Ευγενία Μπογιάνου: Η κοινοτoπία του τραύματος (της Σ.Καλασαρίδου)

0
745

 

 

Σωτηρία Καλασαρίδου.

Ψάχνοντας να βρει κανείς τον συγκολλητικό ιστό που δένει τα διηγήματα του καινούριου βιβλίου της Ευγενίας Μπογιάνου, το οποίο φέρει τον τίτλο Μόνο ο αέρας ακουγόταν (Μεταίχμιο, 2016) έρχεται αντιμέτωπος με μια σειρά από ζητήματα που κατατρύχουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Τα θεματικά μοτίβα στην παρούσα συλλογή διηγημάτων παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με τις θεματικές συνιστώσες του προηγούμενου βιβλίου της συγγραφέως, του μυθιστορήματος Ακόμα φεύγει (Πόλις, 2014): οι ελλειμματικές σχέσεις μεταξύ γονέων και παιδιών, η φθορά ανάμεσα στα ζευγάρια, το άχθος της ύπαρξης, η βαριά σκιά του χρόνου που παρήλθε, η αδυσώπητη μνήμη, η απουσία, ο θάνατος. Το ερώτημα που μένει μετέωρο αφορά στο τί μπορεί να λειτουργεί συνεκτικά ανάμεσα στις ιστορίες στις οποίες οι ήρωές τους δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, δεν συνδέονται μέσω μιας κοινής υπόθεσης, ενός τόπου ή μιας ιστορικής στιγμής. Ας εξετάσουμε όμως κάποια χαρακτηριστικά των διηγημάτων.

Τα διηγήματα της Μπογιάνου χαρακτηρίζονται από έναν άνισο αναγνωστικό ρυθμό αφού σε κάποια κείμενα, στα οποία επιλέγεται η περιγραφή για την ψυχική σκιαγράφηση των ηρώων, η ανάγνωση κυλά περισσότερο επιβραδυμένη σε σχέση με κάποια άλλα διηγήματα στα οποία το στακάτο τέμπο, οι ελλειπτικές προτάσεις, οι επαναλαμβανόμενες συστάδες μικρών προτάσεων, ο απορηματικός λόγος και τα αποσιωπητικά επιταχύνουν εσκεμμένα τον ρυθμό της ανάγνωσης, φωτίζοντας ταυτόχρονα επαρκέστερα τις συναισθηματικές αποχρώσεις των ηρώων, τις ψυχολογικές τους διακυμάνσεις και τις διανοητικές τους μετατοπίσεις. Η επιλογή των διαφορετικών μορφικών μέσων για την ψυχογράφηση των ηρώων καταδεικνύει τις διαφορετικές αποχρώσεις των ψυχολογικών προφίλ των πρωταγωνιστών και αποδίδει με ακρίβεια τη θέση τους στον ψυχολογικό καμβά που συνθέτουν οι ήρωες των διηγημάτων. Με τον ίδιο τρόπο – την τελειότερη απόδοση των συναισθηματικών και ψυχολογικών λεπτομερειών των χαρακτήρων των ηρώων – λειτουργούν και τα είδη των αφηγηματικών τρόπων και τεχνικών και πολύ περισσότερο οι εναλλαγές τους ακόμη και μέσα στο ίδιο διήγημα.

Πολλά από τα διηγήματα −  και ίσως και τα πιο επιτυχημένα του βιβλίου – χαρακτηρίζονται για το νοηματικά έωλο τέλος τους. Η «ανοικτότητα» του κειμένου, η δημιουργία της αίσθησης στον αναγνώστη ότι κάπου αλλού η ιστορία μπορεί να συνεχιστεί και να πάρει άλλη τροπή, ότι δύναται να έχει ένα τέλος που να το επιθυμεί ο ίδιος ο αναγνώστης προικοδοτεί το λογοτεχνικό κείμενο με ένα δυναμικό νοηματικό φορτίο που συνεχίζει να λειτουργεί εις όφελος του κειμένου ακόμη και όταν η ανάγνωση τελειώνει. Πολλές από τις ανατροπές των ιστοριών προοικονομούν το αμφίβολο τελείωμα και ταυτόχρονα θρέφουν την ειρωνεία που υπάρχει σε αρκετά από τα διηγήματα.

Οι ήρωες της Μπογιάνου είναι κυρίαρχα κυνηγημένοι από τους προσωπικούς τους δαίμονες, είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία έρμαια της μοίρας τους και όχι τόσο πιόνια της ιστορικής συγκυρίας. Τούτο σημαίνει πως οι ιστορίες του μικρόκοσμού τους είναι αποκομμένες από το ευρύτερο ιστορικό – κοινωνικό κάδρο και εμφανίζονται σε μεγάλο βαθμό απότοκες του τυχαίου και του απρόσμενου που επιφυλάσσει η καθημερινότητα των ανθρώπων. Γι’ αυτό τον λόγο και οι ήρωες των παρόντων διηγημάτων τοποθετούνται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας σε ό,τι αφορά την παρακμή τους στον βαθμό που ποτέ δεν φθάνουν στα άκρα, δεν προκαλούν έντονα πάθη, και ούτε βέβαια περπατούν στο περιθώριο. Ακροβατούν θα έλεγε κανείς ανάμεσα στο καλό και στο κακό, είναι έντονα δραματικοί χωρίς να είναι και τραγικοί, μας καλούν να τους προσέξουμε αλλά όχι να τους μισήσουμε ή να τους αγαπήσουμε. Δεν τους συλλαμβάνει δηλαδή ο φακός τη στιγμή της απόλυτης πτώσης τους αλλά σε μια κατάσταση οιονεί κατάπτωσης. Από την άλλη πλευρά όμως το καθημερινό τους περίβλημα εγείρει την προσοχή του αναγνώστη και ίσως μαζί και έναν φόβο που κουβαλούν και μεταδίδουν οι «αφανείς» της καθημερινότητας, εάν επιχειρήσουμε να προβάλουμε μέσω της φαντασίας μας την ιστορία τους και το πεπρωμένο τους σε μια μελλοντική εξέλιξη της ζωής μας ή απλά εάν προσπαθήσουμε να τοποθετήσουμε τον εαυτό μας στη θέση τους.

Το περιεχόμενο των διηγημάτων στην εν λόγω συλλογή της Μπογιάνου παρουσιάζει μεγάλες αποκλίσεις ως προς το ιδεολογικό βάρος. Τούτο σημαίνει ότι αρκετές από τις ιστορίες μπορούν να χαρακτηριστούν κοινότυπες, ίσως χωρίς ευρηματικότητα στην πλοκή, ενδεχομένως δίχως ακόμη στέρεο νοηματικό υπόβαθρο. Όμως αυτό τελικά μοιάζει να είναι και το διακύβευμα της συλλογής: η δημιουργία όχι αξέχαστων και πρωτότυπων λογοτεχνικών ιστοριών στις οποίες πρωταγωνιστούν τραγικά συγκλονιστικοί ήρωες αλλά η σύνθεση μιας σειράς από σύγχρονα ψυχογραφήματα, το στήσιμο μιας παρέλασης αφηγήσεων της καθημερινότητας. Είναι σαν να ξεθάβει η συγγραφέας αφανείς και ασήμαντους ανθρώπους και να τους δίνει την ευκαιρία να μιλήσουν για τους εαυτούς τους δημιουργώντας ένα γαϊτανάκι μεγαλόφωνων εξομολογήσεων από τις εποχές του τραύματος. Και ίσως τελικά αυτό να είναι και το στοιχείο το οποίο συνέχει τα διηγήματα ή ίσως αυτό να είναι και ολόκληρο το βιβλίο: τα πολλά πρόσωπα της κοινοτυπίας του τραύματος ή απλώς η απόδοση μιας πινακοθήκης των ασήμαντων.

 

info: Ευγενία Μπογιάνου, Μόνο ο αέρας ακουγόταν (Μεταίχμιο, 2016)

Προηγούμενο άρθρο“Κατά πόδας”: Ο κόσμος της Έλενας Νούσια   (της Λίλυς Εξαρχοπούλου)
Επόμενο άρθροΠοίηση γα τον Φεβρουάριο (Μ. Ελευθερίου, Γ. Χρονάς, Κ. Μπουρναζάκης, Π. Γκολίτσης)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ