Του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου.
Στις λίστες με τους πρωτοεμφανιζόμενους που είναι υποψήφιοι για τα λογοτεχνικά βραβεία του «Αναγνώστη» μπορεί να μη συμπεριλαμβάνονται πεζογράφοι (οι νέες παρουσίες για το 2012 ήταν μάλλον ισχνές), αλλά υπάρχει μια εύφημος μνεία για το βιβλίο της Σωτηρίας Μαραγκοζάκη «Ο ύπατος» (εκδόσεις Κέδρος), που είναι μια μυθοπλαστική ανάπλαση της προσωπικότητας του Αριστείδη Στεργιάδη: του ανθρώπου ο οποίος έφερε στους ώμους του, ως αρμοστής της Σμύρνης μεταξύ 1919 και 1922, όλο το βάρος της ευθύνης για τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Το μοναδικό βιβλίο που κατάφερε να ξεχωρίσει από την παραγωγή των πρωτοεμφανιζόμενων της περασμένης χρονιάς συνομιλεί με το ιστορικό μυθιστόρημα και το γεγονός δεν πρέπει να είναι τυχαίο. Το ιστορικό μυθιστόρημα γνώρισε την τελευταία εικοσιπενταετία μιαν άνθηση η οποία το απάλλαξε τόσο από τις παλαιότερες εθνικές του εμμονές (κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα και μέχρι την «Πριγκιπέσσα Ιζαμπώ» του Άγγελου Τερζάκη) όσο και από τις κατοπινές, αποκλειστικά εμπορικές φιλοδοξίες του (κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και του 1970).
Προσανατολισμένο στα μεγάλα οικονομικά αδιέξοδα και τις πολλαπλές ιδεολογικές διαψεύσεις της ελληνικής κοινωνίας, έτοιμο να υποδεχτεί τις πιο διαφορετικές πολιτισμικές ταυτότητες, όπως και αποφασισμένο να αποφύγει πάση θυσία τόσο την εξιδανίκευση όσο και τη δαιμονοποίηση του ιστοριογραφικού του υλικού (αυτό ακριβώς κατορθώνει στο βιβλίο της η Μαραγκοζάκη), το σύγχρονο ιστορικό μυθιστόρημα δεν έχει, όπως πιστεύουν κάποιοι κριτικοί, καμία σχέση με την ηθογραφία και μπορεί να ανοίγεται (και πάλι κόντρα στην περί του αντιθέτου πεποίθηση) σε μεγάλο ανθρωπολογικό βάθος, με υπάρξεις που συχνά υποφέρουν από τον διχασμό τον οποίο επιφέρει στη συνείδησή τους η σύγκρουση της κατεστημένης πραγματικότητας με τον ανήσυχο εσωτερικό τους κόσμο.
Πολλά, βέβαια, ιστορικά μυθιστορήματα των ημερών μας απέχουν ευθύς εξαρχής από μια τέτοια προβληματική, διατηρώντας τις εμπορικές τους βλέψεις και εξακολουθώντας να μετατρέπουν την Ιστορία σε ιστορικό θέαμα. Η λογοτεχνία, όμως, δεν παίζεται στις καθυστερήσεις και αυτό δεν θα εμποδίσει (δεν εμποδίζει ήδη) τους νεώτερους να ανοίξουν καινούργιους δρόμους, με δεδομένες τις τομές που έχουν ήδη χαραχθεί.