Τις ομιλίες με τίτλο «Δευτέρες της στέπας κατέγραψε η Άννα Ρωμανού.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι πληροφορίες που δίνουν οι συναντήσεις της Στέπας κάθε Δευτέρα στις εκδόσεις Αρμός, από τον γνώστη , μεταφραστή , κοινωνό και διασώστη της ρωσικής κουλτούρας Δημήτρη Τριανταφυλλίδη, για τη ρωσική λογοτεχνία στην περίοδο του ύστερου σταλινισμού, την πεζογραφία, την ποίηση , τους αντιφρονούντες που θεωρήθηκαν ¨αλήτες¨της λογοτεχνίας όχι μόνο επί Στάλιν αλλά και αργότερα, επί Μπρέζνιεφ. Συγκλονιστική δεσπόζει η μορφή του Βαρλάμ Σαλάμοφ , μαρτυρικό θύμα που επεβίωσε των στρατοπέδων και πέθανε κωφός και πληγμένος από Πάρκινσον , πολύ πριν το έργο του « Νύχτες της Κολιμά» που περιγράφει την κόλαση και τον ζόφο, κυκλοφορήσει ελεύθερο.
Κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1940 ο ρωσικός λαός αγωνίζεται για την επιβίωσή του και την εξόντωση του τέρατος του ναζισμού. Εξαιρετικά πεζά και ποιήματα γεννήθηκαν τόσο την περίοδο της Τρομοκρατίας του Στάλιν όσο και στα χρόνια του πολέμου. Πολλά ονόματα κυνηγήθηκαν και χάθηκαν από το τέρας του σταλινισμού έσωθεν ή του ναζισμού έξωθεν προστατεύοντας την πατρίδα, έγραψαν για τον πόλεμο κι αξίζει να μνημονευτούν: Τβαρντόφσκι, Σόλοχοφ, Σύμονοφ, Κατάγιεφ, Φαντέγιεφ, Κορνεϊτσούκ, Λεόνοφ στην πεζογραφία, Αχμάτοβα, Μπέργγολτς , Παστερνάκ, Ταρκόφσκι, Ζαμπολότσκι, Ναμπόκοφ, Γκαζντάνοφ, Ποπλάφσκι, Μπερμπέροβα, Οντογιέφτσεβα, Ελάγκιν, Ναρόκοφ στην ποίηση. Η δριμύτατη επίθεση που εξαπέλυσε ο Ζντάνοφ κατά της Αχμάτοβα και του Ζόσενκο, διέλυσε γρήγορα κάθε ελπίδα πως μετά τον πόλεμο, το Κόμμα θα διευρύνει τα όρια ελευθερίας. Ακόμα κι η μουσική ήταν στο στόχο κι ο Σοστακόβιτς κρίθηκε « ανάξιος για το προλεταριάτο.» Στο στόχαστρο όλοι οι διανοούμενοι που δεν έγιναν ποτέ μέλη του κόμματος, , ποιητές, συγγραφείς, μουσουργοί, σκηνοθέτες, στιχουργοί που δεν έσπευσαν να υποβάλουν τα διαπιστευτήριά τους στα θέσφατα της εξουσίας. Ανάμεσά τους ο συγγραφέας Μιχαήλ Ζόσενκο κι η Άννα Αχμάτοβα , η σηματικότερη ποιητική μορφή της Ρωσίας του 20ου αι. Ποιήτριες όπως η Αχμάτοβα, η Τσουκόφσκαγια, η Μπέργγολντς , ζούν στις κατακόμβες της πνευματικής ζωής , σιωπηλά και καρτερικά. Στο μεταξύ , οι νεότεροι διψούν για καλή λογοτεχνία , ρωσική και ξένη. Κάποιοι αρχίζουν να μεταφράζουν δειλά και να δανείζουν τα τετράδιά τους στους φίλους τους για να διαβάσουν ξένους ποιητές. Λόγω των εκτεταμένων διώξεων δεν υπήρχε οικογένεια που να μην είχε κάποιο θύμα ή εξόριστο, ή κατάδικο στα Γκουλάγκ. Χαρακτηριστικά ο Πίμενοφ αναφέρει στα απομνημονεύματά του πως η στάση του απέναντι στο καθεστώς άρχισε να αλλάζει όταν μικρό παιδί έβλεπε την αποβίβαση των καταδίκων στο λιμάνι του Μαγκαντάν το 1943.
Η εποχή του Χρουστσόφ έμεινε στην ιστορία ως η « εποχή που έλιωναν οι πάγοι» Με την αποσταλινοποίηση αρχίζουν να επιστρέφουν από τα Γκουλάγκ και τις εξορίες εκατομμύρια άνθρωποι και χαλαρώνει η λογοκρισία στη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο , το θέατρο και τις υπόλοιπες τέχνες. Είναι η εποχή της σύντομης ρωσικής άνοιξης όπου ακούγονται ονόματα όπως του Μπλοκ, του Γιεσένιν, του Μπάλμοντ, της Τσβετάγιεβα , του Μοντιλιάνι, του Σάβινκοφ. Πολλοί άλλοι όμως παραμένουν απαγορευμένοι και δεν αναφέρονται, σα να μην υπήρξαν ποτέ.
“Η κουζίνα είναι η καρδιά του ρωσικού σπιτιού¨ μας λέει ο Δ. Τριανταφυλλίδης, ¨κάτι σαν την αρχαία εστία¨. Εκεί λοιπόν , στις παρέες, στις κουζίνες, στα εξοχικά , ελεύθερα, έμπιστα, μέσα στο στενό κύκλο φίλων , μπορούσαν να συζητούν πράγματα αυτονόητα αλλά αδιανόητα πιο πριν σε δημόσιες συζητήσεις. Εκείνη την εποχή αρχίζει η λογοτεχνία των Γκουλάγκ ( « Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς» του Αλεξάντρ Σολζενίτσιν ) και του πολέμου (« Στα χαρακώματα του Στάλιγκραντ» του Νεκράσοφ, « Ζωντανοί και νεκροί» του Σύμονοφ και τα έργα των Μπαγκλάνοφ, Μπόνταρεφ, Βορομπιόφ , κ ά ) που περιέγραψε χωρίς φτιασίδια τη ζωή στο μέτωπο. Την περίοδο αυτή άρχισε να γιορτάζεται η Ημέρα της ποίησης. Σε χιλιάδες αίθουσες βιβλιοθηκών και μουσείων ποιητές και απλοί άνθρωποι απήγγειλαν στίχους. Οι ποιητές άρχισαν να απαγγέλουν τα ποιήματά τους σε αθλητικά στάδια και να συγκεντρώνουν χιλιάδες ενθουσιώδεις ακροατές. Στην πλατεία Μαγιακόφσκι γίνονται τα αποκαλυπτήρια του αγάλματος του ποιητή κι αρχίζει εκεί η παράδοση του προσκυνήματος στην ποίηση με απαγγελίες ποιημάτων , ανταλλαγές περιοδικών και βιβλίων , συζητήσεων για τα πολιτικά. Είναι μια εποχή που μια νέα γενιά ποιητών έρχεται στο προσκήνιο , με τους Ροντζέστφενσκι, Γιεφτουσιένκο , Βοζνιεσένκι, Αχματούλινα, και εραστών του Αργυρού αιώνα όπως ο Σόκολοφ και ο Ρουμπατσόφ. Είναι η εποχή που τέσσερις νέοι ποιητές ( Νάϊμαν, Μπόμπισεφ, Ρέϊν και Μπρόντσκι) με κοινή την αγάπη για την ποίηση, τη λατρεία για την Αχμάτοβα , την ασέβεια για την εξουσία , τις συμβάσεις και την καταπίεση έμειναν στην ιστορία ως « Τα ορφανά της Αχμάτοβα» . Αποτελούσαν το περιβάλλον αυτής της γυναίκας που έμεινε σύμβολο γοητείας και μυστικισμού και γλύκαναν τα τελευταία χρόνια της ζωής της, απονέμοντάς της την αναγνώριση και το σεβασμό που της στέρησε η σοβιετική εξουσία. Ο Μπρόνσκι , ο πιο αγαπημένος της από την τετράδα, τιμήθηκε μάλιστα με το Νόμπελ.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 , δημοφιλείς γίνονται οι τροβαδούροι, ποιητές που συνόδευαν τους στίχους τους με μουσική, όπως οι : Οκουτζάβα, Γιεφτουσένκο, Αχματούλινα, Βοζνεσένσκι, Ροζντέσεφσκι, Βίζμπορ, Γκοροντνίτσκι, Γκάλιτς, Βισότσκι. Πολλοί από αυτούς μελοποίησαν ποιήματα του Αργυρού αιώνα , της Αχμάτοβα, της Τσβετάγιεβα, του Μαντελστάμ. Το 1958 απονέμεται το βραβείο Νόμπελ στον Μπορίς Παστερνάκ για το μυθιστόρημά του « Δόκτωρ Ζιβάγκο» . Αμέσως ξεκινάει μια εκστρατεία δυσφήμισης του συγγραφέα, διαγραφής του από την ένωση συγγραφέων, τρομοκράτησης φίλων και υπερασπιστών του . Την εξουσία παίρνει πραξικοπηματικά ο Μπρέζνιεφ. Από κείνη τη στιγμή όλη η άνθιση της ρωσικής λογοτεχνίας μεταφέρεται στον παράνομο τύπο και εκδόσεις , το γνωστό κίνημα του Σαμιζντάτ. Στο Σαμιζντάτ δεν κυκλοφορούσαν μόνο αντιπολιτευτικά κείμενα αλλά και μεγάλοι Ρώσοι λογοτέχνες των οποίων οι επίσημες εκδόσεις δεν έφταναν να καλύψουν τη ζήτηση.
Ξεχωριστή είναι η περίπτωση του Βαρλάμ Σαλάμοφ , που στάθηκε αυτόπτης μάρτυρας της φρίκης των Γκουλάγκ και την περιέγραψε στις « Νύχτες της Κολιμά» . Ο πατέρας του, ιερέας με ευρωπαϊκή κουλτούρα και ανοιχτό, τολμηρό πνεύμα, στάθηκε πολύτιμος αρωγός των εξόριστων επαναστατών για πολλά χρόνια. Ο Σαλάμοφ , μετά από χρόνια βαρειάς χειρωνακτικής εργασίας στα στρατόπεδα καταναγκαστικών έργων θα αποκατασταθεί ως θύμα των διώξεων της σταλινικής τρομοκρατίας , μόλις το 1954. Από τότε έγραψε σειρά έργων που αποτελούν ένα δριμύ κατηγορώ εναντίον του σταλινισμού, ως χρέος του απέναντι στις οικογένειες των θυμάτων και τους νεκρούς, να μη χαθεί η αλήθεια . Χρέος απέναντι στους νεκρούς που χάθηκαν, χρέος να γίνει η λήθη , μνήμη. Οι « Νύχτες της Κολιμά» δε δημοσιεύτηκαν όσο ζούσε.
Η εποχή της παντοδυναμίας του Μπρέζνιεφ ήταν εποχή στασιμότητας. Πολλοί ταλαντούχοι συγγραφείς όπως ο Ιωσήφ Μπρόντσκι , αναγκάζονται λόγω της λογοκρισίας να φύγουν στο εξωτερικό. Αυξάνονται οι εκδόσεις σαμιζντάτ, κυκλοφορούν εκατοντάδες έργα αντιγραμμένα στο χέρι ή δαχτυλογραφημένα παράνομα. Τα πράγματα αλλάζουν μόλις , στα τέλη της δεκαετίας του 1980, εποχή της περεστρόϊκας. Τότε κυκλοφορούν , οι « Νύχτες της Κολιμά» του Σαλάμοφ, το « Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» του Σολζενίτσιν, το « Δόκτωρ Ζιβάγκο» του Παστερνάκ , τα μυθιστορήματα του Πλατόνοφ , του Ζαμιάτιν, του Ναμπόκοφ, του Χοντασέβιτς και άλλων. Είναι η εποχή που το Σαμιζντάτ από underground γίνεταιmainstream. Πολλοί Ρώσοι λογοτέχνες τιμήθηκαν με Νόμπελ, όπως η Σβατλάνα Αλεξιέβιτς, ο Ιβάν Μπούνιν, ο Μπορίς Παστερνάκ, ο Μιχαήλ Σόλοχοφ, ο Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, ο Ιωσήφ Μπρόντσκι. Η Δύση αγαπά τη Ρωσία του Πούσκιν, του Τολστόϊ, του Ντοστογιάφσκι, της Αχμάτοβα, του Μαγιακόφσκι, του Μπερντιάγιεφ , του Μπουλγκάκοφ αλλά και του Τσαϊκόφσκι, του Μουσόρσκι, του Σκριάμπιν όμως τώρα πια πλησιάζει σε βάθος τα άδυτα του πολιτισμού της , χάρη σε ανθρώπους σαν τον Δημήτρη Τριανταφυλλίδη που έχουν αφιερώσει όλη τους τη ζωή, στη διάσωση των φωνών της διανόησης, στην μνήμη , στην αλήθεια που είναι αναγκαίο να διασωθούν σε πείσμα της λήθης ,της καταπίεσης και του σκοταδισμού. Το περιοδικό Στέπα υπηρετεί από το χειμώνα του 2014 αυτόν τον ιερό σκοπό.