Τις τελευταίες δύο μέρες κοιτάζαμε συνέχεια τα κινητά μας. Μήπως ήρθε κάποια κλήση ή κάποιο μήνυμα. Ξέραμε ότι η μάχη που έδινε ο Λευτέρης Βογιατζής στο νοσοκομείο «Υγεία» ήταν άνιση. Το απόγευμα της Μεγάλης Πέμπτης, 2 Μαϊου, την έχασε. Ήταν 68 χρόνων και τα τελευταία χρόνια πάλευε με τον καρκίνο και τις διάφορες φάσεις της καταπολέμησής του. Τελικά το νίκησε μια ισχυρή λοίμωξη. Μέχρι το τέλος, μέχρι τη στιγμή που επικοινωνούσε με την οικογένειά του, τους φίλους του και τους συνεργάτες του το θέατρο είχε στο μυαλό του: «Είδες τελευταία καμιά παράσταση;» ρωτούσε τους επισκέπτες-φίλους του. Και συζητούσε συνεχώς με τον στενό του συνεργάτη, μεταφραστή Νίκο Παναγιωτόπουλο, για το καλοκαιρινό ανέβασμα του Οιδίποδα Τύραννου, που επρόκειτο να περιληφθεί στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών, αλλά όχι στην Επίδαυρο. Σε κλειστό χώρο τον ήθελε τον Οιδίποδα.
Το θεατρόφιλο κοινό, πάντως, έδειξε την τεράστια αγάπη του και το μεγάλο «ευχαριστώ» στον άνθρωπο που έβαλε ανεξίτηλο στίγμα στη σύγχρονη ιστορία του θεάτρου της χώρας πέρυσι το καλοκαίρι. Κατέβηκε στην Επίδαυρο με τον «Αμφιτρύωνα» του Μολιέρου, στο πλαίσιο των παραστάσεων του Εθνικού Θεάτρου, και στο τέλος αυτής της συγκλονιστικής παράστασης, που έμελλε να είναι η τελευταία του, τον χειροκροτούσε για ώρα. Μια κατάμεστη Επίδαυρος χειροκροτούσε με πάθος, με θέρμη, με συγκίνηση και ευγνωμοσύνη έναν άνθρωπο που είχε αφιερώσει τη ζωή του στο θέατρο. Εκείνος, εκείνη τη βραδιά (4 Αυγούστου 2012), σηκώθηκε αργά από τη θέση του, στη πρώτη σειρά του κοίλου και ευχαρίστησε το κοινό βάζοντας το χέρι στην καρδιά του.
Ο Λευτέρης Βογιατζής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945 και συγκεκριμένα στην Καλλιθέα, «όπου έμεινα μέχρι την Ε Δημοτικού» όπως έλεγε στη μεγάλη αυτοβιογραφική του συνέντευξη που έδωσε στη Lifo, τον περυσινό Μάρτιο..Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στην Αθήνα, παρακολούθησε στη Βιέννη το Ράινχαρτ Σεμινάρ και το 1969 τελείωσε τη Σχολή του Κ. Μιχαηλίδη στην Αθήνα. Εμφανίστηκε πρώτη φορά στο θέατρο το 1973 και συνεργάστηκε με το Ανοιχτό Θέατρο του Γιώργου Μιχαηλίδη, με το Αμφιθέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου, με την Ελεύθερη Σκηνή στην παράσταση «Αναντάμ-παπαντάμ» και με την Ελλη Λαμπέτη στη «Σάρα». Το 1981 ίδρυσε την Εταιρεία Θεάτρου η Σκηνή, μαζί με έξι ακόμα ηθοποιούς και από τις πρώτες επιτυχίες αυτής της σύμπραξης ήταν η «Σπασμένη στάμνα» του Χ. Φον Κλάιστ. Μας γνώρισε τη θεατρική γλώσσα του Γιώργου Διαλεγμένου και για το «Σε φιλώ στη μούρη…» είχε τιμηθεί με το βραβείο σκηνοθεσίας Καρόλου Κουν, για την περίοδο 1986-1987. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1998, πάλι για σκηνοθεσία έργου του Γ. Διαλεγμένου («Η νύχτα της κουκουβάγιας») τιμήθηκε με το βραβείο σκηνοθεσίας «Φώτος Πολίτης, το βραβείο Κάρολος Κουν και το βραβείο της Ενωσης Ελλήνων Θεατρικών Κριτικών. Το 1988 ίδρυσε τη Νέα Σκηνή με τη συμμετοχή νέων ηθοποιών και υπηρέτησε με αφοσίωση τόσο το κλασικό και το σύγχρονο ξένο ρεπερτόριο, όσο και το νεοελληνικό έργο. «Τέλος, έγινε Η νέα Σκηνή, όπως νέα ζωή» έλεγε πάλι στη Lifo. Και σιγά σιγά, το Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, έγινε απαραίτητος προορισμός για τους θεατρόφιλους.
Ήταν πάντα και τα δύο ο Λευτέρης Βογιατζής. Και ηθοποιός και σκηνοθέτης. Και ήταν πάντα τελειομανής. Έτσι τον ήξερε ο κόσμος του θεάτρου. Όπως ήξερε ότι ποτέ δεν ήταν σίγουρη η ημερομηνία της πρεμιέρας που ανακοίνωνε. Γιατί πάντα κάτι θα ήθελε να διορθώσει ο Λευτέρης Βογιατζής, κάτι να ξαναδεί. «Μου αρέσουν περισσότερο οι πρόβες από την παράσταση. Όλη αυτή η διαδικασία της ανακάλυψης. Σε ενδιαφέρει να δεις πού βρίσκεσαι, τι κάνεις, τι κάνουν οι άλλοι. Να αποκτήσεις αυτή την ευχαρίστηση που είναι μια πολύ μυστήρια έννοια, εφόσον μπορεί να τη νιώθουν και οι ατάλαντοι. Τι σημαίνει, όμως, ευχαρίστηση; Το ότι μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε; Όμως όχι, δεν μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε – και τότε ακριβώς είμαστε πραγματικά ελεύθεροι. Αλλιώς, είμαστε ασύδοτοι» (Lifo).
Όσο για την περίφημη τελειομανία του, να τι απαντούσε σε συνέντευξή του στο «Βήμα»: «Δεν υπάρχει τελειομανία. Η τελειομανία είναι κάτι στείρο… Η λεπτομέρεια είναι η ραχοκοκαλιά. Χωρίς τη λεπτομέρεια, το επίκεντρο, η βάση, δεν αποκτά φως. Το ένα είναι βοηθός του άλλου. Κάποτε μπορεί να έλεγα ασχολούμαι με λεπτομέρειες και χάνω την ουσία. Δεν υπάρχει αυτό. Σημασία έχει ο τρόπος που ασχολείσαι με ό,τι ασχολείσαι. Και όχι μια γενική εντύπωση του τι είναι σωστό και τι είναι καλό. Αυτά δεν ισχύουν στη δημιουργία ούτε στη διδασκαλία. Κάνουν κακό. Τα παιδιά συνηθίζουν σε μια ομαδοποίηση και όχι στην ατομικότητα. Κι εννοώ την ατομικότητα που δεν διαθέτει την έπαρση του “εγώ είμαι και κανείς άλλος δεν είναι”. Αντιθέτως. Δεν πρέπει να τονίζεται, αλλά να γίνεται. Και για να γίνει, θέλει ταλέντο…»,
Παρότι άνθρωπος του θεάτρου, δεν γύρισε την πλάτη στον κινηματογράφο. Εμφανίστηκε στις ταινίες «Περιπλάνηση» του Χ. Χριστοφή, «Μια θέση στο παράθυρο» της Μ. Νικολακοπούλου, «Ανατολική περιφέρεια» του Β. Βαφέα, «Μελόδραμα», «Βαριετέ», «Ονειρεύομαι τους φίλους μου», «Τα οπωροφόρα της Αθήνας», «Αθήνα-Κωνσταντινούπολη», «Beautiful people», «Η γυναίκα που έβλεπε όνειρα» όλες του Νίκου Παναγιωτόπουλου (που ήταν και στενός του φίλος), «Ακροπόλ» του Παντελή Βούλγαρη
Ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Φώτης Κουβέλης, ήταν ο πρώτος πολιτικός που εξέδωσε ανακοίνωση για το θάνατο του Λευτέρη Βογιατζή. «Ένας σπουδαίος θεατράνθρωπος, ο Λευτέρης Βογιατζής, έφυγε σήμερα από κοντά μας. Ο Λευτέρης υπήρξε ένας πολυτάλαντος εργάτης του Θεάτρου, με ήθος, τόλμη και ασίγαστη ανησυχία. Υπηρέτησε το Θέατρο με ιδεώδη, την Τέχνη χωρίς σύνορα, χωρίς ταμπού, χωρίς στρατεύσεις και λαϊκισμό».
Λίγο αργότερα ο αναπληρωτής υπουργός ΠΑΙΘΠΑ, Κ. Τζαβάρας δήλωνε: «Έφυγε πρόωρα από τη ζωή μια μεγάλη προσωπικότητα του θεάτρου. Ο Λευτέρης Βογιατζής, στην πολύχρονη πορεία του, καταπιάστηκε με όλα τα είδη του θεάτρου και γνώρισε την καταξίωση ανεβάζοντας παραστάσεις που ξεχώρισαν για την αρτιότητά τους. Διέθετε όραμα, οξυδέρκεια και πρωτοποριακό πνεύμα, ενώ κοινός παρονομαστής σε όλες τις δουλειές του ήταν πάντοτε το υψηλό επίπεδο αισθητικής. (…) Θα τον θυμόμαστε για την ανεξάντλητη δημιουργικότητά του, τον ασυμβίβαστο χαρακτήρα του, την εργατικότητά του και τη γνήσια και άδολη αγάπη του για το θέατρο».
Θυμάμαι τον Λευτέρη Βογιατζή κάποιες παραμονές Χριστουγέννων στο σπίτι του Χρήστου Παπουτσάκη, του «Αντί». Τον θυμάμαι στο «Υστατο σήμερα» του Χάουαρντ Μπάρκερ -το «Θερμοκήπιο» δεν πρόλαβα να το δω. Τον θυμάμαι να υποκλίνεται πέρυσι το καλοκαίρι στην Επίδαυρο, και αργότερα στην Ελευσίνα (όπου ξαναείδα τον «Αμφιτρίωνα»). Θα τον θυμάμαι όταν κοιτάζω στη βιβλιοθήκη μου εκείνες τις μοναδικές εκδόσεις-μεταφράσεις του Μολιέρου που λέξη λέξη δούλευαν με τη Χρύσα Προκοπάκη (και ήταν καταρρακωμένη με την είδηση του θανάτου του). Θα θυμάμαι την «Αντιγόνη» του. Θα τον θυμόμαστε όλοι όταν μιλάμε για θέατρο που απευθύνεται στην ευαισθησία, στη σκέψη, στην ψυχή του ανθρώπου. Οταν μιλάμε για θέατρο που διαπαιδαγωγεί και τέρπει.
*
Η κηδεία του Λευτέρη Βογιατζή θα γίνει την Τετάρτη του Πάσχα στις 5 το απόγευμα από το Α Νεκροταφείο και είναι πολύ πιθανό να γίνει δημοσία δαπάνη. Ορθώς, γιατί αρχίζουν και λιγοστεύουν οι άνθρωποι που μπορεί να τους τιμήσει η πολιτεία μ’ αυτόν τη στερνή τιμή. Λίγο νωρίτερα, από τις 12 μέχρι τις 4 το απόγευμα της ίδιας μέρας, η σορός του θα βρίσκεται στο χώρο που ήταν το σπίτι και ο χώρος της δημιουργίας του, στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων.
Πολύ καλός σκηνοθέτης με εμμονή στην λεπτομέρεια. Φυσικά οι μισοί που του κάνουν σήμερα την αγιογραφία εν ζωή τον έβριζαν. Δύσκολος άνθρωπος… Καλό του ταξίδι!