Της Έλενας Χουζούρη.
Υπάρχουν κοινές ρίζες στα Βαλκάνια ή είναι περισσότερες οι διαφορές; Κι αν υπερισχύει το δεύτερο τι ρόλο μπορεί να παίξει η ποίηση για να γεφυρωθούν αυτές; Αυτή ήταν η προβληματική του Διαβαλκανικού Φεστιβάλ Ποίησης που διοργάνωσε η Εταιρεία Συγγραφέων για δεύτερη χρονιά φέτος 17-18 Μαίου, στο πλαίσιο της Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης. Από τα όσα είπαν οι ποιητές και οι ποιήτριες που εκπροσωπούσαν εννιά χώρες των Βαλκανίων-νοτιοανατολικής Ευρώπης επί το κομψότερο και ευρωπαικότερο- κράτησα ιδιαίτερα τα λεγόμενα του ποιητή, μεταφραστή, καθηγητή αγγλικής γλώσσας στο Πανεπιστήμιο των Σκοπίων και λάτρη της ποίησης του Καβάφη και του Σεφέρη, Ζόραν Αντσέφσκι. «Είναι πολύ δύσκολο να συζητάς για βαλκανικά ζητήματα» είπε ο σλαβομακεδόνας ποιητής εξηγώντας αυτήν την άποψη ως εξής: «Υπάρχουν πολλά κοινά, κοινοί φίλοι, κοινά φαγητά, όμως πολύ συχνά όταν συζητάμε πόσο κοινά είναι τα κοινά καταλήγουμε σε βαθειά μιζέρια, σε σπηλιές σκότους, σε πολιτική και εθνικισμούς. Δυστυχώς είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι όταν μιλάμε για κοινές ρίζες στα Βαλκάνια η κατάληξη είναι είτε εμφύλιοι σπαραγμοί, είτε πόλεμοι. Νομίζω ότι τα Βαλκάνια θα ήταν προτιμότερο να είναι αναγνωρίσιμα από την πολιτιστική, γλωσσική και λογοτεχνική τους διαφοροποίηση. Μόνον αν αναγνωρίσουμε τις διαφορές μπορούμε πιο εύκολα να μιλήσουμε για ομοιότητες.». Κρατώ ακόμη την άποψη της ποιήτριας και εκδότριας Αφροβίτι Γκουσό από την Αλβανία η οποία στάθηκε στα αντιθετικά συναισθήματα και καταστάσεις που κατά καιρούς έχουν επικρατήσει στο παρελθόν ανάμεσα στους βαλκανικούς λαούς από τα οποία όμως σήμερα μπορεί να δημιουργηθεί μια γόνιμη σύνθεση. Μίσος-αγάπη, σύγκρουση-αρμονία, θύτης-θύμα. Ο Ρουμάνος ποιητής και λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Σιμπίου, Ράντου Βάνκου από την Ρουμανία έδωσε την πληροφορία ότι όπως και στην παλιά ρουμανική λογοτεχνία διακρίνονται κοινά βαλκανικά στοιχεία, από έπη, θρύλους, δημοτικά τραγούδια κ.λπ, το ίδιο αρχίζει να παρατηρείται και στην σύγχρονη ρουμανική λογοτεχνία. Κρατώ ακόμη την εξαιρετικά εύστοχη παρατήρηση του ποιητή και κριτικού λογοτεχνίας Μίλος Ντζούρτζεβιτς από την Κροατία [Σέρβος πατέρας, Κροάτισσα μητέρα] πως ό,τι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κάνουν οι πολιτικοί, είναι ικανοί να το πραγματοποιήσουν οι ποιητές, οι άνθρωποι των γραμμάτων και της τέχνης. Και όχι, χωρίς πίκρα, ο πενηντάχρονος σερβοκροάτης ποιητής πρόσθεσε ότι «προέρχομαι από μια χώρα που δεν υπάρχει πια κι εγώ δεν γνωρίζω πού ακριβώς ανήκω»! Ο ποιητής και αρθρογράφος Μετίν Τσενγκίζ από την Τουρκία διεύρυνε την γεωγραφική υπόσταση των Βαλκανίων προς νοτιοανατολικά, συμπεριλαμβάνοντας σ αυτήν και την Μεσόγειο. Με δεδομένο την ιστορική όσμωση τους ο Τούρκος ποιητής αναφέρθηκε στα πολλά κοινά που έχουν οι λαοί των Βαλκανίων και της Μεσογείου και τα οποία σφυρηλατήθηκαν δια μέσου των αιώνων. Κοινά που υπερβαίνουν τις όποιες επιμέρους διαφορές τους.
Το κοινό χαρακτηριστικό όμως των βαλκανικών λαών –τονίστηκε από όλους τους συμμετέχοντες, Έλληνες και ξένους- φαίνεται να είναι ιδιοσυγκρασιακό και συνοψίζεται σε μία λέξη: Το πάθος, με το οποίο βιώνουν και τις καλές και τις κακές τους στιγμές και το οποίο μπορεί και να τους αναδείξει αλλά και να τους καταστρέψει. Ο στίχος άλλωστε του Νίκου Εγγονόπουλου, στον οποίο αναφέρθηκε στην εναρκτήρια ομιλία του ο Πρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων Δημήτρης Καλοκύρης, «Μίρκο Κράλλη, τι ζητάς; Εδώ δεν είναι παίξε γέλασε, εδώ είναι Μπαλκάνια» τα λέει όλα!
Γενικότερα, η πραγματοποίηση του 2ου Διαβαλκανικού Φεστιβάλ Ποίησης, η αναμφισβήτητη επιτυχία του, το ενδιαφέρον του κόσμου να το παρακολουθήσει, μέσα στους χώρους της Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου αλλά και εκτός αυτής, σε καφέ της πόλης, οι ωραίες και γόνιμες σχέσεις που δημιουργήθηκαν ανάμεσα στους Έλληνες και τους ξένους ποιητές/τριες, οι απόψεις που ανταλλάχθηκαν, αφενός δικαίωσαν την Εταιρεία Συγγραφέων να επιμείνει παρά τις μεγάλες – οικονομικές κυρίως- δυσκολίες στην διοργάνωση-θεσμοθέτηση ενός Φεστιβάλ διαβαλκανικού βεληνεκούς που έλειπε από την χώρα μας, και μάλιστα στην ex officio αρμόδια πόλη, την Θεσσαλονίκη, αφετέρου έδειξαν τις δυνατότητες και ικανότητες της Ε.Σ αλλά και το όραμά της να διαδραματίσει ένα συλλογικότερο πνευματικό και πολιτιστικό ρόλο στα Βαλκάνια-γιατί όχι και στη Μεσόγειο αργότερα- στήνοντας γέφυρες φιλίας και εμπιστοσύνης, υπερβαίνοντας τις κάθε είδους πολιτικές ανικανότητες και εθνικιστικές μιζέριες. Όπως με τον δικό του ποιητικό τρόπο επισήμανε ο Πρόεδρος της Ε.Σ Δημήτρης Καλοκύρης, «Το Φεστβάλ έχει σκοπό να αναδείξει στοιχεία συναλλαγής με το νόμισμα της ομορφιάς που η αξία τους ξεπερνά τις γλωσσικές αποστάσεις.»
Έλενα Χουζούρη