Της Νίκης Κώτσιου.
Mεγάλη μορφή των γαλλικών γραμμάτων,ο Ζωρζ Μπατάιγ(1897-1962)συνδέθηκε αρχικά με τους σουρεαλιστές αλλά σύντομα αποχώρησε ακολουθώντας μια ολοδική του πορεία επηρεασμένη κυρίως από το Νίτσε,το Φρόιντ και το μαρκήσιο ντε Σαντ .Διερευνώντας τη φθαρτότητα, τον έρωτα και την ανθρώπινη κατάσταση,συγκρότησε ένα σύστημα φιλοσοφικών ιδεών με μεγάλο εύρος και ιδιαίτερο μεταφυσικό βάθος που εκφράστηκε σε όλη του την πληρότητα στα λογοτεχνήματα και τα δοκίμια που κατά καιρούς συνέγραψε αλλά και στην εν γένει πνευματική δραστηριότητα που ανέπτυξε.
Στο «Νεκρό»,που γράφτηκε σε μια ταραγμένη περίοδο έντονης ενδοσκόπησης,ανησυχίας και κατάθλιψης,ενώ ο Μπατάιγ ανέρρωνε από φυματίωση έχοντας αποσυρθεί στη γαλλική επαρχία(1943),συναντούμε ανάγλυφο τον προβληματισμό του πάνω στις κομβικές έννοιες του έρωτα και του θανάτου,που άλλωστε στοιχειώνουν ολόκληρο το έργο του και αποτελούν τους βασικούς πυλώνες της σκέψης του.Αν και το έργο αποτελείται από μια σειρά άσεμνων εικόνων που παράγουν μια εντύπωση πορνογραφίας,ο «Νεκρός» ενσωματώνει στην πραγματικότητα τα κύρια σημεία ενός σοβαρού φιλοσοφικού προβληματισμού,που ανατέμνει τον ερωτισμό και ανιχνεύει τις μυστικές του διασυνδέσεις με το θάνατο.
Στο σύντομο αυτό αφήγημα,παρακολουθούμε τη σπαραχτική αγωνία και την απελπισία της Μαρίας,αμέσως μετά το θάνατο του εραστή της,Εδουάρδου.Ψυχικά διαλυμένη και αποδιοργανωμένη,καταφεύγει έντρομη σ’ ένα κοντινό πανδοχείο-καπηλειό,και αρχίζει με τη σκανδαλώδη συμπεριφορά της να προκαλεί ερωτικά τους θαμώνες και τους παραγιούς,που σπεύδουν να ανταποκριθούν στα καλέσματά της.Κάθιδρη, μεθυσμένη και ακόρεστη,παραδίνεται στον ένα μετά τον άλλο σε κοινή θέα και προσκαλεί στο σπίτι της ένα δύσμορφο νάνο που την ακολουθεί. Εκεί,μπροστά στο πτώμα του Εδουάρδου,η Μαρία φαρμακώνεται.
Η εφιαλτική της περιπέτεια δίνεται μέσα από μια σειρά αδρά «σκιτσαρισμένων» εικόνων,που με τη μέγιστη οικονομία μέσων αποτυπώνουν με τρόπο πυρετικό και εναργή τον πόνο και τη φρικτή αγωνία της γυναίκας,προτού αυτοκτονήσει.Εικόνες που ξεχειλίζουν από ζόφο και υπερένταση,εικόνες πλημμυρισμένες από διέγερση που δεν αρκούνται να περιγράφουν την ερωτική φρενίτιδα αλλά κυρίως σημαίνουν πολύ περισσότερα απ’όσα δείχνουν. Εικόνες σκληρές και βίαιες από σκοτεινές πλευρές και αχαρτογράφητες περιοχές του ψυχισμού που βρίσκουν πέρασμα και εκδηλώνονται σε οριακές στιγμές του βίου διεκδικώντας με σφοδρότητα την άρση των απαγορεύσεων και των όποιων κοινωνικών κανόνων.Παραληρηματικές εικόνες αποσύνθεσης και πτώσης ,τρομακτικές μέσα στην αμεσότητά τους. Εικόνες που δονούνται από το φόβο του θανάτου κι από τον οίστρο της ζωής. Εικόνες που δοκιμάζουν τη γραφή και μοιάζουν να μετρούν την αντοχή τηςοδηγώντας την στα απώτατα όριά της. Εικόνες σπαραχτικές,του ζόφου και της παρακμής.
Σύμφωνα με τον Μπατάιγ,μέσα από τη σεξουαλική πράξη η κλειστή δομή του ασυνεχούς όντος που είναι ο άνθρωπος, ανοίγει προς τον άλλον και προς τον κόσμο, επιτυγχάνοντας έτσι το μέγιστο βαθμό συνέχειας,που φέρει όμως τη γεύση του θανάτου.
Με την κατάλυση,την υπέρβαση και την εξαφάνιση των ορίων του ατομικού «εγώ» και τη διάχυση του ενός μέσα στον άλλο κατά τη διάρκεια του σεξ συντελείται ο περίφημος «μικρός θάνατος»(petitemort),που προαναγγέλλει και προοικονομεί τον πραγματικό. Το σεξ λαμβάνει έτσι το χαρακτήρα μιας τελετουργικής θυσίας, στο πλαίσιο της οποίας ο ερωτισμός συνδέεται με το ιερό μέσω του «θανάτου» της ατομικής ταυτότητας και της υπέρβασης.
Ο Μπατάιγ αναγνωρίζει τρία είδη ερωτισμού,τον ερωτισμό του σώματος,της καρδιάς και τον ιερό ερωτισμό.Ο ερωτισμός του σώματος ενέχει ένα ισχυρό ναρκισσιστικό στοιχείο καθώς οι συμβαλλόμενοι δεν ενδιαφέρονται παρά μόνο για τον εαυτό τους.Ο ερωτισμός της καρδιάς σηματοδοτεί την εξάρτηση του αγαπώντος από τον αγαπώμενο ενώ ο ιερός ερωτισμός συνδέεται με τη θυσία του «εγώ» και την εκστατική εμπειρία.
Ο Μπατάιγ θεωρεί τη σάρκα όχι αμαρτωλή αλλά κυρίως μολυσμένη και μολυσματική,επιβαρυμένηκαθώς είναι μ’ένα πλήθος από εκκρίμματα και λειτουργίες που επαναφέρουν μοιραία στο προσκήνιο τη φθαρτότητα αλλά και τη ζωώδη προέλευσή της,μια προέλευση που μπορεί να διατρανώνει ακόμα την παρουσία της κάτω από διάφορες περιστάσεις. Ο έρωτας,προνομιακό πεδίο εκδήλωσης του ρυπαρού λόγω της αναπόφευκτης σύνδεσής του με το ζωώδες,προκαλεί στο φιλόσοφο Μπατάιγ ένα μείγμα αξεδιάλυτο τρόμου και φοβερής σαγήνης.Η θέα του γυμνού σώματος καταπλήσσει και συγκλονίζει προκαλώντας την πιο οδυνηρή κι επίμονη επιθυμία ενώ το σεξ λειτουργεί ως υπέρτατη εμπειρία θανάτου που παραδόξως ξορκίζει και απομακρύνει την απειλή του πραγματικού θανάτου.
Η αγαπημένη γυναίκα παρουσιάζεται στο έργο του Μπατάιγ ως έξαλλη και μαινόμενη βακχίδα που επιδίδεται αποχαλινωμένη σε ζοφερά ερωτικά παιχνίδια χωρίς κανένα αίσθημα αιδούς. Υποταγμένη στη μοίρα του θύματος που ούτως ή άλλως της αναλογεί,την παρακολουθούμε να παραδίδεται άνευ όρων και ορίων στη σεξουαλική παραφορά χαράσσοντας μια εφιαλτική διαδρομή πόνου και πάθους που δεν μπορεί παρά να καταλήγει στο θάνατο. Μέσα από αυτό το σπάταλο και απελπισμένο ξόδεμα ψυχής και σώματος,μέσα από την αποθέωση της αισχρότητας,της παράβασης και της κραιπάλης,μέσα από ένα όργιο ασχήμιας και απόγνωσης δίχως τέλος,φαίνεται να προκύπτει μια παράδοξη αγιότητα ή μια φρικτή μεγαλοσύνη με στοιχεία αγιότητας που συνίσταται στην υπέρβαση του απαγορευμένου και την άσκηση του έρωτα μέσα στο κακό.
Μεγάλο μέρος από το λογοτεχνικό έργο του Μπατάιγ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα ενώ καθοριστικής σημασίας είναι τα δοκίμιά του «Ο Ερωτισμός»(μτφρ.Κωστή Παπαγιώργη,εκδ.Ίνδικτος) και η «Εσωτερική Εμπειρία»(μτφρ. Ξενοφών Κομνηνός,επιμ. Πέτρος Γιαρμενίτη,επίσης από την Ίνδικτο).
INFO: Georges Bataille,Ο νεκρός,μτφρ. Αγγελική Πέτρα,σχέδια Χριστιάνα Σούλου,σελ.80,εκδ.Άγρα,2013