Η γλυκιά επίγευση μιας αδέσποτης ουτοπίας (ταξιδιωτικό της Ξένιας Παπαδοπούλου)

0
909

                    

Της Ξένιας Παπαδοπούλου (*)

Κούβα, Μάιος 2017. Διαβάζω το άρθρο μιας εξόριστης Κουβανής, συντηρήτριας έργων τέχνης, σε μια ανθολογία διηγημάτων-ταξιδιωτικών περιγραφών για την Κούβα, μυθοπλαστικών και μη. Διαβάζω το άρθρο μονορούφι. Η οπτική κινείται σε δύο διαστάσεις, αυτήν του συντηρητή έργων τέχνης και αυτήν του εξόριστου. Δύο συμπαγείς όψεις, η μία για την διαιώνιση της υλικής και πνευματικής κληρονομιάς και η άλλη η οπτική του εξόριστου, της ανελευθερίας, της επιβολής μιας νέας τάξης πραγμάτων και του με το μαχαίρι στο λαιμό ‘’εθελούσιο’’ εξοστρακισμό από τη γενέθλια γη. Την φυγή Κουβανών που δεν δέχτηκαν την επιβολή του ολοένα και αυξανόμενα περιοριστικού και προστατευτικού καθεστώτος του Κάστρο. Παράπονο κυριαρχεί στις λέξεις της συγγραφέως για την παραλιακή του θρυλικού Malecón που ο μεταλλικός σκελετός του τσιμέντου διαβρώνεται και τα μέλη του σωριάζονται στον ωκεανό. Για τα ετοιμόρροπα αποικιακά κτίρια και την πεντάμορφη πόλη Τρινιδάδ, μνημείο της Ουνέσκο, που οι όψεις των σπιτιών της θρυμματίζονται φλοίδες φλοίδες σαν κόρα από ξερό ψωμί.

Αναρωτιέμαι αν θα έπρεπε ως συντηρητής της πολιτιστικής κληρονομιάς να ντρέπομαι για την αποδοχή που με τα χρόνια έχει εξελιχθεί σε αγάπη, για το φθαρτό, ενίοτε και το φθαρμένο. Στοχάζομαι πάνω στις χριστιανικές διδαχές μιας αφθαρσίας που είναι αντίθετη στην ανθρώπινη φύση και που όμως το εξαρτησιακό ιδεώδες της αθανασίας της έχει επιβληθεί. Αναζητώ χρόνια τώρα την απάντηση στο φαινομενικά πολύπλοκο ερώτημα της αυθεντικότητας του έργου τέχνης, όπου ο θεωρητικός Salvador Muñoz Viñas δίνει την πιο απροσδόκητη και εμφανή απάντηση. –‘’Ποια είναι η αυθεντική κατάσταση μιας σκουριασμένης Ρωμαϊκής περικεφαλέας? – Η αυθεντική κατάσταση μιας σκουριασμένης Ρωμαϊκής περικεφαλέας είναι ότι είναι σκουριασμένη’’ [1]. Απάντηση που είναι ικανή να στρέψει όλων των ειδών τα οδοντιατρικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται στην συντήρηση έργων τέχνης –συμπεριλαμβανομένου και του νυστεριού φυσικά- εναντίον μου.

Η Αβάνα είναι ένα φθαρτό σώμα με μια άκρως παλλόμενη οργανικότητα. Για την ακρίβεια αυτό αφορά την Κούβα στο σύνολό της, με την Αβάνα να κατέχει εξέχουσα θέση λόγω της ιδιότητάς της ως πρωτεύουσα με τον μεγαλύτερο πληθυσμό και τουριστική επισκεψιμότητα. Ένα οργανικό σώμα που πάνω του διαγράφονται λεπτομερώς τα σημάδια και οι αιχμές του κάθε γεγονότος που έλαβε μέρος εδώ, προεπαναστατικά, θα μπορούσε να πει κανείς από την ανεξαρτησία της Κούβας το 1898 μέχρι και σήμερα. Ο Κουβανός κουβαλάει όλα τα μεγάλα γεγονότα του 20ου αιώνα στην καθημερινότητά του μέσω ενός καστρικού φιλτραρίσματος των γεγονότων αυτών. Λαμβάνει υπενθυμίσεις για αυτά σε κάθε στιγμή του και δεν έχει την πολυτέλεια να ξεχνά. Όλα εδώ είναι καταγεγραμμένα με την ακρίβεια ‘’ιριδο-γραφήματος’’ και τα απανωτά στρώματα χρωμάτων σε τοίχους και αυτοκίνητα προδίδουν το ένα το άλλο. Αυτό όμως που κρατούν πεισματικά σφαλισμένο μέσα τους είναι η ουτοπία μιας καλύτερης κοινωνίας. Μιας ουτοπίας που έχει μείνει αδέσποτη εδώ και πολλά χρόνια.

Στην Αβάνα πρέπει να κοιτάς ψηλά, τα παλιά αποικιακά κτίρια με τις σιδεριές, κλουβιά για εξωτικά πτηνά, τις πολύχρωμες μπουγάδες να αιωρούνται στα σκοινιά, τις προσόψεις που αλλάζουν οριζοντίως από κτίριο σε κτίριο και καθέτως από όροφο σε όροφο. Πρέπει να κοιτάς ευθεία, τα επίγεια ουράνια τόξα των σπιτιών, τα υπέροχα λυγερά κορμιά που προσυλητίζουν τους περαστικούς τουρίστες με την υπόσχεση επιβεβαίωσης ενός χάσματος – πολιτισμικού, τεχνολογικού, ερωτικού. Ενός χάσματος χαώδους και πρωτόγονου, με έκδηλες τις παγανιστικές πρακτικές της Σαντερίας. Με μια οικεία μυρωδιά μούχλας και υγρασίας να κολλάει επιτακτικά στα ρουθούνια και να την ρουφάς όπως το παιδικό ημερολόγιο που ανακάλυψες μετά από δεκαετίες. Όπως απολαμβάνεις το ροκφόρ, την οξύτητα, την ένταση, το αλλόκοτο της μαζοχιστικής οσμής του, που δεν είναι άλλο από την αποδοχή γήινων οσμών όμως εξευγενισμένων και πλέον αποδεκτών. Την γλυκιά επίγευση της ύπαρξης μετά από έναν μικρό θάνατο. Πρέπει να κοιτάς γύρω. Οι διαδικασίες ζωής στην Αβάνα είναι ράθυμες αλλά τα κατακρεουργημένα Ευρωπαϊκά ντεσιμπέλ βρίσκουν εδώ το δίκιο τους, στο reggaeton, την trova και το son. Και οι οδηγοί? Είναι έτοιμοι να διεκδικήσουν τον χώρο τους χωρίς πολλές συνδιαλέξεις. Και πρέπει να κοιτάς κάτω, την άσφαλτο. Μιαν άσφαλτο που ερωτοτροπεί με όλη την προηγούμενη εικόνα. Μιαν άσφαλτο με τρύπες και αυτοσχέδια μπαλώματα που δεν αποσιωπεί συμβάντα. Με εμπειρίες και μνήμες.  Κάνεις κύκλους γύρω από τις μνήμες όπως και γύρω από τις τεράστιες λακκούβες για να τις αποφύγεις. Που και που πατάς τα όρια μιας από αυτές και σφάζεται η καλομαθημένη καμάρα του ποδιού σου όπως υποφέρει το μυαλό που ατέρμονα βυζαίνει μνήμες. Οι λακκούβες της Αβάνας έχουν μια δική τους, μοναδική υπόσταση. Το τελευταίο πράγμα που σκέφτεσαι είναι ότι υπάρχουν λόγω έλλειψης υλικών ή λόγω κακοτεχνιών. Για την ακρίβεια, δεν ορίζεις τις σκέψεις σου. Ζεις την φθορά στο μεγαλείο της, ζεις την κατακερματισμένη ουτοπία του 20ου αιώνα και εύχεσαι ενδόμυχα η Κούβα να μην αλλάξει. Μια εικόνα νοσταλγική, που την επωμίζεται ένας λαός της Λατινικής Αμερικής. Αν η Λατινική Αμερική είναι η Σταύρωση, και η κάθε λατινοαμερικάνικη χώρα έχει ματώσει από ένα καρφί στην σάρκα της, η Κούβα έχει υπάρξει και για κάποιους ακόμη λειτουργεί ως ο ίδιος ο Σταυρός που κουβαλάει ένα όνειρο, την ουτοπία μιας κοινωνικής ανάστασης στο δισκοπότηρο της οποίας ρέει ένα όπιο με ηδονική επίγευση.

Πρέπει να βλέπεις κάτω από την επιφάνεια, κάτω από τα χρώματα των τοίχων. Εδώ, για κάθε γενιά αντιστοιχεί και ένα χρώμα ή και περισσότερα. Όπως και στα αυτοκίνητα αντίκες. Ένα πράσινο αυτοκίνητο μπορεί να βγάλει ροζ εξανθήματα μετά από έντονη λογομαχία με κάποιο άλλο τροχοφόρο. Ευτυχώς οι Κουβανοί έχουν άριστη οδηγική παιδεία –μεταξύ τους–  αν και τα αυτοκίνητα διατηρούν τον χαρακτήρα ερπετού που μπορεί ανά πάσα στιγμή να αλλάξει δέρμα ή χρώμα. Ο ξένος όμως που αργεί να εγκλιματιστεί δεν θα το πάρει καν χαμπάρι γι’αυτό και θα δεχτεί επίθεση από το ερπετό σε ανύποπτο χρόνο. Προσοχή λοιπόν στα αυτοκίνητα, τα coco και τα bicitaxi!

Εύχεσαι σιωπηλά η Κούβα να μην αλλάξει. Είναι όμορφο να σκέφτεσαι ότι υπάρχει ένα εναπομείναν ψήγμα ονείρου μακριά, σε μια γωνιά του Ατλαντικού. Έστω και αν αυτό το όνειρο είναι άστεγο, λεηλατημένο, και το επωμίζεται ένας λαός στερημένος ελευθερίας λόγου, πνιγμένος στον Ατλαντικό της φυγής ή αυτοκτονημένος στην αγχόνη για χάρη ιδανικών και πεποιθήσεων ελευθερίας. Αφήνεις –κατά την εβραϊκή συνήθεια–  ένα λιθαράκι  στην ογκώδη ‘’Πέτρα’’ μνημείο του Φιδέλ για την αέναη επιστροφή του ‘’εξόριστου’’ στην γη της ουτοπίας. Για έναν αδιάπτωτο ανταρτοπόλεμο στην Σιέρα Μαέστρα.

Στην Κούβα οι εξώπορτες είναι ανοιχτές και στα κτίρια μπαίνεις ελεύθερα, σε εσωτερικούς κήπους και αυλές. Εδώ, οι περίτεχνες σιδεριές των παραθύρων και πορτών  δίνουν την αίσθηση της ασφάλειας αλλά και της ψευδαίσθησης ότι η φυλάκιση του Κουβανικού λαού είναι εθελούσια, μια ελεύθερη επιλογή παραμονής και στέγασης. Τα βλέμματα χάνονται στο κάσωμα της ανοιχτής πόρτας. Κορνιζαρισμένα έργα τέχνης ενός ταλαντούχου αναγεννησιακού ζωγράφου που έχει την ικανότητα να αποδίδει με απόλυτο νατουραλισμό τους ήρωές του. Αυτοί με την σειρά τους μετεωρίζονται στο κάσωμα και κοιτούν προς τα έξω αβέβαια, νοσταλγικά με μια ασυγκράτητη συγκράτηση. Φοβισμένα, με μια συγκροτημένη επιθυμία αποδέσμευσης. Στον Κουβανικό Άδη δεν ξέρει κανείς αν πρέπει να πιει από την Μνημοσύνη ή την Λήθη. Αυτό το μυστικό απέδωσε εδώ ο ζωγράφος και αυτή η διττή φύση και η πάλη αντιθετικών στοιχείων της πραγματικότητας έχει μια αλλόκοτη αντιστοιχία με τα έργα, αυτήν την φορά, του σουρεαλισμού.

Σουρεαλισμός; Χριστούγεννα λοιπόν. Σε ένα υποτιθέμενο κυνήγι θησαυρού με τίτλο ‘’Βρες το παράταιρο’’, ένας Ευρωπαίος θα αποτύγχανε παταγωδώς. Κι αυτό γιατί το παράταιρο μερικές φορές τιμά τόσο τον τίτλο του που τυφλώνει. Τα απύθμενα ορθολογιστικά βάθη της Ευρωπαϊκής νόησης δυσκολεύουν την ιχνηλάτηση μιας πρωτόγνωρης επικράτειας με αφρικανικές ρίζες. Μα ποιος θα μπορούσε να φανταστεί ότι στην Κούβα τα χριστουγεννιάτικα στολίδια δεν αποσύρονται κατά τη διάρκεια του μη χριστουγεννιάτικου χωροχρόνου;

Τα στολίδια είναι οι Κουβανοί και οι Κουβανοί στολίδια. Τα απαγορευμένα επί δεκαετίες Χριστούγεννα στο νησί, επέστρεψαν για να μείνουν. Τα στολίδια που συχνά κοσμούν πόρτες και τοίχους, είναι μέλη της μνημοσύνης και των παραδόσεων που στον δυτικό κόσμο γιορτάζουμε με μια αδηφάγο διαστολή, με μότο τον καταναλωτισμό αλλά και μια ευπρεπή δόση συνέχισης της πολιτισμικής ταυτότητας. Ένας κόσμος στερημένος Χριστουγέννων όπως ο Κουβανικός, έχει επιφορτίσει τα στολίδια με μια υπερβατική δύναμη συνεκτικότητας με τους υπόλοιπους χριστουγεννιάτικους λαούς. Τα στολίδια είναι φυλαχτά ενάντια σε μια στείρα Μαρία.

Ευτυχώς για τους Κουβανούς η κατάργηση των Χριστουγέννων δεν συνέπεσε με τον μη εορτασμό της νέας χιλιετίας. Η άρνηση εορτασμού της νέας χιλιετίας θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί αποκλειστικά από έναν πιστό όπως ο Φιδέλ, σε έναν πλεονασμό πιστότητας επιθέτου και ονόματος. Καθώς και σε μια απόλυτα αυτονόητη αρχή: ξεκινάμε να μετράμε από το ένα. Συνεπώς, ο εορτασμός του 2000 άφησε την Κούβα με τον εθνικό ύμνο σκέτο, χωρίς ίχνος γλυκαντικού, ενώ ο εορτασμός του 2001 με το να νιώθεις απλά εκτός τόπου και χρόνου. Άλλη μια αξιοθαύμαστη ψευδαίσθηση, μιας και το μόνο σίγουρο που μπορεί να νιώσει ένας ντόπιος είναι ο χρόνος που τον άφησε στον τόπο.

Αξιοθαύμαστος όμως σε αυτόν τον τόπο, είναι και ο τρόπος. Ο τρόπος που το παλιό επιζεί, συντηρείται λίγο λίγο, διατηρείται από ψίχουλο στο ψίχουλο, επαναπροσδιορίζεται, καθαρίζεται με στοργή και εκτίμηση, αναβαθμίζεται με καινούριες προσθήκες και επισημαίνεται με την όλο και εξελισσόμενη ικανότητα για αυτοσχεδιασμό. Το φαγητό επίσης είναι λιτό, τα προϊόντα είναι περιορισμένα και μεγάλες βιτρίνες περιέχουν συχνά ένα μπλουζάκι, ένα κουκλάκι, μερικά χαρτιά υγείας και δύο απορρυπαντικά πιάτων. Τα κρεοπωλεία είναι μικροί χώροι που θυμίζουν κουκλοθέατρα,  με πέντε μυγιασμένα κομμάτια κρέας, ενώ τα κινητά μανάβικα στους δρόμους φέρνουν στο μυαλό περιπλανώμενο θίασο, με πέντε ατσούμπαλες ντομάτες για πρωταγωνιστές και μάλλον περισσότερα μάνγκο για τον χορό. Οι τάσεις ‘’ανακύκλωση’’ και ‘’vintage’’, βρίσκουν εδώ την πιο αυθεντική και ανεπιτήδευτή τους διάσταση. Μια συνειδητή, απολύτως αναγκαία επιλογή.

Αυτός είναι ο κόσμος που οι Κουβανοί ζουν και θέλουν να βελτιώσουν, ένας κόσμος φθαρτός αλλά όχι φθαρμένος. Ποιά είναι όμως τα όνειρα και η αγωνιστικότητα του Κουβανικού λαού; Ο ποιητής και μαχητής της Κουβανικής ανεξαρτησίας José Martí , έγραψε ότι ‘’Όλη η δόξα του κόσμου χωράει σε έναν μεμονωμένο κόκκο σταριού’’.

Ένας γενικότερος προβληματισμός για μια Λατινική Αμερική –και όχι μόνο– σπαρμένη με σπόρους δικτατοριών, ανθεκτικών, μεταλλαγμένων, και με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης.

 

(*) H Ξένια Παπαδοπούλου είναι συντηρήτρια έργων τέχνης. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή Το κάλεσμα του φασιανού(Ηριδανός, 2015). Οι φωτογραφίες είναι της συγγραφέως.

[1] Muñoz Viñas, S. et al. (2007) ‘Beyond authenticity’, in Art conservation and authenticities, 33-38, Great Britain:Archetype Publications

Προηγούμενο άρθρο“Οι μυημένοι” (της Δήμητρας Ρουμπούλα)
Επόμενο άρθροΟι ξεκούρδιστες ζωές του Δ. Μαρίνου (του Χρίστου Κυθρεώτη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ