Για το “τρεις απόκληροι” του Χέρμαν Μέλβιλ (χριστουγεννιάτικο 4, του Δημήτρη Φύσσα)

0
329

του Δημήτρη Φύσσα

Όπου ευκαιρία να μάθει ο αναγνώστης τη λέξη «φρουμάζω», αν δεν την ξέρει κόλας 

 

Στην είσοδο της πολυκατοικίας, ο νεαρός φρούμαζε ανυπόμονος, με το κινητό στο χέρι. Στα λίγα δευτερόλεπτα που βάδιζα στο διάδρομο, από τη σκάλα μέχρι την έξοδο, τον παρατηρούσα, όσο πλησίαζα την πόρτα: όμορφος, γύρω στα είκοσι, με κάτι το παζολινικά κωλοπαιδαρίστικο στο πρόσωπο- και χτυπιότανε ανυπόμονα. Την ώρα που έβγαινα, το κινητό του χτύπησε, το κοίταξε στιγμιαία  κι όρμησε να μπει στην ίδια πολυκατοικία, σχεδόν μ΄ έσπρωξε.

Ήμουνα βέβαια υποψιασμένος ότι ακριβώς ένα τέτοιο πρόσωπο θα έβρισκα ν΄ ανυπομονεί και ακριβώς εκεί που τελικά το είδα, στο δρόμο πλάι στη Δημοτική Αγορά της Κυψέλης,  γιατί,  όσο έπαιρνα τη συνέντευξη, το κινητό του σημαντικού εκείνου συγγραφέα και μεταφραστή, τον οποίο έβλεπα πρώτη φορά (δεύτερη δεν υπήρξε),  χτυπούσε ξανά και ξανά, κι αυτός απαντούσε τη μια «Όχι ακόμα, έχω δουλειά», την άλλη «Όχι ακόμα, θα σου πω εγώ πότε ν΄ ανέβεις», την παράλλη «Περίμενε». Τελικά τσαντίστηκε κι  έβαλε τις φωνές: «Μην ξαναπάρεις, δε θα το σηκώσω. Φύγε άμα θες,  δε μ΄ ενδιαφέρει». Τότε το τηλέφωνο έπαψε να χτυπάει, ο άνθρωπος μού ζήτησε συγνώμη  και κάποτε ολοκληρώσαμε τη συνέντευξη.

Ο αγενής νεαρός είχε μεν πάψει να τηλεφωνεί, μα δεν είχε πάψει να  φρουμάζει.

ΥΓ. Ο φόνος του συγγραφέα και μεταφραστή έγινε λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 2014.

 

info: Ο Δημήτρης Φύσσας είναι δημοσιογράφος , συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο Εμμανουήλ Ροΐδης, Τρεις μεσαιωνικές μελέτες, Μεταγραφή, υποσημειώσεις, επιλεγόμενα Δ.Φ., Πατάκης.

Προηγούμενο άρθροCharles Perrault: “Γαϊδάρου δορά” (ανέκδοτο στα ελληνικά, μτφρ: Γ. Νίκας)
Επόμενο άρθρο“Κάποιον να του τηλεφωνήσω” (χριστουγεννιάτικο 5, της Βίκυς Τσελεπίδου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ