Ζωή Κ. Μπέλλα.
Ένα ευχάριστο και κατατοπιστικό ανάγνωσμα
πάνω στο θρυλικό για τη «δυσκολία» του
φιλοσοφικό έργο του Ιμάνουελ Καντ.
Το βιβλίο του Πολ Γκάγιερ, που κυκλοφορήθηκε από τις εκδόσεις Gutenberg λίγο πριν κλείσει το 2013, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, δεδομένου ότι έχει υπέρ του το πιο ατράνταχτο επιχείρημα: είναι το μοναδικό του είδους του που υπάρχει στη γλώσσα μας. Διαθέτουμε, βεβαίως, την ογκώδη βιοεργογραφική μελέτη του Ερνστ Κασίρερ (μτφρ. Στ. Γερογιωργάκης, Αθήνα: Ίνδικτος, 2001) και τρία τουλάχιστον αφιερώματα περιοδικών («Υπόμνημα στη Φιλοσοφία», «Νέα Εστία» και «Σύγχρονα Θέματα»)• έχουν ακόμη δημοσιευτεί αξιόλογες μελέτες για επιμέρους πτυχές της καντιανής φιλοσοφίας (όλο και περισσότερες όσο περνούν τα χρόνια) και κάποιες συνοπτικές παρουσιάσεις της, αλλά μια τέτοια συνολική, συστηματική και σε ικανοποιητική έκταση έκθεσή της απουσίαζε από τη βιβλιογραφία μας. Επομένως, η έκδοση αυτή έρχεται να καλύψει ένα κενό.
Θα αδικούσαμε, όμως, το ωραίο βιβλίο αν περιοριζόμασταν σ’ αυτή τη διαπίστωση.Ο Ιμάνουελ Καντ, που αποτελούσε ανέκαθεν «σταθερή αξία» για τη φιλοσοφική σκέψη (και τον πολιτισμό της Δύσης γενικότερα), συγκαταλέγεται στους συγγραφείς που, ιδίως στη χώρα μας, θεωρήθηκαν δυσνόητοι ή «στενού» ενδιαφέροντος. Το βιβλίο αυτό ανατρέπει αυτές τις προκαταλήψεις (προϊόντα μάλλον των κακών μεταφράσεων του παρελθόντος και των κακόζηλων μετακενώσεων του στοχασμού του). Ο Γκάγιερ, καντιανιστής πρώτου μεγέθους, ξεδιπλώνει οργανικά και κλασικότροπα τις απόψεις του αγαπημένου του φιλοσόφου –παρακολουθώντας κατά το δυνατόν την εξέλιξή τους συναρτήσει της ηλικίας και των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών– σε τρεις μεγάλες ενότητες: μία (την πιο εκτενή) για τη γνωσιολογία του (όπου και τα σχετικά με τη μεταφυσική του), μία για την ηθική (άρα και την πολιτική) και μία για την αισθητική του. Στη διαδρομή αυτή μεριμνά σταθερά να εξηγεί ποια κίνητρα οδήγησαν τον Καντ στα θέματα και στις στάσεις που υιοθέτησε και μερικές φορές προσφέρει εν συνόψει τον διεθνή διάλογο, αλλά παίρνει και ο ίδιος θέση, πάνω σε αμφιλεγόμενα σημεία των γραπτών του. Όντας ένας νηφάλιος και έντιμος μελετητής, δεν υπερασπίζει το σύνολο των ιδεών του Καντ. Κάποτε αρκείται απλώς να ερμηνεύσει τους λόγους για τους οποίους ο φιλόσοφος οδηγήθηκε σε μη αποδεκτές σήμερα επιλογές ή πεποιθήσεις, και το κάνει με πολυπαραγοντικούς συλλογισμούς.
Το βιβλίο, ακολουθώντας μάλλον τις αρχές της σειράς όπου φιλοξενήθηκε το πρωτότυπό του, παρέχει σύντομες κι εξαιρετικά χρήσιμες ανακεφαλαιώσεις μετά από κάθε κεφάλαιο, καθώς και σχολιασμένη βιβλιογραφία για παραπέρα ενημέρωση. Κατά το πλείστον η βιβλιογραφία του είναι αγγλόφωνη – πολύ λογικό, αφού προοριζόταν για το συγκεκριμένο κοινό και αφού στην αγγλική μπορεί κανείς να βρει θαυμάσια έργα για τον Γερμανό φιλόσοφο. Η ελληνική έκδοση δεν επεμβαίνει στο σημείο αυτό, παρά για να ενημερώσει αν υπάρχουν και στα ελληνικά μεταφράσεις των αναφερόμενων έργων – τακτική που ακολουθείται και στις υποσημειώσεις. Ωστόσο, μετά τη συγκεντρωτική και εκτενέστερη βιβλιογραφία που συνοδεύει τον τόμο, προστίθεται ένα κατατοπιστικό «Συμπλήρωμα (Πρόσθετη Ελληνόγλωσση Βιβλιογραφία, εκτός Γενικών Έργων Αναφοράς)». Η εργογραφία του Καντ δίνεται μέσα στο αυστηρό «Χρονολόγιο» που προτάσσεται του τόμου, και εκεί παρενείρονται πληροφορίες και για τις ελληνικές εκδόσεις έργων του (οι οποίες, σημειωτέο, δεν είναι και λίγες, ενώ, προϊόντος του χρόνου γίνονται όλο και πιο αξιόπιστες). Διόλου λιγότερο χρήσιμα είναι το ελληνογερμανικό γλωσσάρι (με ορισμούς για τους κυριότερους όρους του Καντ) και το διεξοδικότατο ευρετήριο, που βλέπουμε ότι είναι καταρτισμένο εκ νέου για την ελληνική έκδοση (με τους βασικότερους όρους αποδιδόμενους και στα αγγλικά) και είναι πράγματι αναλυτικότερο από εκείνο της αγγλικής.
Ο Γιώργος Μαραγκός, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, φιλοτέχνησε μια υποδειγματική μετάφραση – χαρά για τους φοιτητές του, αν τελικά προορίζεται και γι’ αυτούς, όπως μπορούμε να εικάσουμε από τον ευρύ (εισαγωγικό) χαρακτήρα του έργου. Όχι μόνο ξέρει να ελίσσεται μεταφέροντας τον αγγλικό λόγο στην ελληνική, ώστε να προκύπτει ένα διαυγές και όσο γίνεται πιο ευκολοδιάβαστο κείμενο, αλλά διακρίνεται και για τη γλωσσική αμεροληψία του, αφού δεν αποφεύγει σε μερικά σημεία (όχι πολλά, ομολογουμένως) την προσφυγή και σε παγιωμένες εκφράσεις της λόγιας παράδοσης, εκεί όπου το καλεί το έργο αναφοράς, η ορολογία του χώρου ή και το ύφος καθαυτό. Στα θετικά της εργασίας πρέπει να προσγράψουμε και τη φροντίδα παραπομπών όλων των άφθονων παραθεμάτων σε σελίδες ελληνικών εκδόσεων, έτσι ώστε ο κάθε ενδιαφερόμενος να μπορεί γρήγορα να συμβουλευτεί και το συγκείμενό τους. Δεν μεταφέρει πάντοτε αυτούσιες τις αποδόσεις των ελληνικών πηγών (με πολύ λίγες το κάνει), αλλά η παραπομπή σ’ αυτές τηρείται απαρέγκλιτα.
Θα ήταν παράλειψη αν δεν επαινούσαμε την αισθητική του τόμου, που είναι ευθέως ανάλογη της λαμπρής του οργάνωσης. Ένα βιβλίο απολαυστικό από κάθε άποψη.
INFO: Paul Guyer, Καντ, πρόλογος-απόδοση Γιώργος Μαραγκός (Αθήνα: Gutenberg, 2013), 683 σελ.
[Η Ζωή Κ. Μπέλλα είναι φιλόλογος, κριτικός λογοτεχνίας]