της Αλεξάνδρας Σαμοθράκη
Το νέο μυθιστόρημα του Μίνωα Ευσταθιάδη ‘Ο Δύτης’ διαθέτει όλα τα συστατικά ενός κλασσικού νουάρ ευρωπαϊκού επιπέδου: ο πρωταγωνιστής είναι ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ ελληνικής καταγωγής, όπως κάθε μυθιστορηματικός συνάδελφος του πού σέβεται τον εαυτό του, ζει στο περιθώριο για να διαθέτει την απαραίτητη απόσταση που του επιτρέπει να καταδεικνύει τα κακώς κείμενα της κοινωνίας του. Έχοντας μάλιστα την ιδιότητα του δεύτερης γενιάς Έλληνα της Γερμανίας ανήκει διπλά στο περιθώριο, όντας ξένος και στις δύο πατρίδες του. Στην αρχή της ιστορίας αφηγείται με τη σπιρτάδα και την ευρηματική αποστασιοποίηση του Μπέρνι Γκούντερ και ιδίως οι πρώτες σελίδες τής παρακολούθησης τής μοιραίας Εύας Ντέμπλινγκ στο παγωμένο Αμβούργο, αν δεν αποτελούν συνειδητά ένα φόρο τιμής στον πολυαγαπημένο ήρωα του Φίλιπ Κερ, σίγουρα είναι συγκρίσιμες σε ατμοσφαιρικότητα, ατάκες και κατανάλωση αλκοόλ.
Μια σειρά αυτοκτονιών και μυστηριωδών θανάτων που φαίνεται να έχουν αφετηρία την αποτυχημένη αυτή παρακολούθηση οδηγούν τον Κρις Παππάς στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Αίγιο, ενώ η απειθαρχία του προς τις Γερμανικές αρχές έχουν ως αποτέλεσμα να χάσει την άδεια του ιδιωτικού ντετέκτιβ. Ταυτόχρονα, στο σημείο αυτό φαίνεται να χάνει και την οξύνοια που είναι ίδιον της δουλειάς του και κινητοποιείται πλέον από μια “κουτσομπολίστικη” περιέργεια : η πλοκή αρχίζει να εξελίσσεται ερήμην του,οι ατάκες του σταματάνε να είναι απολαυστικά πικρόχολες, χαρακτήρες που διαθέτουν ονόματα και κοινωνικό στάτους από τα βιβλία του Γιάννη Μαρή σκηνοθετούν παραπλανητικά σενάρια στα οποία περιφέρεται σαν ανδρείκελο. Ο πιο περίπλοκος χαρακτήρας του βιβλίου ο πολυπράγμων Άντον Ροτ, συγγραφέας του σταλινγκεριστικής επιτυχίας συγγράμματος ‘Ο Δύτης’ και η νέμεσις του, ο δικηγόρος Παπαποστόλου χρησιμοποιούν, εξαιτίας της καταγωγής του, τον Κρις Παπάς προκειμένου να εξυπηρετήσει ο καθένας τους σκοπούς του.
Αντίθετα με τον πρωταγωνιστή, που βυθίζεται σε μυθοπλαστικά υπαρξιακό βούρκο, η πλοκή διαρκώς θεριεύει. Με λάιτ μοτίφ τον Αγαμέμνονα του Αισχύλου και το δίλημμα ‘πώς αποφασίζει κανείς τι θυσιάζει και ποιες είναι οι συνέπειες’, το σασπένς κορυφώνεται με μαεστρία καθώς ο αναγνώστης προσπαθεί να κατανοήσει τα κίνητρα και να εξηγήσει τις συμπτώσεις, οι ρίζες των οποίων φτάνουν στην εποχή των αντιποίνων των Γερμανών στην περιοχή της Αιγειάλειας κατά την περίοδο της Κατοχή. Με ένα παιχνίδι της τύχης μια ξεχασμένη φωτογραφία δυο καλλονών της εποχής λειτουργεί ως αρχή κακών. Όμως η αιτιολόγηση των αυτοκτονιών ως διαμαρτυρία ή μάλλον καλύτερα ως σπάσιμο μπροστά στις ναζιστικής έμπνευσης φρικαλεότητες στην εποχή της κοινοτοπίας του κακού, όπως διατύπωσε η Χάνα Αρεντ την απονέκρωση της ενσυναίσθησης όχι από στυγερούς κακούς αλλά από καθημερινούς ανθρώπους που απλά δεν σκέφτονται καθαρά, ίσως παραείναι ρομαντική και κάπως ξενίζει.
Με εξαίρεση αυτές τις δύο αντιρρήσεις ως προς τις αυτοχειρίες και την αλλοίωση του πρωταγωνιστή που μετατρέπεται σε απλό παρατηρητή (και που κατ ουσίαν προβληματίζει ως προς την ρεαλιστικότητα των χαρακτήρων ή μάλλον το σθένος τους, ιδίως επειδή ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει τραγικούς ήρωες όπως ο Αγαμέμνονας και η Κλυταιμνήστρα που παρά τις συγκρουσιακές σχέσεις τους αντέχουν να δρουν) ‘Ο Δύτης’ είναι μια πρωτότυπη και καλογραμμένη ιστορία και ίσως να είναι αυτή η πληθώρα των ιδεών και η στιβαρότητα της βίας που καταποντίζει τα πρόσωπα που την κατοικούν.
Όσο για δύτες; Υπάρχουν όχι ένας, άλλα τρεις: το ομότιτλο, προαναφερθέν ακαδημαϊκό σύγγραμα-μυθιστόρημα-φιλοσοφική πραγματεία του Άντον Ρότ, ένας επαγγελματίας δύτης που φροντίζει τον εκπάγλου ωραιότητας γιο του που έχει γεννηθεί με σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα και αποτελεί τη δεύτερη αναφορά στην ομορφιά ως άχθος/ατυχία και ένας τρίτος, νοσηρός ‘δύτης’ η αποκάλυψη του οποίου θα αποτελούσε ύπουλο σπόιλερ.
info: Μίνως Ευσταθιάδης, Ο Δύτης, εκδ.Ίκαρος