Του Γιώργου Ξενάριου.
Η Μ. Κατσώνη μάς προτείνει μια συλλογή που ο άξονας που συνδέει τα επιμέρους διηγήματά της είναι σταθμοί του μετρό και στάσεις λεωφορειακών γραμμών που τέμνουν το Λεκανοπέδιο. Δεν ξέρω αν με αυτόν τον τρόπο ήθελε να γειώσει τα κείμενά της στο πραγματικό, στον πραγματικό χρόνο και χώρο, πάντως αυτά παραμένουν ανυπότακτα, ανυπάκουα τόσο στην τυραννία της λογικής αλληλουχίας του επικαιρικού, όσο και στον καταναγκασμό της εκβιασμένης συγκίνησης.
Το υλικό της συγγραφέως είναι μια ιμπρεσιονιστική πανσπερμία: το εξωτερικό, υλικό ερέθισμα μεταβολίζεται –σε όλα τα διηγήματά της− σε ψυχικό αποτύπωμα, και από το σημείο αυτό και ύστερα ξεκινάει η αφήγησή της. Σαν ο κόσμος να υπάρχει μόνο και μόνο για να εντυπώνεται μέσα μας: μόνο η διαδρομή από τον εξωτερικό κόσμο στον εσωτερικό μετράει: το γεγονός διυλίζεται σε εντύπωση, αφήνει το ψυχικό του ίχνος κι ύστερα εξατμίζεται.
Η πανσπερμία των εντυπώσεων ακολουθεί την ετερογένεια του πραγματολογικού υλικού: από έναν σκύλο έως φουτουριστικά μελλοντολογικά πειράματα, και από ιδιόρρυθμες αυτοχειρίες μέχρι τεθλασμένους θεατρικούς διαλόγους – όλα αποτελούν αιτία να πυροδοτηθεί ο μηχανισμός της αφήγησης. Πρωτοπρόσωπη, δευτεροπρόσωπη ή τριτοπρόσωπη, η τελευταία οδηγεί πάντοτε –σε κάθε διήγημα− σε ένα κρημνώδες τέλος.
Ισορροπώντας διαρκώς ανάμεσα στο φαντασιακό και τη δική του, ιδιαίτερη, λογική ακολουθία, η Μ. Κατσώνη στήνει τον ιδιότυπο κόσμο των φαντασμάτων της, από τον οποίο δεν λείπουν οι αιχμές του τραγικού. Διαισθάνεται κανείς έναν υποβόσκοντα ζόφο πίσω από τη συγγραφική σκηνοθεσία, μια τραγωδία που στοιχειώνει τη φανταστική πόλη της Μ.Κ. Διότι, αν κάτι κυριαρχεί σε αυτή την πρώτη διηγηματογραφική απόπειρα της Μ.Κ., είναι η συγκρότηση ενός φαντασιακού χώρου, μιας «Αόρατης πόλης», σαν αυτές που μας προτείνει ο Καλβίνο στο ομώνυμο βιβλίο του. Αυτός είναι και ο κυριότερος λόγος, πέρα από τον μηχανισμό του συνειρμού, για τον οποίο τοποθετεί η συγγραφέας το σκηνικό των διηγημάτων της σε σταθμούς του μετρό και σε στάσεις λεωφορείων.
Η συγκρότηση λοιπόν, μέσα από φαντασιακά στιγμιότυπα, ενός χώρου που, όπως στο έργο του Καλβίνο, δεν τον ορίζει η γεωγραφία αλλά η (ιμπρεσιονιστική) ψυχογραφία είναι ένας από τους στόχους της συγγραφέως. Και τον επιτυγχάνει απόλυτα, αφού όχι μόνο καταφέρνει να συνθέσει τη δική της αόρατη, φασματική πόλη, αλλά και να μας μεταδώσει κάτι από το τραγικό που λανθάνει στην αφηγηματική της ύλη.
info
Μέμη Κατσώνη
«Ο Λένιν στον Άγιο Αντώνιο»
Εκδ. Γαβριηλίδη, 2012, σελ. 192