Του Γιάννη Ν. Μπασκόζου.
H Δράμα είναι μια ωραία ήσυχη πόλη. Ακόμα κι όταν καταφθάνουν 300 άτομα, φασαριόζοι καλλιτέχνες, παραμένει ήρεμη. Διαθέτει την ηρεμία της ωραίας γυναίκας που ξέρει ότι αρέσει και δεν ανησυχεί. Η Δράμα δεν ανησυχεί ούτε τον Σεπτέμβριο γιατί ξέρει ότι έχει έναν θεσμό καταξιωμένο που θα προσελκύσει το ενδιαφέρον όλου του σινεφίλ χώρου. Είναι το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους που του χρόνου θα γιορτάσει τα 40 του χρόνια. Δεν είναι και λίγο να διοργανώνεις για μισό αιώνα περίπου ένα Φεστιβάλ σε μια περιοχή κοντά στα σύνορα, να μην απευθύνεσαι στην εμπορική πελατεία και να διατηρείσαι ως εξπέρ στο είδος αυτό.
Για άλλη μια χρονιά διοργανώθηκε το 39ο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους. Βρέθηκα καλεσμένος να παρουσιάσω δύο πολύ καλούς δραμινούς ποιητές: τον Δημήτρη Πέτρου και τον Κυριάκο Συφιλτζόγλου. Είχε γράψει στο τελευταίο κείμενό του ο Μαρωνίτης και για τους δύο. Αλλά δεν είναι μόνον αυτοί είναι και άλλοι: Η Ξένια Παπαδοπούλου, η Γεωργία Τριανταφυλλίδου, ο Αλέξανδρος Αραμπατζής, ο Δημήτρης Αθηνάκης, ο Γιωργος Κασαπίδης κ.ά Είναι περίεργο: οι ποιητές της πόλης ξεπετάγονται σαν τα νερά στο κέντρο της πόλης και δίνουν το υδάτινο στίγμα τους. Διαθέτουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα: είναι ήρεμοι και στοχαστικοί σαν την πόλη τους. Σκάβουν μέσα τους για να περιγράψουν το απώτερο «έξω» τους. Όσο περίκλειστη είναι η πόλη τόσο εξωστρεφής είναι η ποίησή τους.
Ξαναγυρνώ στο Φεστιβάλ Μικρού Μήκους. Κατ΄αρχήν είναι το Ολύμπια, ο κινηματογράφος που γίνονται οι προβολές. Ιδρύθηκε το 1921 από τον εβραίο καταγόμενο από την Κέρκυρα Αιμίλιο Κακή. Λεγόταν Grand Cinema. Στη Βουλγάρικη κατοχή έπαψε να είναι κινηματογράφος, μετά επιτάχθηκε ως θάλαμος ψυχαγωγίας από την ελληνική ταξιαρχία Δράμας. Στη δεκαετία του ΄50 γίνεται ξανά αίθουσα προβολών, αυτή που είναι μέχρι σήμερα. Επιβλητικός στην απλότητά του.
Οι αριθμοί είναι «θορυβώδεις»: 225 ταινίες από 58 χώρες, 152 σκηνοθέτες στα ελληνικά τμήματα, 68 στα ελληνικά διαγωνιστικά και 55 στο διεθνές διαγωνιστικό. 66 σκηνοθέτες από το σπουδαστικό τμήμα. Ταινίες στις οποίες συμμετέχουν πάνω από 5.000 άτομα. Θα μου πείτε η ποσότητα κάνει την ποιότητα; Όχι, βέβαια, αλλά δείχνει ότι το Φεστιβάλ Δράμας είναι ζωηρός πόλος προσέλκυσης των μικρομηκάδων.
Το κοινό στις προβολές νεανικό. Αναγκάζει και τους παλιότερους να τους ακολουθούν το βράδυ στα μπαράκια της πόλη, κυρίως στο Φίκα, το στέκι του Φεστιβάλ. Για τις υπόλοιπες ώρες υπάρχουν τα εστιατόρια στα νερά της Αγίας Βαρβάρας, οι μπουγάτσες του Κροκόδειλου, τα συκωτάκια στην Καλιώρα, οι πίτες της Χαρούλας, οι καφέδες στην Ατλαντίδα. (Αρκεί βεβαίως να μην μπερδευτείς και ζητήσεις τοστ με τυρί ζαμπόν. Θα σε κοιτάξουν περίεργα. Τυρί για αυτούς είναι μόνον η φέτα. Όλα τα κίτρινα, από την γραβιέρα μέχρι το καμαμπέρ, λέγονται κασέρι).
Οι ταινίες φυσικά ήταν το ζητούμενο. Οπτικές πολλές. Θέματα πολλά. Η αναζήτηση της σωστής δοσολογίας στο επίκεντρο. Οι απόψεις διαφορετικές. Υπήρχε πανσπερμία γνωμών για το ποια ή ποιες ταινίες είναι οι καλύτερες. Δεν ξέρω γιατί. Ή έλειψαν αυτές οι λίγες ταινίες που η ποιότητά τους είναι αδιαμφισβήτητη ή υπήρχαν πολλές και καλές, οπότε διασπείρονταν τα γούστα. Η αλήθεια είναι ότι βλέποντας ταινίες συνεχόμενα 6 ώρες την ημέρα νιώθεις λίγο ζαλισμένος. Κάποιες αισθάνεσαι αν όχι την ανάγκη να τις ξαναδείς, τουλάχιστον να τις συζητήσεις.
Ατμοσφαιρικές, σπιρτόζες, άκεφες, μελαγχολικές, ανολοκλήρωτες, τεχνικά προηγμένες, θεματικά αδιάφορες. Ταινίες για όλα τα γούστα. Κυριαρχούν τα ψυχοδράματα, η καταπίεση των μαμάδων, οι αρρώστιες (μπρρ). Λείπουν εντελώς οι κωμωδίες και το χιούμορ. Για άλλη μια φορά , και στον κινηματογράφο, όπως και στη λογοτεχνία, η παρωδία, το χιούμορ, η κωμωδία, η ειρωνεία λείπουν. Τι γίνεται, δεν μας ταιριάζουν; Έλειπαν επίσης οι πειραματικές ταινίες. Υπήρξαν ελάχιστες ( π.χ.«Ο ξένος» της Βούλας Κοψίνη).
Μου άρεσε η καθαρά κινηματογραφική «Ρήξη τυμπάνου» από τους ερασιτέχνες της Λέσχης Ηλιούπολης. Με κέρδισαν οι βραβευμένες « Αλεπού» (Ζακλίν Λέντζου) και ο «Κύβος» (Αλ. Σκούρας). Όπως και τα πολύ ζωντανά με υπέροχους διαλόγους : “Twist” του Μιχάλη Παπαντωνόπουλου και το «Η Αλίκη στο Καφέ» του Δημήτρη Νάκου. Ταινίες με χαρακτήρα. Κι άλλες …δεν τις θυμάμαι πια καλά.
Παρατήρηση : Τα βραβεία ήταν πολλά. Περισσότερα από ότι συνήθως. Οι γκρίνιες δεν έλειψαν- πώς θα γινόταν αλλιώς; Έτσι κι αλλιώς η συμμετοχή έχει τη δική της αξία. (Καλά αυτά τα λες γιατί εσύ δεν διαγωνίζεσαι!).
Η τελετή λήξης μακροσκελής αλλά τα μεζεκλίκια των ποντίων στο μπουφέ που ακολούθησε σε αποζημιώνουν. Όπως και ο άφθονος οίνος. Ο Αντώνης Παπαδοπουλος, ο Παύλος Μεθενίτης, η Ευάννα Βενάρδου, οι υπόλοιποι συντελεστές απολαμβάνουν την επιτυχία ακόμα μιας διοργάνωσης.
Ξαναγυρνάω στα Αίθρια Λογοτεχνικά Μεσημέρια. Ο Παύλος Μεθενίτης εκτός από τον υπογράφοντα και τους δύο δραμινούς ποιητές παρουσίασε τον Ηλία Μαγκλίνη (Λογοτεχνικό Βραβείο Μυθιστορήματος του Αναγνώστη 2016) , τον μυθιστοριογράφο Κωνσταντίνο Τζαμιώτη, τον θεατρικό συγγραφέα Βασίλη Κατσικονούρη και τον πεζογράφο Σωτήρη Δημητρίου. Η άνεση και το χιούμορ του τελευταίου ενδεικτικό της ωριμότητας του. Πολύ προσεγμένες οι παρουσιάσεις έδωσαν αφορμή για ερωτήσεις και σχόλια και κάπως προσπάθησαν να μπολιάσουν την τέχνη της οθόνης με αυτήν της γραφής. Ένας θεσμός που μπορεί να αποδώσει ακόμα περισσότερο αν σκεφτούμε ότι από το σύνολο των ελληνικών ταινιών που παρουσιάστηκαν μόνον 8 βασίζονταν στην λογοτεχνία. Το σενάριο παραμένει το μεγάλο ζητούμενο. Εννιά τους δέκα σκηνοθέτες γράφουν οι ίδιοι το σενάριο- και δεν είναι οικονομικοί οι λόγοι.
Ξανασκέφτομαι τη Δράμα. Όχι τις ταινίες, αλλά τις παρέες, τις συζητήσεις. Ο φίλος μου Κυριάκος έγραψε χθες :« ηρέμησαν απότομα τα πράγματα -περάσαμε πολύ ωραία! Εδώ ξανά βροχή…..μουλιάσαμε κυριακάτικα».
Σημείωση: τις καλύτερες ταινίες της Δράμας μπορείτε να τις δείτε στην Αθήνα, στο Τριανόν 20 – 26 Οκτωβρίου .
Μου έκανε εντύπωση, ότι λείπει από τις ταινίες το χιούμορ και η κωμωδία, είναι ανησυχητικό, διότι ο Έλληνας διαθέτει καλό και έξυπνο χιούμορ. Δε θέλω να πιστέψω ότι χάσαμε το χιούμορ μας, πιστεύω ότι το χιούμορ, μας δίνει τη δύναμη, ώστε να μπορούμε να ανταπεξέλθουμε στην καθημερινότητά μας…Αν το χάσουμε και αυτό!!!!!!