγων και καθηγητών τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Τουρκία, το πρώτο αυτό εργαστήρι δημιούργησε τη βάση για την περεταίρω ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού εκδοτικού χώρου, μέσω του συνδετικού κρίκου που είναι οι μεταφραστές.
Όπως εξηγεί ο έλληνας πρόξενος, Βίκτωρας Μαλιγκούδης: «Έχουμε ανάγκη από γέφυρες επικοινωνίας. Έχουμε ανάγκη από μια νέα γενιά μεταφραστών. Το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε κάναμε μια πρώτη δειλή αρχή. Φιλοξενήσαμε στο Σισμανόγλειο Μέγαρο το πρώτο εργαστήρι μετάφρασης από τα ελληνικά στα τουρκικά, που συνδιοργανώσαμε μαζί με τον εκδοτικό οίκο «Ιστό». 19 νέοι επίδοξοι μεταφραστές ασκήθηκαν σε τεχνικές της μετάφρασης και παρακολούθησαν εισηγήσεις από ειδικούς εισηγητές. Πολλοί εξ αυτών πρέπει να σας πω ότι δεν είναι έλληνες της Πόλης, αλλά τούρκοι που έχουν μάθει τα ελληνικά ως ξένη γλώσσα, είτε εδώ στο Σισμανόγλειο, είτε αλλού. Εύχομαι σύντομα να δούμε και τις δικές τους μεταφράσεις δίπλα σε εκείνες των πιο έμπειρων συναδέλφων τους».
Πράγματι, η ανοικτή πρόσκληση για τη συμμετοχή στο εργαστήρι μετάφρασης προσέλκυσε το ενδιαφέρον τούρκων φοιτητών και αποφοίτων από τα τμήματα Ελληνικών Σπουδών των πανεπιστημίων της Κωνσταντινούπολης, ελλήνων που έχουν σπουδάσει τουρκολογία, αλλά και έμπειρων τούρκων μεταφραστών που προς το παρόν έχουν μεταφράσει μόνο από άλλες γλώσσες. Ο αριθμός τους μάλιστα ξεπέρασε κατά πολύ τις προσδοκίες των διοργανωτών, οι οποίοι παρόλο που δεν κατάφεραν να τους ικανοποιήσουν όλους, υπόσχονται ότι η προσπάθεια θα συνεχιστεί.
«Το εργαστήρι δεν ήταν μια δραστηριότητα «μια και έξω». Ο στόχος μας είναι η δημιουργία ενός ιστού μεταφραστών και επιμελητών, οι οποίοι θα μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους, αλλά και με τον εκδοτικό μας οίκο, μέσω ενός e-mail group που δημιουργήσαμε και να αλληλοϋποστηρίζονται, να προωθούν τη δουλειά τους και να προτείνουν λύσεις και βιβλία στους συναδέλφους τους. Σε αυτή την κατεύθυνση θα υπάρξουν κι άλλες πρωτοβουλίες», μας εξηγεί η κα. Άννα-Μαρία Ασλάνογλου, μία εκ των ιδρυτών του Ιστού.
Ο «Ιστός», ο ελληνικός εκδοτικός οίκος της Πόλης, έχει αντιμετωπίσει συχνά τη δυσκολία εξεύρεσης μεταφραστών κατά τη διάρκεια των δύο χρόνων λειτουργίας του. Το Σισμανόγλειο Μέγαρο, από την άλλη, που με την πολύπλευρη δράση του έχει καθιερωθεί ως κέντρο ελληνικού πολιτισμού στην Πόλη, επιθυμεί να δώσει την ευκαιρία στους μαθητές των τμημάτων εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας που διοργανώνει, όπως το τμήμα ελληνικής λογοτεχνίας, να αξιοποιήσουν τις γνώσεις που αποκτούν, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού. Κάπως έτσι, λοιπόν, ένωσαν τις δυνάμεις τους αναλαμβάνοντας μια δράση, η οποία εκτός από τη σημασία που έχει για την προώθηση της ελληνικής λογοτεχνίας στην Τουρκία, είναι και μια πρωτοποριακή δράση για τα δεδομένα του τοπικού εκδοτικού χώρου.
«Η συμμετοχή επιμελητών στο εργαστήρι είναι ιδιαίτερα σημαντική», εξηγεί η κα. Ασλάνογλου, «Κάθε γλώσσα έχει τις ιδιομορφίες της και η επιμέλεια μιας μετάφρασης έχει ξεχωριστές δυσκολίες. Στην Τουρκία δεν γίνονται συχνά εργαστήρια επιμέλειας μεταφράσεων και γι’ αυτό είμαστε ιδιαίτερα χαρούμενοι που συμβάλλουμε σε αυτό».
Το επόμενο βήμα είναι η έκδοση μιας ανθολογίας διηγημάτων, κατά πάσα πιθανότητα του Στρατή Μυριβήλη, με τη συμμετοχή των νέων μεταφραστών που συμμετείχαν στο εργαστήρι. Υπάρχει όμως πραγματικό ενδιαφέρον στο τουρκικό αναγνωστικό κοινό για την ελληνική λογοτεχνία;
«Φυσικά υπάρχει», μας απαντάει η κα. Ασλάνογλου. «Πάντα υπήρξε. Οι κλασσικοί της ελληνικής λογοτεχνίας και οι νομπελίστες ποιητές μας έχουν μεταφραστεί πολλές φορές στην τουρκική, αλλά πάντα από τρίτες γλώσσες, όπως τα αγγλικά και τα γαλλικά. Τα ελληνικά γράμματα ενδιαφέρουν τους τούρκους τόσο από ακαδημαϊκή άποψη, όσο και λόγω της κοινής μας Ιστορίας και Γεωγραφίας. Σιγά σιγά προσπαθούμε να εισάγουμε στο αναγνωστικό κοινό και νέους έλληνες λογοτέχνες κι ελπίζουμε ότι θα ανταποκριθεί θετικά. Αν δεν υπήρχε ενδιαφέρον, δεν θα βρίσκαμε το θάρρος να αναλάβουμε την πρωτοβουλία ώστε να δημιουργήσουμε μια εντελώς νέα και άγνωστη αγορά».