Τις ομιλίες με τίτλο “Δευτέρες της στέπας κατέγραψε η Άννα Ρωμανού.
Δευτέρες της Στέπας . Μέρος πρώτο :
Είναι δύσκολο να περιγράψεις την ρωσική σκέψη σε βάθος χρόνου δέκα αιώνων και βάλε. Από την αρχή της εμφάνισης των Ρως ως τα σήμερα για να διηγηθείς την πνευματική της περιδίνηση θέλει κότσια , αντοχές και αφοσίωση όταν πρόκειται για έναν λαό που συγκλονίστηκε από κοσμογονικές αλλαγές και παρουσιάζει τεράστια ποικιλία όχι μόνο ανάμεσα στους αιώνες αλλά και μέσα στο ίδιο χρονικό σημείο ανάλογα με τους τόπους, το τοπίο , τους ανθρώπους, τις συνήθειες , την κουλτούρα. Άλλο οι πόλεις άλλο η επαρχία κι άλλο οι αχανείς στέπες της, όπως λέει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας και μεταφραστής Δημήτρης Τριανταφυλλίδης, ένας άνθρωπος χαλκέντερος κι αφοσιωμένος στη διάσωση της μνήμης ενός λαού που σε αντίξοες συνθήκες δεν έκανε τίποτα άλλο παρά να καταστρέφει συστηματικά τις μνήμες του. Κι είχα την τύχη να τον ακούσω σε μια από τις διαλέξεις του στο πατάρι του Αρμού, σε κείνες τις μαγικές δίωρες « Δευτέρες της Στέπας» . Η « Στέπα» , το περιοδικό που εκδίδει, αποτελεί ένα μοναδικό εγχείρημα επιθεώρησης, μελέτης και διάσωσης του ρωσικού πολιτισμού. Ο τίτλος της διάλεξης ήταν πολλά υποσχόμενος. Η ρωσική λογοτεχνία σε τέσσερις πράξεις.
Η ανασκόπηση άρχισε απο την ειδωλολατρική περίοδο της Ρωσίας, και τις τρεις φάσεις εκχριστιανισμού της , την ιστορία του Βλαδίμηρου και της Άννας που έμελλε να καθορίσει τη φυσιογνωμία ενός λαού με ιδιότυπο θρησκευτικό χαρακτήρα καθότι ποτέ δεν ακολούθησε το δόγμα των Οικουμενικών συνόδων. Οι μεταρρυθμίσεις του Πατριάρχη Νίκωνα και του Μεγάλου Πέτρου εξέλιξαν τη ρωσική κοινωνία και σκέψη προκαλώντας σχίσμα ανάμεσα στους νοσταλγούς του παλιού και στους πιστούς των νέων εξελίξεων. Αυτά τα δυο σχίσματα προκάλεσαν τη βαθιά διαίρεση που διακρίνει τη ρωσική σκέψη δια μέσου των αιώνων και ερίζεται σε μια άλλη παλιότερη διαίρεση : εκείνην ανάμεσα στους ενωτικούς και ανθενωτικούς του Βυζαντίου. Είναι η διάκριση ανάμεσα στους Σλαβόφιλους που έχουν το βλέμμα στραμμένο στην Ανατολή, στο μεσσιανικό ρόλο της Ρωσίας και τους Δυτικίζοντες που φλερτάρουν με το δυτικό πολιτισμό.
Η λογοτεχνία του 17ου αι είναι κυρίως ιστορική ( Γκίζελ, Λιζλόφ , Πορόσιν ). Σατυρικά αφηγήματα και λόγια ποίηση κάνουν επίσης την εμφάνισή τους . Αντιθέτως ο 18ος αιώνας στηριγμένος σε αρχαίες ελληνικές και λατινικές παραδόσεις , τη λογοτεχνία της Αναγέννησης και επηρεασμένος από τις μεταρρυθμίσεις του Πέτρου και τον Διαφωτισμό, αναπτύσσει τη σχολή του κλασσικισμού ( Τρεντιακόφσκι, Σουμαρόκοφ, Καντεμίρ, Ντερζάβιν). Το ρεύμα του σεντιμενταλισμού εκπροσωπείται από τους Ραντίστσεφ και Καραμζίν.
Ο 19ος αιώνας απετέλεσε μια επανάσταση πνευματική και πολιτισμική που άφησε βαθιά ίχνη σε οικουμενικό επίπεδο. Η μορφή της Τατιάνας Λαρίναγια στον « Ευγένιο Ονιέγκιν» του Πούσκιν συνοψίζει το πνεύμα της ρωσική λογοτεχνίας του 19ου αι. Ένας βαθύς μυστικισμός, το κίνημα των Δεκεμβριστών κι η τραγική κατάληξη, η αγάπη για το φανταστικό , κι η διάθεση κριτικής του τρόπου ζωής των γαιοκτημόνων σε βάρος των φτωχών χωρικών, της γραφειοκρατίας κι άλλων παράλογων δεινών της ρωσικής κοινωνίας γέννησαν πνευματικές προσωπικότητες όπως του Λέρμοντοφ και του Γκόγκολ. Ο Λέρμοντοφ για το άδικο τέλος του Πούσκιν σε μια μονομαχία γράφει το ποίημα « ο θάνατος του ποιητή» προοικονομώντας το δικό του τέλος με τον ίδιο τρόπο. Είναι ο αιώνας που μέσα από τη θεώρηση της μοίρας του απλού ανθρώπου , την ψυχογράφησή του από τον Ντοστογιέφσκι , τον μεγάλο ανατόμο της ανθρώπινης ψυχής διακρίνουμε τις βαθιές κοινωνικές αντιθέσεις που καλλιεργούν ζυμώσεις. Οι μεγάλες μορφές του Τσέχοφ και του Γκόρκι άφησαν βαθύ ίχνος στον 19ο αι. Ο μεγάλος διανοητής Μπερντιάγιεφ στο έργο του « οι δαίμονες του ρωσικού πολιτισμού» κι ο ποιητής και θεωρητικός της λογοτεχνίας Αντρέϊ Μπέλι στο έργο του « Η τραγωδία της δημιουργίας» αναλύουν τις τρεις κορυφαίες μορφές της ρωσικής λογοτεχνίας που επηρέασαν το παγκόσμιο πνεύμα , τον ρεαλιστή Γκογκόλ που έφερε επανάσταση στα γράμματα με τις ¨Νεκρές ψυχές¨ του , τον Ντοστογιέφσκι πολυγραφότατο, πληθωρικό ,ψυχογράφο που με τους αδερφούς Καραμάζωφ ανατέμνει όσο κανείς την αντιφατικότητα της ανθρώπινης ψυχής , τον Τολστόϊ που ηθικολογεί στα τέλη της ζωής του, μετά από έναν έκλυτο πληθωρικό και άνετο βίο. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον να ακούς στις διαλέξεις αυτές , εκτός από την καθαυτό λογοτεχνική παραγωγή , για τους πολιτικούς προβληματισμούς του Ντοστογιέφσκι και τους πειραματισμούς του που παραλίγο να τον οδηγήσουν στο εκτελεστικό απόσπασμα, τον προσωπικό του ταραχώδη βίο και τα πάθη του που τον οδήγησαν να γράψει μεγάλα αριστουργήματα για να ξεπληρώσει τα χρέη του . Η πολυπλοκότητα της μορφής του διαφαίνεται με ενάργεια στο « Ημερολόγιο του συγγραφέα» που στα ελληνικά κυκλοφορεί σε μετάφραση του Δ. Τριανταφυλλίδη . Έχει πολύ ενδιαφέρον να παρακολουθείς την πορεία του Τολστόϊ στα άσωτα χρόνια της αριστοκρατίας και τη μεταστροφή του σε ύστερα χρόνια , το δύσκολο και στρυφνό χαρακτήρα του , που στα στερνά αρνήθηκε τον πλούτο κι υπερασπίστηκε έναν ιδιότυπο ηθικισμό , πουριτανισμό και χριστιανικό αναρχισμό. Είναι γοητευτικό να ακούς για τον βίο του Τσέχωφ , τη αφοσιωμένη δράση του ως γιατρού , τις περιπλανήσεις του, την αρρώστια και την συνεργασία του με τον θέατρο τέχνης και τον Στανισλάφσκι που σημάδεψαν ανεξίτηλα τον ψυχισμό και το έργο του.
Μόνο ένας γνώστης σαν τον Δ . Τριανταφυλλίδη , μπορεί να μιλήσει τόσο παραστατικά για ένα ηφαιστειακό πνευματικό φαινόμενο σαν αυτό του Αργυρού αιώνα της ρώσικης ποίησης. Πολλοί θεωρούν το 1917 ως ορόσημο της επανάστασης, όμως αυτό είναι λάθος, διευκρινίζει ο μεταφραστής. Η επανάσταση έχει αρχίσει ήδη από το 1905 και χρονολογικά οι συνέπειές της υφίστανται ακόμα, είναι μια πράξη που δεν έχει τελειώσει, κάτι ανάλογο με τον δικό μας εμφύλιο. Κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις που διεκδικούν μια δικαιότερη ανθρωπινότερη κοινωνία , η μη τήρηση των Μανιφέστων από τον τσάρο κι η ματαίωση του ζητούμενου για αγροτική μεταρρύθμιση θα προετοιμάσουν την τραγωδία του 1917 . Εσχατολογικές προσδοκίες, αιρέσεις , ιδιότυπες πνευματικές δοξασίες γεννούν ένα αντιφατικό ανορθολογικό περιβάλλον που γέννησε την πνευματική έκρηξη του Αργυρού αιώνα στις αρχές του 20ου . Η θρησκευτική , φιλοσοφική σκέψη, το κίνημα του συμβολισμού, η ανάγκη για μια σε βάθος αλλαγή της τέχνης ώστε να εκφράσει την κυοφορία του πρωτόγνωρου πνευματικού και ψυχικού πλούτου που έφεραν οι Ρώσοι διανοούμενοι, γέννησε μια επανάσταση στη ζωγραφική, την μουσική , την ποίηση. Το κίνημα της «Παρακμής» που αρνείται τα πολιτικά ιδανικά , την πίστη στη λογική κι ενθαρρύνει τα προσωπικά βιώματα, το κίνημα του « Μοντερνισμού» που διαμορφώνει μια νέα αντίληψη ιδιότυπου ρεαλισμού, ο « Συμβολισμός» ( Μπλοκ, Μπέλι, Ιβανόφ), ο Ακμεϊσμός κίνημα που θεμελίωσε ο Γκουμιλιόφ , μετέπειτα σύζυγος της Άννας Αχμάτοβα διαμόρφωσαν το εκρηκτικό λογοτεχνικό ρεύμα που περιλαμβάνει τα ονόματα της Αχμάτοβα, του Μαντελστάμ , του Βολόσιν, του Χοντάσεβιτς . Σε επόμενο αφιέρωμα θα ακολουθήσει μια απόπειρα σκιαγράφησης της μορφής της Αχμάτοβα – της Άννας Πασών των Ρωσιών όπως την αποκάλεσε η Τσβετάγιεβα, του Φουτουρισμού, της περίπτωσης Μαγιακόφσκι και της μοναχικής Μαρίνας Τσβετάγιεβα, όπως διαγράφονται στις μοναδικές « Δευτέρες της Στέπας» από τον Δ. Τριανταφυλλίδη.
Δευτέρες της Στέπας : Μέρος δεύτερο
Πρήστηκαν
Τα γονατισμένα
Πόδια.
Καίγονται
Φλεγόμενοι
Οι αιώνες…
Μουγκάθηκαν,
Τυφλώθηκαν –
– για πάντα
Αντρέϊ Μπέλι , Μόσχα 1924.
Μετάφραση από τα ρωσικά Δ. Β. Τριανταφυλλίδης
Πρωταρχική θέση στην επόμενη εποχή έχει η Άννα Αχμάτοβα. Την αποκάλεσαν « Αστέρι του Βορρά» παρόλο που γεννήθηκε στη Μαύρη θάλασσα. Έζησε μια ζωή πολύ γεμάτη και ταραγμένη, θυελλώδη και τολμηρή. Διέτρεξε τον αιώνα της, με θάρρος και πάθος που μόνο μια ποιήτρια σαν αυτήν μπορεί να κρατά άφθαρτο μέσα σε πολέμους , επαναστάσεις, ανέχεια, απαγορεύσεις κι οδυνηρές απώλειες. Στις συναντήσεις της Στέπας του Δ. Τριανταφυλλίδη , η Αχμάτοβα έχει πάντα τη θέση της κορυφαίας του χορού στον κύκλο των ποιητών. Ο πολυτάραχος βίος της από τότε που ήταν παιδί – πέντε χρονών έχασε την αδερφή της από φυματίωση, δέκα χρονών , η ίδια έπεσε σε κώμα και γλύτωσε σαν από θαύμα- άφησε τα ίχνη του στην ρομαντική ψυχή αυτού του μοναδικά γοητευτικού πλάσματος. Η ομορφιά της ήταν ασυνήθιστη, τρέλαινε τους πάντες στο Τσάρσκογιε Σελό. Συνήθιζε να κρατά διεσταλμένες τις κόρες των υγρών εκφραστικών ματιών της , με σταγόνες ατροπίνης , τα χρόνια της γοητείας. Ο Νικολάϊ Γκουμιλιόφ , μετέπειτα σύζυγός της, ιδρυτής του ακμεϊσμού, έγραφε ποιήματα , έκανε τρέλες για να την συγκινήσει – όπως τότε που στα γενέθλιά της , της χάρισε ανθοδέσμη με λουλούδια κλεμμένα από την αυλή του τσάρου- και πολλές απόπειρες αυτοκτονίας. Η Αχμάτοβα στάθηκε πηγή έμπνευσης πολλών ζωγράφων και ποιητών , αισθητικό και στυλιστικό πρότυπο της εποχής, από τις πρώτες της ήδη ποιητικές συλλογές, « Εσπέρα» και « Ροζάριο» . Μοντιλιάνι, Μπλοκ, Μαντελστάμ, Πάστερνακ, Νεντόμπρι, Ανρέπ, Σιλέϊκο και πολλοί ακόμα , συγκλονίστηκαν από την γοητεία της προσωπικότητάς της. Τον Αύγουστο του 1921 εκτελούν τον Γκουμιλιόφ για συμμετοχή σε απόπειρα ανατροπής της σοβιετικής εξουσίας και αυτοκτονεί ο αδερφός της . Τότε γράφει τη συλλογή «Anno Domini» .Το σοβιετικό καθεστώς την πολεμάει αδυσώπητα, απαγορεύει τα ποιήματά της, φιμώνει την φωνή της. Σε συνθήκες απόλυτης ανέχειας, παραμένει αγέρωχη κι επιδραστική. Τσάϊ και μαύρο ψωμί αποτελούν τη μόνη της τροφή , στέκεται στις ουρές με τις ώρες για να στείλει στο εξόριστο γιό της κάποιο δέμα. Γράφει το « Ρέκβιεμ» . Για λίγο μόνο, σε μερικές περιπτώσεις , η εξουσία αίρει την φίμωση αλλά μετά τις συναντήσεις της με τον Ισαάκ Μπέρλιν αρχίζει ένας ψυχρός πόλεμος ανάμεσα σε κείνην και την εξουσία. Γράφει τότε το ¨Ποίημα δίχως ήρωα» .Στην προσπάθειά της να σώσει το γιό της από την εξορία , υμνεί τον Στάλιν σε έναν κύκλο ποιημάτων . Αρχίζει να μεταφράζει και μόλις τα δέκα τελευταία χρόνια της ζωής της αποκτώντας το δικαίωμα να δημοσιεύει, γράφει ασταμάτητα , να προλάβει. Σαν από ιδιοτροπία της μοίρας , πεθαίνει τη μέρα της επετείου του θανάτου του Στάλιν.
Ο Φουτουρισμός απαρνούμενος τις γνωστές φόρμες θα γεννήσει έναν Μαγιακόφσκι. Ο ποιητής με ρομαντισμό θα υπηρετήσει το σοβιετικό καθεστώς στα πλαίσια ενός ιδιότυπου «κομμουνιστικού φουτουρισμού» . Με τραγικό και απόλυτο τρόπο σε όλα τα είδη της έκφρασής του, επιδιώκει την ανθρώπινη σωτηρία, ευημερία κι ευτυχία. Πιστεύει στο καλό . Στον έρωτα, στην τέχνη, στη θρησκεία και στο κοινωνικό σύστημα του παλιού κόσμου αντιπαραθέτει τον δικό του έρωτα , τη δική του τέχνη, της δική του αντίληψη για τον τρόπο κοινωνικής οργάνωσης του μέλλοντος, τη δική του πίστη στο ιδανικό του νέου, όμορφου από όλες τις απόψεις, ανθρώπου. Στα ποιήματά του και κυρίως το πιο γνωστό , το « Σύννεφο με παντελόνια» μοιράζεται ένα οικουμενικό όραμα που ματαιώνεται. Οι ερωτικές απογοητεύσεις , οι επιθέσεις του καθεστώτος, τα ακυρωμένα του ιδανικά για έναν καλύτερο δικαιότερο κόσμο, η απογοήτευση από τον έρωτα της ζωής του, τη Λίλια Μπρικ ,τον οδηγούν στην αυτοκτονία.
Ο τραγικός και μεγαλειώδης Αργυρός αιώνας έμελλε να γεννήσει και την Μαρίνα Τσβετάγιεβα. Εσώκλειστη σε καλά σχολεία από πολύ μικρή , μετά τον θάνατο της μητέρας της, αρχίζει ήδη να γράφει στίχους από έξι ετών.
Σύζυγός της ο Σεργκέϊ Εφρόν, ο άντρας που στην ακροθαλασσιά, κάποτε, της χάρισε έναν ημιπολύτιμο λίθο, εν αγνοία της δήλωσής της πως θα παντρευτεί κείνον που θα της χαρίσει μια πέτρα που θα της έκανε εντύπωση. Γεννά την Αριάδνη , ερωτεύεται τη Σοφία Παρνόκ και μετά το τέλος αυτής της θελλώδους σχέσης , γυρίζει στον Εφρόν και γεννά ακόμα μια κόρη που πεθαίνει από πείνα στο ορφανοτροφείο- κάτι που η ποιήτρια δεν ξεπέρασε ποτέ. Γεννά το γιό της, ερωτεύεται τον Μπορίς Παστερνάκ έναν μεγάλο έρωτα αν και εξ αποστάσεως που γέννησε μια φλογερή αλληλογραφία. Η Τσβετάγιεβα δε δέχτηκε ποτέ το σοβιετικό καθεστώς. Ακολουθεί τον σύζυγό της στις περιπλανήσεις του στην Ευρώπη και γράφει τα μεγάλα της έργα: « Το ποίημα του πένθους» , « Το ποίημα του τέλους» , « Το ποίημα του αγέρα» .Δημοφιλή ήταν τα πεζογραφήματά της. Διακρίθηκε επίσης για το δοκιμιακό της έργο , συνδυασμό ποίησης και στοχασμού. Αφιερώνει κύκλο ποιημάτων στο Μαγιακόφσκι , η αυτοκτονία του οποίου τη συγκλόνισε, στον Βολόσιν, στον Αντρέϊ Μπέλι, στον Κουζμίν , στον Πούσκιν, στην Αχμάτοβα. Μετά από ανέχεια, πείνα και στερήσεις, επιστρέφει στην ΕΣΣΔ. Ο Εφρόν είναι πια κατάσκοπος στην υπηρεσία του καθεστώτος , το ίδιο κι η κόρη της Αριάδνη. Όμως κι οι δυό συλλαμβάνονται και δικάζονται με την κατηγορία της υπονόμευσης του καθεστώτος . Ο μεν εκτελείται η δε φυλακίζεται. Αρχίζει η τελευταία πράξη του δράματος για την εύθραυστη ρομαντική ψυχή της ποιήτριας. Ξεσπάει ο Β΄Παγκόσμιος πόλεμος. Απεγνωσμένα προσπαθεί να βρει δουλειά να επιβιώσει. Κάνει αίτηση για να εργαστεί ως λαντζιέρισσα στη λέσχη των λογοτεχνών, στέλνει μάλιστα αίτηση και στον ίδιο τον Στάλιν « – Βοηθήστε με , είμαι σε απελπιστική κατάσταση. Η συγγραφέας Μαρίνα Τσβετάγιεβα» , αλλά οι προσπάθειές της μένουν ατελέσφορες . Ποιος θέλει να μπλέξει με μια πρώην εξόριστη, σύζυγο ενός « εχθρού του λαού» ; Αυτοκτονεί με το σκοινί που είχε δέσει ο Παστερνάκ την βαλίτσα της από πεπιεσμένο χαρτί . Tις τελευταίες δραματικές μέρες της μας τις περιγράφει η Λυδία Τσουκόφσκαγια, μια γυναίκα που αποστήθισε πολλά ποιήματα της Τσβετάγιεβα , διασώζοντάς τα από τη λήθη. Το κίνημα samizdat έχει γεννηθεί προ πολλού. Ο αέναος αγώνας ανάμεσα στη μνήμη και τη λήθη, την ελπίδα και τη ματαίωση, την ελευθερία και τη φίμωση, την ενοχή και τη συγχώρεση, θα κρατήσει αλίμονο πολλά ακόμη χρόνια. Ο Αργυρός αιώνας σηματοδοτείται από μεγάλα έργα και θανάτους. Αυτή η κρίσιμη και καθοριστική δεκαετία του 1920 , μεταιχμιακή για τη ρωσική λογοτεχνία, σημαδεύτηκε ανεξίτηλα από ένα μαζικό πογκρόμ κατά των διανοούμενων . Είναι η περίοδος που θα χαθεί ένας Μπλοκ, ένας Γκουμιλιόφ, ένας Μαγιακόφσκι , ένας Γιεσένιν και θα απελαθούν ποιητές σαν την τσβετάγιεβα , τον Μερεζκόφσκι, την Γκίππιους , τον Χοντασέβιτς, , θα φιμωθεί η Αχμάτοβα, ο Παστερνάκ, ο Μαντελστάμ, ο Χλέμπνικοφ, ο Κλιούγιεφ, ο Ορέσιν, είναι η εποχή της προσωπολατρείας και του ολοκληρωτισμού. Μέσα στη δεκαετία του τριάντα θα γεννηθούν τα μεγάλα έργα του Μπουλγκάκοφ , του Ζόσενκο, του Ναμπόκοφ, του Σόλοχοφ, του Γκριν, του Πλατόνοφ. Η ποίηση της δεκαετίας του τριάντα δε δημιούργησε σχολές ή ρεύματα. Ο ρωσικός λαός βίωνε σαστισμένος, τις μεγάλες δίκες της Μόσχας, τις εκτελέσεις της πρώτης γενιάς επαναστατών. Θα ακολουθήσει ένας αιματηρός γολγοθάς για εκατομμύρια πολιτών, μια μαζική γενοκτονία στο ζόφο των στρατοπέδων Γκουλάγκ, μια αδυσώπητη κόλαση όπως περιγράφεται στο «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ», στο «Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς» του Σολτζενίτσιν , στις «Τελευταίες στιγμές του Βαρλάμ Σαλάμοφ» από τις αναμνήσεις της Γιλένα Ζαχάροβα.
Υπάρχει κάτι δύσκολο,
Τόσο ντροπιαστικό.
Σχεδόν αδύνατο –
Τόσο δύσκολο:
Είναι να σηκώσεις τις βλεφαρίδες
Και να κοιτάξεις κατάματα μια μητέρα
Που της έχουν σκοτώσει το γιο.
Δεν χρειάζεται όμως να μιλάμε γι’ αυτό.
1916, Ζινάϊντα Γκίππιους, « Σήμερα στη γη»
Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης