«Η αλχημεία του έρωτα και του πόνου: μια επανεκτίμηση της ποίησης του Κωστή Παλαμά»(της Άννας Κατσιγιάννη)

0
4149
Ο Κωστής Παλαμάς και η Αρτεμις Ρέσσου στα σκαλιά του ξενοδοχείου «Ηράκλειον» στην Αιδηψό

της Άννας Κατσιγιάννη (*)

 

 

Άλλη μια ανθολογία, με τον αιρετικό τίτλο, Ο ερωτικός Παλαμάς, προστέθηκε στην παλαμική βιβλιογραφία. Πρόκειται για καλαίσθητη, σχολιασμένη έκδοση, η οποία μετατοπίζει το ενδιαφέρον στα ερωτικά ποιήματα του Παλαμά· το βιβλίο αποτελεί καρπό της μακρόχρονης αναστροφής του Παντελή Βουτουρή με την παλαμική ποιητική (θυμίζω ενδεικτικά τη μονογραφία του Αγαπημένε μας Ζαρατούστρα. Παλαμάς-Νίτσε, εκδόσεις Καστανιώτης, 2007· έχει δημοσιεύσει, βέβαια, και άλλες μελέτες για τον Παλαμά ποιητή και κριτικό). Η θεματική τούτη ανθολογία καλύπτει ένα σημαντικό κενό στα νεοελληνικά γράμματα, καθώς επαναπροσεγγίζει και επαναξιολογεί την ποίηση του Παλαμά εστιάζοντας στο ψυχογραφικό βάθος και τη σύνθετη διάσταση του έρωτα στο έργο του. Μια πρώτη ιδέα για τον ερωτικό Παλαμά είχαμε από την πεντάτομη αλληλογραφία του ποιητή με τις μούσες, αλλά και από τις παρατηρήσεις, τις οποίες έχουν διατυπώσει στις μελέτες τους ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο Ευάγγελος Παπανούτσος, ο Άγγελος Δόξας, ο Ξενοφών Κοκόλης και ο Κωνσταντίνος Κασίνης.

Στη συστηματική εισαγωγή, που προτάσσεται στην έκδοση, ο Βουτουρής εξετάζει διεξοδικά την πρόσληψη του ερωτικού Παλαμά από την κριτική, καθώς και την πρώιμη σχέση του με την ψυχιατρική και τη φροϋδική θεωρία· διορθώνει κάποιες υπερβολές ή παρανοήσεις της κριτικής και επεκτείνει τη συζήτηση σε καίρια θέματα που συναρτώνται με τα φροϋδικής καταγωγής παλαμικά ποιήματα:  γίνεται λόγος για τη ‘μαγίστρα’ «Λάμια Λιβιδώ» και τις επιβιώσεις της στη νεοελληνική ποίηση· την ανασημασιοδότηση των παλαμικών ποιητικών συμβόλων με τον εμβαπτισμό τους στη φροϋδική θεωρία· την κασσιανική-ενοχική όψη της ποίησης του Παλαμά. Επίσης, μελετάται η διττή αναπαράσταση της γυναικείας μορφής, ‘βακχίδα’ και ‘μεγαλόχαρη’ («προστάτις άγγελος, Παναγιά και Μούσα», όπως θά’λεγε ο Μπωντλαίρ), η ηδονιστική, δηλαδή, και η ρομαντική διάσταση της γυναίκας, η οποία μεταμορφώνεται σε Ελένη, Σίβυλλα, Αφροδίτη, περδικόστηθη τσιγγάνα, Φελλάχα, Γυφτοπούλα Μαγιοπούλα, κ.ο.κ. Τεκμηριώνεται θεωρητικά η έμφυτη αυτοαναφορική διάσταση της ποίησης του Παλαμά, καθώς και η πρώιμη προσχώρησή του στη φροϋδική ερμηνεία του ερωτικού και  ενορμητικού υποστρώματος της τέχνης και γίνεται εκτενής λόγος για τη sublimierung, τη μετουσίωση του σεξουαλικού ενστίκτου σε τέχνη. Επιπλέον, επιχειρούνται συγκρίσεις του παλαμικού με τον καβαφικό ηδονισμό, αλλά και με τον πανσεξουαλικό ερωτισμό του Εμπειρίκου, ο οποίος θήτευσε στο παλαμικό εργαστήρι, ενώ παράλληλα συζητώνται και οι οφειλές του Θεοτοκά στο παλαμικό «ποιητικό δαιμόνιο».

Στην οικογένεια των Παλαμάδων υπήρχε ιστορικό ψυχικής διαταραχής και είναι πιθανό το τραυματικό τούτο βίωμα να οδήγησε τον ποιητή στην εντατική ενασχόληση με την ψυχιατρική και στην αναζήτηση των συνδέσεων της τέχνης με τον έρωτα. Ο Παλαμάς από νωρίς, στα Χρόνια μου και στα χαρτιά μου (1913), αλλά και αργότερα στο δοκίμιό του «Libido» (1924), κάνει ρητή αναφορά στην τέχνη ως μετουσίωση του «σαρκικού ερεθισμού».

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το δεύτερο μέρος του βιβλίου, η ανθολόγηση, δηλαδή, των ερωτικών ποιημάτων από την πεντηκονταετή δημιουργική πορεία του Παλαμά· ανθολογούνται 133 ποιήματα (ή αποσπάσματα), τα οποία ταξινομούνται χρονολογικά ανά συλλογή. Τα ερωτικά παλαμικά ποιήματα είναι περισσότερα από τα ποιήματα κάθε άλλης θεματικής κατηγορίας, λ.χ. τα πατριδολατρικά του.

 

Και ζω με την αφροντισιά και της συμπάθειας και του ψόγου,

                              πετραρχικός, και με το Freud ψυχαναλυτικός,

                                                      και σμίγει μες στα βάθη μου δαίμονας- αγαθός; κακός;-

                                                      της κόρης το χαμόγελο, το φρύμασμα του αλόγου.

(Ο κύκλος των τετράστιχων, 1929, 120)

 

 

 

Θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ο ανθολόγος εστιάζει ιδιαίτερα στην ιστορικότητα, στην ιστορική εξέλιξη της σημειολογίας του έρωτα στο παλαμικό έργο, καθώς και στις διακειμενικές σχέσεις που αναδεικνύονται κυρίως από την συμπαράθεση των ποιημάτων. Στις πολλαπλές μεταμορφώσεις, στους μετασχηματισμούς του έρωτα στην παλαμική ποιητική, υφέρπει ο δυισμός του Παλαμά ανάμεσα στο πάθος και την ιδέα. Δισυπόστατος αναπαρίσταται επομένως και ο έρωτας, άλλοτε σκοτεινός και απελπισμένος, άλλοτε πετραρχικός, ιδανικός και ιδεαλιστικός, αλλά και φροϋδικός – ψυχαναλυτικός, ενώ ο αφηγητής ακροβατεί ανάμεσα στον κασσιανισμό και τον ηδονισμό, τον ιδανισμό και τον ηδονισμό, τον ηδονισμό και τον πατριωτισμό.

Η σημειολογική, σημασιολογική διάσταση και δραματική μετάλλαξη του έρωτα στο παλαμικό έργο, μας προσφέρει πλούσιο υλικό για θεωρητική ή συγκριτολογική μελέτη. Αναφέρω ορισμένα ζητήματα: όψεις του σαρκικού ή του μετουσιωμένου έρωτα, έρωτας και ποιητική δημιουργία, έρωτας και τρέλα, έρωτας και φύση (λ.χ., «Νά’ μουν τ’ αγιόκλημα», «Η καλαμιά»), έρωτας και περιπλάνηση, έρωτας και γυφτοσύνη (εμβληματικό παράδειγμα ο Γ’ Λόγος «Αγάπη», από τον Δωδεκάλογο του Γύφτου), σεξουαλικότητα/σωματικότητα και στιχουργική μορφή. Παραθέτω λίγους στίχους από ποίημα του Παλαμά, το οποίο δεν περιέχεται στην ανθολογία, για να φανεί η στενή σύνδεση της ποιητικής με τη σεξουαλικότητα. Στο ποίημα αυτό η έμπνευση υποτάσσεται στη στιχουργική μορφή:

Η ΕΜΠΝΟΗ

Α! μη με σφίγγεις, τέρας! / Πονώ, πονώ, πονώ. / Γη και ουρανός το λένε,/ η λευτεριά είμαι, ξένε/ η λευτεριά είμαι· τρέμε!/ Στ’ απέραντα άφησέ με/ παντού να τρέξω, αγέρας,/ να πάω ψυχή και νά μπω/ παντού, να καίω, να λάμπω./ Μέσα στην αγκαλιά σου/ ματώνομαι, πονώ,/ γη χάνω και ουρανό…/ Κατάρα στα φιλιά σου!

Ο ΣΤΙΧΟΣ

Κι αν ποθείς να πετάξεις/ και στα πάντα ν’ αράξεις/ και τα γκέμια ν’ αδράξεις/ του Πηγάσου, έρωτά μου,/ σ’ εμέ ολάκερη δώσου·/ με το φως του όλο εμπρός σου/ για να φέξει ο θεός σου,/ στη στενή φυλακώσου/ στη ρουφήχτρα αγκαλιά μου. (Τα παράκαιρα, 1919).

Ο έρωτας συναρτάται συχνά με ψυχικές καταστάσεις στο παλαμικό έργο (βλ., λ.χ., το ποίημα «Κακή φωτιά», Τα παράκαιρα, ό.π., [1908]), ενώ το πρόβλημα του πόνου και της νόσου αποτελεί συχνά μια μεταφορά της ίδιας της «ποιητικής» κατάστασης (αμαρτωλός, παράλυτος, τρελός, κ.ο.κ.). Ο έρωτας, ως μετωνυμία της γραφής, προσφέρει στον δημιουργό τη δυνατότητα αντιστοίχισης (ή αντιπαράθεσης) της φύσης με την τέχνη, της φυσικής με την πνευματική ζωή.

Η σχέση με τη γυναίκα απασχολεί τον Παλαμά από τα πρώτα κιόλας δημοσιευμένα ποιήματά του, αναφέρω για παράδειγμα το «Τρελλό τραγούδι» (1879, Τα τραγούδια της πατρίδος μου), όπου ανατρέπεται, με παιγνιώδη ειρωνεία, η κοινή λογική και η σχέση του ποιητικού υποκειμένου με τη γυναίκα. Η ανάγκη της εξιδανίκευσης και η μετουσίωση του σεξουαλικού ενστίκτου σε τέχνη γίνεται ορατή, λ.χ.,  και στο γνωστό ποίημα «Ο σάτυρος ή το γυμνό τραγούδι» (Η πολιτεία και η μοναξιά, 1912). Η ιδέα της γύμνιας εξιδανικεύεται και ιδεοποιείται, αφού μεταπλάθεται σε άγαλμα: Και γίνε ατάραχο άγαλμα/ και το κορμί σου ας πάρει/ της τέχνης την εντέλεια/ […] Και παίξε και παράστησε/ τα ηδονικά, τα ωραία,/λαγάρισε τη γύμνια σου/ και κάμε την ιδέα./ Τα στρογγυλά, τα ολόισα,/ χνούδια, γραμμές, καμπύλες,/ ω θείες ανατριχίλες,/ χορεύτε ένα χορό.

   Στο ποίημα «Το τραγούδι του τρελού» (Δειλοί και σκληροί στίχοι, 1928 [1908]), το οποίο δεν ανθολογείται, η Αγάπη και ο ιδανικός/αμόλυντος έρωτας, τίθενται και πάλι στο κέντρο της αφήγησης. Ο τρελός βιολιστής, χτυπημένος από τη μοίρα, δεν κατορθώνει να λυτρωθεί μέσα από την τέχνη του. Το βιολί του, σαν άρρωστη ψυχή, συμπάσχει με τον λογισμό και την ψυχή του· δεν κατορθώνει, επίσης, να κρατήσει την κόρη, πλάσμα της φαντασίας που συμβολοποιεί την ερωτική ιδανική αγάπη, αλλά και την αγάπη για την τέχνη, τη μούσα, αφού από τα χείλη της εκλύεται «ρυθμός του τραγουδιού» και γίνεται εντέλει αποδέκτης της κοινωνικής απόρριψης. Είναι προφανής η ψυχογραφική προσέγγιση, η σχέση μεταξύ δημιουργικότητας και τρέλας, έρωτα, τρέλας και ενοχής. Ο τρελός βιολιστής θα μπορούσε, κατά μία έννοια, να συνδεθεί και με τον γύφτο του Δωδεκάλογου, καθώς κι αυτός, μέσα από τον διονυσιασμό, αναζητά το ιδεαλιστικό ιδανικό, το οποίο τον εναρμονίζει με τις εσωτερικές του αντιθέσεις.

Τα τελευταία δε χρόνια της ποιητικής δημιουργίας του Παλαμά, μετά το 1920, τα ερωτικά ποιήματα γίνονται ηδονιστικά, σαρκολατρικά, χοϊκά, κολασμένα και αμαρτωλά αφομοιώνοντας, σε μεγάλο βαθμό, τον σατανοπαθή, σαρκολατρικό μπωντλαιρισμό. Το «ηδονοστάλασμα μιας βαριάς ευωδιάς» που χύνει κάποιο απ’ τα  «Λουλούδια του κακού», «στη μαύρη γη της κολασμένης της ψυχής» («Ξενομιλήματα»), διαποτίζει τα ηδονιστικά, φετιχιστικά όψιμα ποιήματά του. Στις τελευταίες επομένως τολμηρά ηδονικές και παράλληλα κασσιανικές ποιητικές συλλογές (Δειλοί και σκληροί στίχοι, Περάσματα και χαιρετισμοί, Οι νύχτες του Φήμιου, Βραδυνή φωτιά, κ.ά.), ο Παλαμάς επεξεργάζεται το θέμα του έρωτα, σε συνάρτηση με την αυτοταπείνωση, την ενοχή, την υποδούλωση στο γυμνό γυναικείο σώμα, το πιοτό, το αφιόνι, το χασίς, έτσι ώστε ο έρωτας αναδεικνύεται σε δεσπόζουσα του όψιμου έργου του.

Ο Παλαμάς εντέλει αυτοαναλύεται τόσο στα ερωτικά του ποιήματα όσο και στην αλληλογραφία με τις Μούσες, όπου αναφέρεται συχνά στο «κακό», στη βαθιά ψυχική του οδύνη. Το ζήτημα του «υποκειμένου σε κρίση» είναι κοινός τόπος σε πολλά κείμενα αυτής της περιόδου και οπωσδήποτε σχετίζεται με την αλματώδη πρόοδο της επιστήμης -κυρίως τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου και τη φροϋδική θεωρία περί ασυνειδήτου- οι οποίες επιτείνουν τον φόβο μπροστά σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο δημιουργώντας μια νέα ειρωνική καταστατική συνθήκη που υπονομεύει την ελπίδα του παραδείσου αλλά και το δεδομένο της συνειδητής βούλησης και της αυτενέργειας του ατόμου.

Το βιβλίο του Παντελή Βουτουρή αναδεικνύει την ερωτική διάσταση της ποίησης του Παλαμά και ανατρέπει τη στερεότυπη, εμπεδωμένη και από τη σχολική εκπαίδευση, ακρωτηριασμένη εντέλει εικόνα του Παλαμά ‘εθνικού’, συντηρητικού, πατριδολάτρη ποιητή, ο οποίος ιστορεί κυρίως ζητήματα της γλώσσας και του έθνους εστιάζοντας στο λυρικό εμείς. Οι μείζονες ποιητές, άλλωστε, δεν κατατάσσονται εύκολα σε σχηματικές κατηγορίες, καθώς τέμνουν στην ποιητική τους πολλά αισθητικά ρεύματα και δοκιμάζονται σε ποικίλες θεματικές περιοχές.

Η δραματική διάσταση του έρωτα στο παλαμικό έργο συνδέεται διαχρονικά με τη χαρά, τη γιορτή, τη μνήμη, τη μελαγχολία, τη γραφή, την ύπαιθρο, την πόλη, και τον θάνατο. Το βιβλίο μας προσφέρει χρονολογικούς πίνακες και εκτενή σχολιασμό των ανθολογημένων ποιημάτων (ή αποσπασμάτων). Ο Παντελής Βουτουρής με τη φιλόπονη έρευνά του προτείνει μια ουσιαστική επανεκτίμηση της ποίησης του Παλαμά αναδεικνύοντας την καλοκρυμμένη στο εκτενέστατο έργο του δεσπόζουσα ερωτική πτυχή του λυρικού του εγώ.

 

info: Ο ερωτικός Παλαμάς, εισαγωγή, ανθολόγηση, σχόλια Παντελής Βουτουρής, Μελάνι 2018.

 

(*) Η Άννα Μαρίνα Κατσιγιάννη είναι επικ. καθ. συγκριτικής φιλολογίας Πανεπιστημίου Πατρών

 

Προηγούμενο άρθροΧρήμα, κοινωνικά πάθη, έρωτες στον Μπαλζάκ (της Δήμητρας Ρουμπούλα)
Επόμενο άρθροΠοιος είναι ο άνθρωπος των μηδενικών αποχρώσεων; (του Γιώργου Λίλλη)  

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ