Διηγήματα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων

0
872

του Λευτέρη Παπαλεοντίου.

Η δίγλωσση Ανθολογία διηγήματος Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά και στα τουρκικά από τις Πολιτιστικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου,  δεν μπορεί παρά να έχει και πολιτικό χαρακτήρα: Θα μπορούσε να συμβάλει στην αλληλογνωριμία και κατανόηση ανάμεσα στις δυο μεγαλύτερες κοινότητες της Κύπρου.

Στην Ανθολογία περιλαμβάνονται 44 συγγραφείς, 26 Ελληνοκύπριοι και 18 Τουρκοκύπριοι, που αντιπροσωπεύονται με 54 διηγήματα στο σύνολό τους. Με εξαίρεση ορισμένους παλαιότερους συγγραφείς (τους Νίκο Νικολαΐδη, Γιάννη Σταυρινό Οικονομίδη, Κώστα Μόντη, Χικμέτ Αφίφ Μάπολαρ και Σεμίχ Σαΐτ Ουμάρ), που προτάσσονται τιμητικά στην έκδοση αυτή, οι υπόλοιποι διηγηματογράφοι δημιούργησαν ολόκληρο το συγγραφικό τους έργο (ή το σημαντικότερο μέρος του) κατά την τελευταία πεντηκονταετία, δηλαδή από την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας ώς τα πιο πρόσφατα χρόνια.

Διαβάζοντας συνδυαστικά τα ανθολογημένα διηγήματα, μπορεί κανείς να διαπιστώσει ενδιαφέρουσες αναλογίες αλλά και ιδιαιτερότητες. Σε ορισμένα κείμενα γίνεται λόγος για σχέσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, για την αρμονική συμβίωση σε παλαιότερες εποχές ή για το κλίμα καχυποψίας και αντιπαράθεσης που δημιουργήθηκε σε περιόδους πολιτικής κρίσης (κυρίως  κατά την τραγωδία του 1974 ή και κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών συγκρούσεων του 1963-64). Αρκετά διηγήματα επικεντρώνονται στην κυπριακή τραγωδία του 1974 και στα οδυνηρά παρεπόμενά της. Τέτοια κείμενα υπογράφουν και οι Γιάννης Κατσούρης, Γ. Φ. Πιερίδης, Πάνος Ιωαννίδης, Πέτρος Σόφας, Ιμπραχίμ Αζίζ, Χρίστος Χατζήπαπας, Αιμίλιος Σολωμού, Γεώργιος Χαριτωνίδης, Μυρτώ Αζίνα, Γιάννης Γαρπόζης, Ανδρέας Μαλόρης, Νίκη Μαραγκού, Αντώνης Γεωργίου, Γκιουργκέντς Κορκμάζελ και Γκιουργκάν Ουλούτσχαν. Σε πολλές περιπτώσεις αναπαράγονται εθνικά στερεότυπα, με απώτερο σκοπό την ανατροπή και την κατάλυσή τους.

Σε διηγήματα παλαιότερων συγγραφέων αποτυπώνονται στοιχεία από την περίοδο της βρετανοκρατίας στην Κύπρο, όπως η φτώχεια και η στέρηση, πατριαρχικές και φαλλοκρατικές αντιλήψεις, η υποβαθμισμένη θέση της γυναίκας σε μια παραδοσιακή κοινωνία, αλλά και η κοινωνική αφύπνιση και η προσπάθεια ορισμένων γυναικών να ξεφύγουν από την παραδοσιακή ηθική και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους στον έρωτα και τη ζωή. Βέβαια, σε αρκετά άλλα κείμενα δεσπόζουν πανανθρώπινα ζητήματα και προβλήματα, τα αιώνια θέματα της λογοτεχνίας και της ζωής.  Για παράδειγμα, το πρόβλημα της μοναξιάς αποτελεί τον κύριο θεματικό άξονα σε κείμενα των Κώστα Μόντη, Πανίκου Παιονίδη, Μεχμέτ Αράπ και Εμρέ Ιλερί. Τρία διηγήματα (των Άντη Χατζηαδάμου, Στέφανου Σταυρίδη και Μεχμέτ Αράπ) κινούνται στον χώρο του παράδοξου, του υπερφυσικού, του μαγικού και του φανταστικού. Εξάλλου, τα διηγήματα των Ήβης Μελεάγρου, Οζντέν Σελένγκε και Νιλγκιούν Γκιουνέι και λιγότερο αυτά της Νίκης Μαραγκού ή της Τίτσας Διαμαντοπούλου παραπέμπουν στον κόσμο της γυναίκας· εδώ δεσπόζουν η έντονη εσωστρέφεια, η σπειροειδής ανέλιξη της αφήγησης και η απόδοση μιας γυναικείας ματιάς και αισθαντικότητας.

Αρκετά από τα ανθολογημένα κείμενα ξεφεύγουν με ποικίλους τρόπους από τον τύπο του κλασικού διηγήματος: Σε ορισμένα από αυτά αξιοποιούνται διδάγματα από την ποιητική του ευρωπαϊκού μοντερνισμού. Νεότροπα στοιχεία θα μπορούσε να αναζητήσει κανείς και σε διηγήματα παλαιότερων συγγραφέων, όπως των Νίκου Νικολαΐδη, Κώστα Μόντη και Σατζίτ Τεκίν, αλλά η νεοτερικότητα χαρακτηρίζει κυρίως τη γραφή της Ήβης Μελεάγρου. Βέβαια και αρκετοί νεότεροι συγγραφείς (όπως οι Οζντέν Σελένγκε, Χρίστος Χατζήπαπας, Νιλγκιούν Γκιουνέι, Ανδρέας Μαλόρης, Χρυστάλλα Κουλέρμου, Τίτσα Διαμαντοπούλου, Μυρτώ Αζίνα, Αντώνης Γεωργίου, Γκιουργκέντς Κορκμάζελ, Στέφανος Σταυρίδης, Μεχμέτ Αράπ, Γκιουργκάν Ουλούτσχαν, Εμρέ Ιλερί, ίσως και άλλοι) επιδιώκουν να ξεφύγουν ή ξεφεύγουν για τα καλά από τον παραδοσιακό τύπο του διηγήματος.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό που αξιοποιείται με αρκετή επιτυχία σε σειρά διηγημάτων είναι η γλώσσα της ανατροπής: πότε η ειρωνική γλώσσα (Νίκος Νικολαΐδης), πότε ένα λεπτό ή γλυκόπικρο και στυφό χιούμορ, που αγγίζει κάποτε τον (αυτο)σαρκασμό (Κώστας Μόντης, Σεμίχ Σαΐτ Ουμάρ, Νουμάν Αλί Λεβέντ, Αλί Νεσίμ, Άντης Χατζηαδάμος, Οζμπέν Άκσοϊ, Στέφανος Σταυρίδης, Εμρέ Ιλερί), ενώ δεν λείπουν οι σατιρικές αιχμές σε καταστάσεις του κυπριακού χώρου (Γιάννης Κατσούρης, Χρίστος Χατζήπαπας, Γκιουργκέντς Κορκμάζελ). Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι σε ορισμένα διηγήματα (κυρίως των Γιάννη Σταυρινού Οικονομίδη, Οζμπέν Άκσοϊ, Πέτρου Σόφα, Ιμπραχίμ Αζίζ, Χρίστου Χατζήπαπα και Αντώνη Γεωργίου) υπάρχουν διάσπαρτοι ή πιο πυκνοί κυπριακοί ιδιωματισμοί, συνήθως στα διαλογικά μέρη των κειμένων, που ενισχύουν το κυπριακό χρώμα της θεματικής τους και αποδίδουν με ηθογραφικές, ρεαλιστικές ή νατουραλιστικές πινελιές τον προφορικό λόγο των αφηγηματικών προσώπων και του κοινωνικού περίγυρου.

Κλείνοντας τη σύντομη αυτή παρουσίαση θα λέγαμε ότι στα 54 ανθολογημένα διηγήματα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων αποτυπώνονται με αρκετή ενάργεια τα πάθη της Κύπρου, οι προσωπικοί και συλλογικοί προβληματισμοί των συγγραφέων τους, αλλά και πανανθρώπινα και διεθνή ζητήματα. Οι διηγηματογράφοι βλέπουν συνήθως μπροστά από την εποχή τους και μας υποβάλλουν τις ευαισθησίες και τις ανησυχίες τους για τον διαχρονικό άνθρωπο που δοκιμάζεται σκληρά στις καθημερινές δυσκολίες της ζωής και στις μυλόπετρες της ιστορίας. Ένας απροκατάληπτος αναγνώστης μπορεί να μάθει και να διδαχθεί πολλά από τα ανθολογημένα διηγήματα που συστεγάζονται στην έκδοση αυτή· μπορεί να γνωρίσει και να αποδεχτεί τον Άλλο, τον αλλόγλωσσο και αλλόθρησκο συμπατριώτη του, με τον οποίο μοιράζεται κοινές εμπειρίες και δοκιμασίες, ώστε να κατανοήσει ότι αυτή η μικρή και πολύπαθη πατρίδα θα πρέπει να πάψει να είναι μοιρασμένη.

Για την ετοιμασία της Ανθολογίας αυτής εργάστηκαν τρεις επιτροπές: μια Συμβουλευτική, που είχε τη γενική εποπτεία, και δυο επιτροπές ανθολόγησης, μια από κάθε κοινότητα. Η μετάφραση από τα τουρκικά έγινε από τη γνωστή μεταφράστρια Φραγκώ Καράογλαν, ενώ η μετάφραση στα τουρκικά έγινε από τους Λαλέ Αλατλί και Ιμπραχίμ Αζίζ.

 

Διηγήματα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Δίγλωσση Ανθολογία, Λευκωσία, Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, 2013, σελ. 515.

Προηγούμενο άρθροΟ Φάρις και η Χαμιντάινα. Τους φοβάμαι;
Επόμενο άρθροΗ Αθήνα της Belle Époque

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ