Της Ελένης Σβορώνου.
Κάθε νέο βιβλίο του Δημήτρη Μπασλάμ το περιμένουν με χαρά παιδιά και γονείς. Πολύ αγαπητός και γνωστός μουσικός και συγγραφέας ο Μπασλάμ συνδυάζει, στα παραμύθια του, κείμενο, σε έμμετρο λόγο, και μουσική. Βιβλίο, συνοδευτικό CD και μουσική παράσταση συχνά αποτελούν το τρίπτυχο των έργων του. Ο Γαργαληστής και Ο Αγησιλαγός είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Από την εποχή του Μορμόλη και της Τενεκεδούπουλης ίσως λίγα έργα που συνδυάζουν εικονογραφημένο βιβλίο, μουσική και θεατρική παράσταση έχουν αγαπηθεί τόσο πολύ.
Η Θυμωμένη μπετονιέρα δε συνοδεύεται από CD αλλά όλο το βιβλίο είναι μια αισθητική απόλαυση που χαρακτηρίζεται από μουσικές ποιότητες: ρυθμός στο λόγο και την εικόνα, εναλλαγές τη αφήγηση «στακάτο-λεγκάτο», παύσεις τοποθετημένες σοφά στο κείμενο, όλα είναι φροντισμένα ώστε η ανάγνωση του βιβλίου να μοιάζει λίγο με την ακρόαση ενός μουσικού κομματιού. Λεπτομέρειες της έκδοσης όπως η απουσία ράχης , ώστε να φαίνονται οι ραφές στο δέσιμο του βιβλίου, η ποιότητα του χαρτιού και της εκτύπωσης, μέχρι και η μυρωδιά του χαρτιού, καθιστούν το βιβλίο μια μοναδική εμπειρία που απευθύνεται σε όλες τις αισθήσεις και, πιθανόν, ένα αντικείμενο- «φετίχ» για τους βιβλιόφιλους.
Η μπετονιέρα και οι φίλοι της, μπουλντόζα, φτυάρι, τενεκές και άλλα σύνεργα χτισίματος, απελπίζονται και στη συνέχεια επαναστατούν όταν ακούν την είδηση της υποχρεωτικής αναστολής της οικοδομικής δραστηριότητας. Ο λόγος: όλα έχουν χτιστεί. Φτάσαμε στο μη περαιτέρω. Δεν υπάρχει χώρος πια. Συμφορά για τη μπετονιέρα και τους φίλους της! Τι θα κάνουν τώρα; Πώς θα ζήσουν; Πρώτη ιδέα: να τα γκρεμίσουν όλα και να τα ξαναφτιάξουν από την αρχή. Κι αν φτάσουν πάλι στο ίδιο σημείο κορεσμού, ας τα ξαναγκρεμίσουν να ξαναρχίσουν από την αρχή. Έτσι θα έχουν πάντα δουλειά. Στην πορεία τα επαναστατημένα εργαλεία ανακαλύπτουν κάποια «παράπλευρα οφέλη» από την παύση εργασιών αλλά και από την κατεδάφιση των κτιρίων. Χαμένες λέξεις όπως «ησυχία», «περίπατος», «αγναντεύω», «τεμπελιάζω», «ξεκουράζομαι», «συζητάω» και «ελεύθερος χρόνος» κάνουν δειλά την εμφάνισή τους και αναδεικνύουν χαμένες απολαύσεις. Μετά την κατεδάφιση, ο ήλιος λάμπει, ο αέρας και τα σύννεφα καθαρίζουν, οι καταρράκτες κυλούν γάργαροι…. Θέλουν τελικά τα εργαλεία να χτίσουν πάλι την πόλη από την αρχή; Διίστανται οι απόψεις. Η μπετονιέρα πεισμώνει. Έχει απώλειες οπαδών! Θα ζήσει όμως και η ίδια μια μικρή περιπέτεια που θα την κάνει να μετακινηθεί από την αρχική της άποψη.
Θα βρούνε μια λύση οι φίλοι ώστε να έχουν πάλι δουλειά αλλά να μην επαναλάβουν τα ίδια λάθη, να μην χτίσουν πάλι ανελέητα τον κόσμο υποθηκεύοντας την ποιότητα ζωής τους;
Ο χειρισμός της ανάλυσης του θέματος, της «δέσης» της πλοκής, είναι πολύ εμπνευσμένος. Η ανάπτυξη, όπως εκφράζεται μέσα από αυτό που θεωρείται ο πυλώνας της οικονομίας μας, o «κατασκευαστικός κλάδος», έχει φτάσει στα όριά της. Πολύ εύστοχα ο συγγραφέας δείχνει το αδιέξοδο αυτού του κύκλου: αγοράστε, καταναλώστε, αναπτυχθείτε και πάλι από την αρχή. Μέσα από λεπτές παρατηρήσεις γίνεται μια καυστική κριτική σε αυτό το μοντέλο ανάπτυξης. Εξαιρετικά επίκαιρο το ερώτημα: έχουμε καμία άλλη λύση στο φλέγον ζήτημα της ανάπτυξης ή είναι μονόδρομος ο δρόμος που ακολουθήσαμε ως τώρα; Αυτό τουλάχιστο δείχνει η επικαιρότητα της κρίσης. Εναλλακτική πρόταση στην ουσία δεν υπάρχει. Fast track ανάπτυξη είναι το ζητούμενο. Όσο πιο fast, τόσο καλύτερα. Και εκείνοι οι νόμοι περί προστατευόμενων περιοχών και ελέγχων περιβαλλοντικών επιπτώσεων των νέων επιχειρήσεων, η προστασία του αιγιαλού και άλλα παρόμοια χαλαρώνουν όλο και περισσότερο.
Αλλά ποια είναι η λύση; Εδώ είναι ίσως το μόνο αδύναμο σημείο του βιβλίου. Η λύση που βρίσκουν οι ήρωες δε λειτουργεί τόσο καλά, ούτε και στο συμβολικό επίπεδο του παραμυθιού. Ναι μεν οι ήρωες βρίσκουν τρόπο να απασχοληθούν σε μια εργασία πιο ήπια, χωρίς επιπτώσεις στο περιβάλλον, λιγότερο «καταναλωτική», αλλά και πάλι… Τι συμβαίνει με όλες τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν όταν η πόλη κατεδαφίστηκε; Τι έγιναν οι άνθρωποι που έμεναν χωρίς στέγη; Πως λύνεται το στεγαστικό πρόβλημα και πώς συντηρείται η τουριστική ανάπτυξη; Φυσικά δεν περιμένουμε από ένα παραμύθι να δώσει λύσεις σε προβλήματα που δεν έχουν βρει ούτε οι οικονομολόγοι, ούτε οι ηγέτες του κόσμου, ούτε οι επιτροπές σοφών. Από το κίνημα της «αποανάπτυξης» ως την πράσινη οικονομία και την ενσωμάτωση του περιβαλλοντικού και κοινωνικού κόστους της παραγωγής στα προϊόντα, οι λύσεις που προτείνονται είναι πολλές χωρίς καμία από αυτές να είναι πανάκεια ή να μπορεί να ορθώσει ένα φράγμα στον ισχυρό ρου των Αγορών και της ελεύθερης οικονομίας. Η αδυναμία συμβολοποίησης μια λύσης στο πρόβλημα της άναρχης ανάπτυξης και της υποβάθμισης του περιβάλλοντος, είναι μια συνηθισμένη αδυναμία στα παραμύθια με ανάλογο θέμα. Η ανάδειξη του προβλήματος δεν πάσχει. Πάσχει η λύση του δράματος! Δεν πειράζει. Είναι τόσα αυτά που θα αποκομίσει ο μικρός αναγνώστης από το βιβλίο, που περνάει απαρατήρητη αυτή η αδυναμία.
Η εικονογράφηση είναι εξαιρετικά πρωτότυπη και ευφάνταστη. Ίσως δεν είναι άτοπο να πούμε ότι παραπέμπει λίγο στο ρωσικό κονστρουκτιβισμό και στα υπέροχα πειράματα που έκανε το κίνημα με την γραφιστική. Η τέχνη της ζωγραφικής, της γραφιστικής και της εικονογράφησης παιδικού βιβλίου στην καλή τους ώρα! Πολύ καλή η ιδέα τα εργαλεία-ήρωες να αναπαρασταθούν με ανθρώπινη μορφή.
Ο Δημήτρης Μπασλάμ είναι μουσικός αλλά και, ευρύτερα, «μέλος της μουσικής βιομηχανίας της χώρας» όπως σημειώνει ο ίδιος για να συνοψίσει την πολυσχιδή δράση στον χώρο της μουσικής. Τα βιβλία που έχει γράψει για παιδιά είναι Ο Γαργαληστής, Ο Αγησιλαγός, Τα Μουστοκούλουρα, και το Λέω να πετάξω, όλα στις εκδόσεις Επόμενος Σταθμός.
Ο Κώστας Μαρκόπουλος είναι ζωγράφος και εικονογράφος. Το 2011 τιμήθηκε με το Α’ Βραβείο Εικονογράφησης στον διαγωνισμό εικονογράφησης του Πολιτιστικού Ιδρύματος Τραπέζης Κύπρου για το βιβλίο Από την πόλη έρχομαι… των Φυτούλα Βακανά – Σάντρα Ελευθερίου, έκδοση του Πολιτιστικού Ιδρύματος Τραπέζης Κύπρου
INFO:
Δημήτρης Μπασλάμ, H θυμωμένη μπετονιέρα, Εικονογράφηση: Κώστας Μαρκόπουλος, Κατηγορία: Παραμύθι, Εκδοτικός οίκος:
Επόμενος σταθμός, Σελίδες: 100