Της Βίκυς Βασιλάτου-Σαρρή.
Στο καινούργιο της μυθιστόρημα, η Ζοέλ Λοπινό διηγείται την ιστορία της γιαγιάς της, της Καλλιόπης. Μια ιστορία και μια γυναίκα που δεν στιγμάτισαν άδικα τη συγγραφέα. Που δεν θα μπορούσαν παρά να είναι πηγή έμπνευσης. Να σε καθηλώσουν.
Η Λοπινό, μια συγγραφέας που μπορεί να μην γράφει στη μητρική της γλώσσα μα που η πένα της είναι πιο ουσιαστική και δουλεμένη από εκείνους που το κάνουν, μας παραδίδει -για άλλη μια φορά- ένα πλούσιο μυθιστόρημα. Το συγκεκριμένο βιβλίο θαρρώ όμως πως επισκιάζει τα προηγούμενά της για τον απλούστατο λόγο ότι την έχει παρασύρει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η επιβλητική κι αξιοθαύμαστη μορφή της γιαγιάς της, στην οποία η εγγονή δεν πρόλαβε να εκφράσει τα συναισθήματά της. Μα που εν τέλει τα εκφράζει με τον πιο όμορφο και διαχρονικό τρόπο: μέσα από τον κόσμο της λογοτεχνίας.
Νιώθουμε ότι κάθε μία από τις σελίδες της Αγριλιάς, η Λοπινό τις έγραψε με περισσή αγάπη, κατανόηση, τρυφερότητα για την Καλλιόπη. Μια γυναίκα άξια και αξιόλογη, που πρωταγωνιστεί σε μια ζωή που, παρότι στην αρχή υπήρξε περιβεβλημένη από το προστατευτικό κουκούλι του έρωτά της με τον Μικρασιάτη, Νικόλα, δεν άργησε να της δείξει τα μυτερά της δόντια της. Και να σκίσει το κουκούλι για να αφήσει να φανερωθεί το σκληρό προσωπείο της, το σκαμμένο από φτώχεια, προδοσία, ξενιτιά, μοναξιά, δάκρια.
Η μετανάστευση του άνδρα της στη Γαλλία, αποσκοπώντας σε ένα καλύτερο μέλλον για τη φαμίλια του, την οδήγησε στην απόφαση να μαζέψει, ύστερα από μερικούς μήνες, κι εκείνη τα ιμάτιά της και να τον ακολουθήσει, με τον νεογέννητο πρωτότοκό τους στην αγκαλιά. Εν αγνοία της όμως άνοιξε τον ασκό τού Αιόλου. Αφήνοντας πίσω της την σιγουριά του σφακιανού σπιτικού της, αναγκάζεται ν’ ανέβει τον Γολγοθά.
Όπως προείπα, η ζωή τής φέρθηκε σκληρά μα η Καλλιόπη δεν παρέδωσε τα όπλα. Αντιθέτως, οχυρώθηκε. Χρόνο το χρόνο, η πανοπλία της άρχισε να την καλύπτει από την κορυφή έως τα νύχια. Υπήρξε η στιβαρή κολώνα της οικογενείας Κουλιού, εκείνη που μόχθησε για να κρατήσει ενωμένη την οικογένειά της. Πόσες φορές δεν έμεινε μονάχη, στο έλεος του Θεού, για μέρες, βδομάδες, μήνες μιας κι ο Νικόλας ήταν ένας άνδρας που ναι μεν αγαπούσε εκείνη και τα παιδιά τους, αλλά το έδειχνε δια της απούσας παρουσίας του. Η Καλλιόπη έπρεπε επομένως να καταφέρει το ακατόρθωτο σε μια ξένη χώρα. Να φέρει βόλτα το φτωχικό τους σπιτικό. Να πρέπει ν’ αντιμετωπίσει τα κακόβουλα και ρατσιστικά βλέμματα και σχόλια. Να γεννά, να μεγαλώνει, να τρέφει, να πενθεί τα παιδιά τους˙ μόνη.
Η Λοπινό, σκιαγραφώντας την Καλλιόπη, υμνεί αυτομάτως όχι μόνο τη γιαγιά της μα και όλες τις γυναίκες που είχαν, έχουν και θα έχουν τη δύναμη ν’ αντιμετωπίσουν για χάρη της οικογένειάς τους υπέρογκους σκοπέλους. Μα ταυτοχρόνως υμνεί και όλους τους εμιγκρέδες που αναγκάστηκαν και αναγκάζονται ν’ ανοίξουν τα φτερά τους, προσδοκώντας ένα καλύτερο αύριο και αψηφώντας τους κινδύνους που ελλοχεύουν.
Στοιχεία βιβλίου:
Η αγριλιά
Ζοέλ Λοπινό
Εκδόσεις Καστανιώτη, 2013