Είναι η κοινωνία μας περισσότερο ή λιγότερο «μάγκικη»; (του Π.Ε.Πετράκη για το βιβλίο του Ν. Τσακνή)

0
565
Τσαρούχης, ζειμπέκικο

 

 

 

Γράφει ο  Π. Ε. Πετράκης (*)

 

Αυτό που αρχικά θα ήθελα να επισημάνω είναι ότι συνδέω την πρόσληψη του βιβλίου τού Νίκου Τσακνή, Η εγκυκλοπαίδεια του μάγκα, με ορισμένα στατιστικά στοιχεία που προέκυψαν από μια πρόσφατη και αδημοσίευτη ακόμα έρευνα του Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία διεξήχθη από το 2010 έως το 2016. Ο λόγος είναι ότι τα στοιχεία αυτά απαντούν στο ερώτημα αν η κοινωνία μας είναι περισσότερο ή λιγότερο «μάγκικη».

Επίσης, θεωρώ σημαντικό να σημειώσω, όπως γράφει και ο Νίκος Τσακνής, ότι «η γνώση που ενδιαφέρει τον μάγκα ανήκει στο εργαλειακό επίπεδο». Με άλλα λόγια, ο μάγκας δεν προσεγγίζει τη γνώση με τον τρόπο που το κάνουμε εμείς. Την αντιλαμβάνεται ως εργαλείο, ως κάτι που θα τον κάνει να είναι μάγκας. Η προσέγγιση όμως που έχει ενδιαφέρον, και υπάρχει στο βιβλίο, έχει ευρύτερες διαστάσεις, καθώς στοχεύει στο να κατανοήσουμε τα στερεότυπα γύρω μας, ώστε να αντιληφθούμε την κοινωνία όπου ζούμε. Έτσι, από μέρους του μάγκα, «η κατανόηση πολιτικών απόψεων, κοινωνικών προταγμάτων και οικονομικών θεωριών περνάει μέσα από τη βάσανο της “λαϊκής σοφίας”, ενώ μία σε βάθος εξέταση καταλήγει σε παροιμιώδεις εκφράσεις και στάση ανάλογη». Η παρατήρηση αυτή του Τσακνή αποκτά επιπλέον σημασία, αν λάβουμε υπόψη την εισαγωγική επισήμανση του συγγραφέα: «Η μαζική υιοθέτηση της έννοιας της μαγκιάς την αναγορεύει σε στοιχείο ταυτότητος, σχεδόν ισότιμο με την εθνικότητα και το θρήσκευμα».

Περνώντας στην μεθοδολογία του βιβλίου, αντιλαμβάνομαι τη δουλειά του Τσακνή ως μία «ρητορική» προσέγγιση εμπειρικής κοινωνικής ψυχολογίας. Στόχος της είναι να αποδείξει ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο ψυχολογικό στερεότυπο, αυτό του μάγκα, το οποίο λειτουργεί ως κλειδί για την κατανόηση της σημερινής οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Αυτή είναι και η αξία του βιβλίου.

Για να αντιληφθούμε την οπτική του συγγραφέα, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η «ρητορική» εκλαμβάνεται εδώ ως μία προσέγγιση των κοινωνικών επιστημών. Δεν πρέπει, δηλαδή, να θεωρηθεί ως η τέχνη του λόγου και των κατάλληλων λογικών σχημάτων. Η «ρητορική» λοιπόν του Τσακνή χρησιμοποιεί έναν μη επιστημονικό τύπο συλλογισμού των οικονομικών, της κοινωνιολογίας και της επιστήμης γενικότερα. Βασίζεται στη μελέτη της ιστορίας, της λογοτεχνίας και της κουλτούρας. Έτσι, ο Τσακνής προσφέρει τη ρητορική μεθοδολογία απόδειξης του προτύπου ως συμβολή του στην επιστήμη. Και αυτό είναι ανοιχτό στην κρίση όχι μόνο των οικονομολόγων, αλλά κυρίως των κοινωνικών ψυχολόγων και των ανθρωπολόγων, οι οποίοι πιθανόν να κρίνουν το βιβλίο από αυτήν την οπτική. Είναι μία μεθοδολογία που βασίζεται στην δουλειά του McCloskey, στα 1985, και χρησιμοποιεί φιλολογικές μεθόδους, μεταφορές, αναλογίες και διηγηματικό αφηγηματικό λόγο, για να πείσει για την ορθότητα των επιστημονικών θεωριών. Η μέθοδος αυτή υποστηρίζει ότι οι επιστήμονες πρέπει να δώσουν περισσότερη προσοχή στους τρόπους με τους οποίους επιχειρηματολογούν και προσπαθούν να πείσουν ο ένας τον άλλο για την ορθότητα των θεωριών που χρησιμοποιούνται. Για αυτό και ενθαρρύνεται, στο πλαίσιο αυτής της μεθοδολογίας, η προσεκτική μελέτη των επιχειρημάτων, ενώ παράλληλα αμφισβητείται ο τρόπος με τον οποίον οι επιστήμονες χρησιμοποιούν τη στατιστική, τα μαθηματικά και τα σχετικά εργαλεία. Επομένως, από τη φύση της αυτή η μεθοδολογία, με την οποία ο Τσακνής αναδεικνύει το ψυχολογικό και κοινωνικό στερεότυπο του μάγκα, ασκεί κριτική στον θετικισμό, θεωρώντας ουσιαστικά ότι η απόρριψή του θα συνεισέφερε στην πραγματική επιστημονική κατανόηση του φαινομένου.

Τι ψάχνουμε όμως όλοι εμείς οι κοινωνικοί επιστήμονες στο βιβλίο του Τσακνή, χρησιμοποιώντας τη ρητορική του μέθοδο; Νομίζω πως αναζητούμε να καταλάβουμε καλύτερα αυτό που ονομάζουμε ελληνικό, στάσιμο, αναπτυξιακό πρότυπο. Αυτή είναι η αξία του βιβλίου για τις κοινωνικές επιστήμες, ανεξάρτητα από το αν είχε ή όχι στο μυαλό του κάτι τέτοιο ο συγγραφέας όταν το έγραφε. Ό,τι ισχύει στον παραγωγικό κοινωνικό σχηματισμό, που λέγεται ελληνική οικονομία και κοινωνία, εμείς πια το χαρακτηρίζουμε ως ένα στάσιμο αναπτυξιακό πρότυπο. Αυτό έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία και αντιδιαστέλλονται από τα πρότυπα του δυτικού καπιταλισμού, που λειτουργεί και μεταβάλλει μεγέθη και παράγει ευημερία. Είναι λοιπόν ένα στάσιμο αναπτυξιακό πρότυπο, που είχε δυο-τρεις «αναλαμπές» στη ζωή των διακοσίων ετών του νεοελληνικού κράτους: το 1904-1912, το 1960-70 και ίσως τώρα με την Ευρωζώνη. Όποτε μάλιστα συνέβη αυτό, οι αλλαγές, τα κεφάλαια όπως λέμε, ήρθαν από το εξωτερικό. Στον πυρήνα αυτού του προτύπου, υπάρχουν στάσεις ζωής και συμπεριφορές. Αυτές, ή μάλλον μία από αυτές, περιγράφει ο Τσακνής, θέλοντας να ρίξει λίγο παραπάνω φως στα αίτια της στασιμότητας. Και αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο εμείς διαβάζουμε το βιβλίο. Ο μάγκας δεν είναι το μοναδικό χαρακτηριστικό που έχει η στάση ζωής των Ελλήνων μέσα σε αυτό το κοινωνικό και αναπτυξιακό πρότυπο. Ωστόσο, αυτό που στη δική μας γλώσσα, της κοινωνικής ψυχολογίας, αποκαλούμε αρρενωπότητα είναι το πλησιέστερο χαρακτηριστικό σε αυτό που περιγράφει ο Τσακνής μιλώντας για τον μάγκα. Επιπλέον, έρχεται σε αντίθεση με την άλλη αξία, της θηλυκότητας, η οποία όλα αυτά τα χρόνια φαίνεται πως απουσίαζε από την κοινωνία μας.

Τα σημαντικό, στην περίπτωσή μας, είναι το γιατί αυτό το συγκεκριμένο αναπτυξιακό, κοινωνικό και οικονομικό πρότυπο αναπτύχθηκε σε αυτήν τη μεριά του κόσμου, στα σύνορα πέντε αυτοκρατοριών, «συγκεντρώνοντας» όλον τον κίνδυνο, με τον οποίο ζούμε αιώνες τώρα. Αυτός ο κίνδυνος, ο συστηματικός κίνδυνος, που λέμε στη γλώσσα μας οι οικονομολόγοι, έχει συμβάλει σημαντικά στη διαμόρφωση ανθρώπων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, όπως αυτός που θέλει να επιβληθεί, χωρίς να χρησιμοποιεί τη γνώση, χωρίς να τον ενδιαφέρει το μέλλον, ή η γνώμη του διπλανού, και όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που με ακρίβεια ο Τσακνής περιγράφει στο βιβλίο του, ο οποίος ξεκινώντας από τους κλέφτες, τους αρματολούς, τους νέους ληστές, τους καπεταναίους, τα κουτσαβάκια και τους αντάρτες φτάνει στο 2000, όπου ο μάγκας φαίνεται ότι γίνεται βασιλιάς.

Ας δούμε λοιπόν τι συνέβη στον μάγκα, μεταξύ 2010 και 2016. Περνάω αμέσως στα αποτελέσματα της δικής μας δουλειάς, που ανέφερα στην αρχή: το 2010, το 2012 και το 2016 μετρήσαμε ορισμένα κοινωνικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Πήραμε απαντήσεις από περίπου 1.000 άτομα κάθε φορά, οπότε το δείγμα θεωρείται επαρκές. Τι κάναμε στην έρευνά μας; Ψάξαμε να δούμε πόσο αρρενωποί, πόσο μάγκες, είναι οι Έλληνες. Η αρρενωπότητα στην προκειμένη περίπτωση εκφράζεται με χαρακτηριστικά όπως φιλοδοξία, ανταγωνισμός, επιβολή διαφορετικών ρόλων στους άντρες και στις γυναίκες, ενδιαφέρον για τα αποτελέσματα, την ανταμοιβή κτλ. Από την άλλη, η θηλυκότητα αντιπροσωπεύει την ποιότητα ζωής, τη διατήρηση θερμών προσωπικών σχέσεων, την εξυπηρέτηση, την αλληλεγγύη, τη διαβούλευση κ.ά.

Οι ερωτήσεις που κάναμε ήταν τρεις. Στην πρώτη δώσαμε στους ερωτηθέντες 80 συνολικά βαθμούς και τους ζητήσαμε να τους μοιράσουν στα οκτώ κύρια πολιτισμικά δίπολα, που έχουν σημασία για τη ζωή τους. Βρήκαμε λοιπόν ότι η πολιτισμική αξία της αρρενωπότητας, ως προτίμηση ανάμεσα στα υπάρχοντα δίπολα, είχε πάρει το 10,5%, το 2010. Το 2012, το ποσοστό πέφτει στο 8,6%, ενώ το 2016 γίνεται 7,5%. Με άλλα λόγια, φαίνεται ότι ο μάγκας χάνει την δύναμη και την επιρροή του. Οι θηλυκές αξίες, σε αυτή την κοινωνία και υπό το βάρος της κρίσης, δηλαδή οι αξίες της συγκατάβασης, της συνεργασίας κ.ο.κ., αρχίζουν να ενισχύονται. Δεν αλλάζει βέβαια κάτι δραματικά, αλλά είναι σαφές ότι κάτι αλλάζει. Στη δεύτερη ερώτηση, δώσαμε 100 βαθμούς για κάθε πολιτισμική αξία, και τους ζητήσαμε να τους μοιράσουν σε κάθε πολιτισμικό δίπολο, με βάση το πώς πραγματικά λειτουργούν στην καθημερινότητά τους. Η αρρενωπότητα λοιπόν έβγαλε 53% το 2010, το 2012 46% και το 2016 43%. Ουσιαστικά βλέπουμε ότι οι Έλληνες αρχίζουν να αντιλαμβάνονται πως αυτό το μοντέλο που λειτούργησε και λειτουργεί έχει τα όριά του. Βέβαια, να σημειωθεί ότι δεν πρέπει να τα αποδίδουμε όλα αυτά στην κρίση, είναι και ο χρόνος, η τηλεόραση κ.λπ. Τέλος, τους ρωτήσαμε πώς θα ήθελαν να λειτουργούν. Και σε αυτή την ερώτηση, είδαμε ότι ήθελαν να παίζουν ρόλο στη ζωή τους λιγότερο οι αρρενωπές αρχές και περισσότερο οι θηλυκές αξίες. Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα, ότι σε πάρα πολλές οικογένειες σήμερα πια η γυναίκα συντηρεί το σπίτι, αποφασίζει για τα παιδιά κ.ο.κ. Με άλλα λόγια, υπάρχει μία μεταβολή που δεν είναι απαραίτητο να συνδέεται αποκλειστικά με την οικονομική κρίση, αλλά και με την καταγωγή των ηθών. Άρα, ουσιαστικά, έχουμε ενδεχομένως μπροστά μας ένα πολιτισμικό πρότυπο, το οποίο περιγράφεται κατά έναν μοναδικό τρόπο, σε μία μοναδική στιγμή που ίσως γυρίζει το ρολόι του κόσμου σε μία διαφορετική κατεύθυνση. Ας το επαναλάβουμε: του κόσμου, όπως αυτός θα εξελιχθεί τον 21ο αιώνα. Και από μια τέτοια οπτική θεωρώ ότι μπορεί να κριθεί η δουλειά που έκανε ο Τσακνής με την Εγκυκλοπαίδεια του μάγκα.

info: Με αφορμή το βιβλίο του Νίκου Τσακνή «Η εγκυκλοπαίδεια του μάγκα», Καστανιώτης

(*) Ο Π.Ε.  Πετράκης είναι καθηγητής ΕΚΠΑ

Προηγούμενο άρθροΝέοι Ορίζοντες στο Μουσείο Φρυσίρα
Επόμενο άρθροΣήμερα το πάρτυ του Αναγνώστη, bar 42, στοά Κεντρικόν

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ