Βραβείο Ν.Θέμελη: Η “Λούνα” της Ρίκας Μπενβενίστε (της Κατερίνας Σχινά)

0
1085

 

Η ομιλία της Κατερίνας Σχινά για το έργο της Ρίκας Μπενβενίστε “Λούνα” που έλαβε το Βραβείο Νίκου Θέμελη στην τελετή των Λογοτεχνικών Βραβείων του Αναγνώστη 2018.

Με το βραβείο Νίκου Θέμελη βραβεύουμε σήμερα ένα βιβλίο ιστορικής βιογραφίας, όπως το αποκαλεί η ίδια η συγγραφέας του,  μια έξοχη αφήγηση, που διαπλέκει το ιστορικό με το προσωπικό, συνδέει το ατομικό με το συλλογικό και δίνει φωνή στη σιωπή. Βραβεύουμε τη «Λούνα» της Ρίκας Μπενβενίστε.  Στο βιβλίο αυτό η συγγραφέας ξεκινάει από την περιπέτεια μιας φτωχής Ελληνοεβραίας της Θεσσαλονίκης, της μοδίστρας, καλυμματούς για την ακρίβεια, Λούνα Γκατένιο – [ που εκτοπίστηκε μαζί με χιλιάδες ακόμα ομόθρησκούς της στα στρατόπεδα θανάτου, επέζησε, ξαναγύρισε στην πόλη όπου γεννήθηκε, και διένυσε το υπόλοιπο του βίου της μόνη, ανάμεσα σε λιγοστούς συγγενείς και φίλους] για διανοίξει τον φακό της ιστορικής της παρατήρησης στο συνολικό δράμα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης – και δη των φτωχών Εβραίων, που καθώς γράφει  «τα λόγια τους δεν ακούστηκαν, ή πάρα πολλά φορές αγνοήθηκαν και λησμονήθηκαν».   Προσεγγίζοντας με άκρα διακριτικότητα μια χαμηλότονη, αφανή ζωή, που σκίστηκε στα δυο από την οδυνηρή εμπειρία του Ολοκαυτώματος, η Ρίκα Μπενβενίστε μιλάει μέσα απ’ αυτήν για τις αμέτρητες μοναδικότητες που παρέσυρε ο κυκλώνας, μετατρέποντάς τες σε «σκόνη της ιστορίας» που σκορπίστηκε, συχνά χωρίς να αφήσει ίχνη. Περιδιαβαίνει τους τόπους όπου έζησε η Λούνα, τα φτωχικά σπιτάκια των εβραϊκών συνοικισμών, το γκέτο του Βαρώνου Χιρς, τα στρατόπεδα στα οποία εκτοπίστηκαν οι Θεσσαλονικείς Εβραίοι, Άουσβιτς και Μπέργκεν Μπέλσεν, κι ύστερα τις πολλές  διευθύνσεις στη Θεσσαλονίκη απ’ όπου πέρασε , πρώτα τα υπνωτήρια όπου κατέλυσαν για μεγάλα διαστήματα όσοι (λίγοι) Εβραίοι επέστρεψαν στην γενέτειρά τους, ύστερα τα μικρά διαμερίσματα όπου συμμάζεψε τη μικρή της ζωή η Λούνα, το γηροκομείο Σαούλ Μοδιάνο τέλος, όπου και θα πεθάνει, αλλά και το νέο εβραϊκό νεκροταφείο, όπου θα αναπαυθεί, η Μπενβενίστε συνδέει τη ζωή της Λούνας με τα ευρύτερα γεγονότα που την καθόρισαν.

Η Λούνα, γνωστή-άγνωστη της συγγραφέως, πρόσωπο του ευρύτερου οικογενειακού της περιβάλλοντος, πρόσωπο σιωπηλό και εν πολλοίς αινιγματικό,  περνάει από την, ελεγχόμενα φορτισμένη συναισθηματικά, αφήγηση της Ρίκας Μπενβενίστε σαν καθοδηγητική σκιά, δίνοντάς της το έναυσμα, το πλαίσιο και τον τρόπο. “Η ιστορία φτιάχνεται από πρόσωπα και όχι από απρόσωπες δομές που κατασκευάζει ο ιστορικός, πρόσωπα που, ακόμη κι όταν οι πράξεις τους δεν αλλάζουν τον ρου της ιστορίας, επηρεάζουν τους ίδιους, τους γύρω τους, τη συλλογική εμπειρία και την ευρύτερη κοινότητα στην οποία ζουν» έγραψε η Ρίκα Μπενβενίστε. Η Λούνα της μας έκανε να ντραπούμε, να συγκινηθούμε, και κυρίως να σκεφτούμε .

Η αντιφώνηση της Ρίκας Μπενβενίστε

Για το βραβείο του «Αναγνώστη» (12.6.2018)

Ευχαριστώ πολύ τον «Αναγνώστη» και την κριτική επιτροπή για την απόφασή της να μου απονείμουν ένα τόσο τιμητικό βραβείο.

Είναι, νομίζω, εύλογο το ερώτημα που μου τέθηκε αρκετές φορές «Γιατί ένα βιβλίο σαν τη Λούνα, σήμερα;». Πιστεύω πως η απάντηση έχει να κάνει με το γεγονός ότι η γενιά των ανθρώπων που επέζησαν από τις εκτοπίσεις και από τα ναζιστικά στρατόπεδα σιγά-σιγά φεύγει από τη ζωή. Ενώ γνωρίζουμε, πλέον, την ιστορία της εφαρμογής του ναζιστικού σχεδίου για την εξόντωση των Εβραίων της Ευρώπης, διαθέτουμε δηλαδή και τα τεκμήρια και τις ερμηνείες, συνειδητοποιούμε ότι μπορεί να μας διαφεύγουν τα βάσανα ανθρώπων που έζησαν κοντά μας, που στα ανάποδα μεταπολεμικά χρόνια δεν έπαψαν να τυραννιούνται, και οι οποίοι δεν άφησαν μαρτυρίες με τη δική τους φωνή. Ένα βιβλίο σαν τη «Λούνα» προσπαθεί, εκ των υστέρων πάντα, να τους πλησιάσει και να δείξει ότι, μολονότι  «αφανείς», αποτέλεσαν ξεχωριστό αλλά αναπόσπαστο κομμάτι του κόσμου μας  και πως αν δεν σταθούμε στην εμπειρία τους, αν δεν επιχειρήσουμε να την αφηγηθούμε, δηλαδή να την κατανοήσουμε, πάντοτε θα μας διαφεύγει ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας του πρόσφατου παρελθόντος.

Θέλησα, λοιπόν, να εξιστορήσω τον βίο  της γνωστής μου και άγνωστής μου Λούνας, βίο που εκτυλίχθηκε μέσα στην οικογένειά της, μέσα στην εβραϊκή κοινότητα, μέσα στην πόλη της, στη γειτονιά της,  στο στρατόπεδο,  στα λιγοστά της ταξίδια, στα χρόνια πριν από τον πόλεμο, κατά τη διάρκεια του πολέμου και μετά από αυτόν. Κανένας άνθρωπος δεν είναι μοναχικός κομήτης και η ιστορία της Λούνας, δεν μπορούσε παρά να μιλά και για τις ιστορίες άλλων γυναικών, άλλων ανδρών, που έζησαν κοντά της. Θέλησα με άλλα λόγια, να συνθέσω μια ιστορική αφήγηση, τίποτα περισσότερο, αλλά και τίποτα λιγότερο από αυτό. Κάθε αφήγηση, κατά συνέπεια και η ιστορική αφήγηση, χρειάζεται μια πλοκή ∙ αποφάσισα, λοιπόν, σχεδόν αμέσως, ότι οι τόποι κατοίκησης θα μου έδιναν την πλοκή που θα αναδείκνυε τους όποιους καρπούς της έρευνας. Προφανώς, δεν αγνοούσα ότι όσα μου διέφευγαν ήταν πολλά. Έτσι όμως κάνουμε ιστορία: με γεγονότα αδιάσειστα, αλλά και με συσχετισμούς, με επαγωγές, με απουσίες. Χαράσσοντας τις γραμμές εκείνες που συνδέουν τη Λούνα με άλλους βίους και άλλους λόγους.

Συχνά με διακατείχε το αίσθημα ότι  βαδίζω σε ολισθηρό έδαφος, ότι έπρεπε, δηλαδή, να γράφω προσεκτικά, όχι τόσο γιατί αμφέβαλα για την τεκμηρίωση της αφήγησής μου, για τις επιμέρους συνδέσεις και ερμηνείες, για την τοποθέτηση των όποιων ευρημάτων σε ένα πλαίσιο ή στην ιστοριογραφική συζήτηση (δηλαδή, όχι τόσο για τους λόγους που συνιστούν τις σταθερές έγνοιες και αγωνίες των ιστορικών) όσο επειδή η ιστορία που αφηγούμουν, ιστορία βασάνων και μοναξιάς, κάποτε φρικιαστική, είναι πολύ λυπητερή, πολύ πονεμένη.  Από μια άποψη,  το εγχείρημα της συγγραφής ήταν εξαρχής –εν μέρει τουλάχιστον- καταδικασμένο: Κανείς δεν θα ξέρει ποτέ πώς ένιωθε η Λούνα, μια αφανής επιζήσασα. Δεν παραδόθηκα σε τούτη την αυτόδηλη διαπίστωση. Οι νεκροί ζουν μονάχα με τη ζωή που τους αποδίδουν οι ζωντανοί. Όταν η ιστορική αφήγηση δεν προϋποθέτει μια δήθεν γνωστή ιστορία, όταν προσπαθεί να δώσει συνοχή και ολότητα στα αποσπάσματα και στα απομεινάρια της ζωής, τότε μπορεί να αποκτήσει στοχαστική λειτουργία. Αλλά ακόμη κι αν αυτό δεν συμβεί, τότε ας είναι –έτσι κι αλλιώς- kaddish για τη Λούνα.

 

Η Ρίκα Μπενβενίστε ήταν εκτός Ελλάδος και δεν μπόρσε να παραβρεθεί στην τελετή απονομής του βραβείου.

Η Μαριάνα Θέμελη παραδίδει το βραβείο Νίκου Θέμελη στον άνδρα της Ρίκας Μπενβενίστε

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΤο ελληνικό παιδικό και εφηβικό βιβλίο τη χρονιά που πέρασε: τάσεις, συνέχειες και ασυνέχειες                
Επόμενο άρθροΗ Ελισάβετ Κοτζιά για το Βραβείο Μυθιστορήματος του Αναγνώστη 2018: Νίκος Μάντης, “Οι τυφλοί”

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ