Αναλφαβητισμός vs αναγνωστική ταυτότητα στην Sarah Waters.

0
377

 

Της Σωτηρίας Καλασαρίδου. (*)

Από το Χείλη σαν βελούδο που μεταφράστηκε και εκδόθηκε στη χώρα μας το 2009 (Καστανιώτης), μέχρι το άγνωστο στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό Affinity (1999), και έως την Κλέφτρα που κυκλοφόρησε στα αγγλικά το 2002 με τον τίτλο Fingersmith, προβλήθηκε υπό τον ίδιο τίτλο από το τηλεοπτικό κανάλι BBC εν είδει σειράς τριών επεισοδίων το 2005, και εκδόθηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά το 2007 από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, η συγκρότηση της έμφυλης ταυτότητας του γυναικείου «αποκλίνοντος ερωτισμού» με φόντο το βικτωριανό Λονδίνο του 19ου αι. συνιστά αναντίρρητα τον άξονα γύρω από τον οποίο εξυφαίνονται οι ιδέες και η πλοκή, στήνονται οι διάλογοι και σμιλεύονται οι χαρακτήρες των ηρώων των τριών πρώτων μυθιστορημάτων της Waters.

Εάν η πρόσληψη των ιδεών και η οικείωση των συναισθημάτων των ηρώων των λογοτεχνικών έργων από τους αναγνώστες διαμεσολαβούνται από τις αναγνωσμένες λέξεις, σε ποιο βαθμό η ανάγνωση και ο αναλφαβητισμός ως θέματα ενός ιστορικού μυθιστορήματος έμφυλου λόγου, μπορούν να πυροδοτήσουν μια σειρά αλυσιδωτών εξελίξεων, μετεξελισσόμενα από ελάσσονα ζητήματα της πλοκής σε μοχλούς ανάπτυξης της δράσης του; Πώς μπορούν να πλέκουν και να ξετυλίγουν ταυτόχρονα το κουβάρι της αφήγησης, υπαγορεύοντας σε μεγάλο βαθμό τη μορφή του μυθιστορήματος;

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η Σούζαν Τρίντερ, η μία εκ των δύο κεντρικών ηρωίδων του μυθιστορήματος της Waters η Κλέφτρα είναι αναλφάβητη. Στο πρώτο μέρος του έργου η εν λόγω ηρωίδα αφηγείται τη ζωή της και τη συνάντησή της με τη συμπρωταγωνίστρια του βιβλίου από τη δική της οπτική γωνία και με γνώμονα την άγνοια των πραγματικών γεγονότων και καταστάσεων που ζει, άγνοια που γεννιέται εν πολλοίς από τον αναλφαβητισμό της. Εάν η Σούζαν μπορούσε να διαβάζει, εξαρχής θα γνώριζε, επί παραδείγματι, το περιεχόμενο της δήθεν συστατικής επιστολής, και την παγίδα που της είχαν στήσει οι δικοί της, όπως νόμιζε, άνθρωποι. Ο αναλφαβητισμός επομένως ως συστατικό στοιχείο της ταυτότητάς της όσο η αφήγηση προχωρεί και στα άλλα μέρη του βιβλίου, δεν είναι συνώνυμο μόνο της έλλειψης εγγραμματοσύνης και μιας παρεπόμενης αφέλειας, αλλά ευθύνεται για τα δεινά της, καθώς την καθιστά εύκολο στόχο κι άθυρμα στα χέρια των επιτήδειων μεγαλοαπατεώνων. Η μαγεία της γραφής της Waters συνθέτει ένα τοπίο τρομακτικό με φόντο τους τοίχους ενός φρενοκομείου και ο αναγνώστης προσλαμβάνει τον αναλφαβητισμό ως το απόλυτο ισοδύναμο μιας εφιαλτικής δυστοπίας.

Τι συμβαίνει όμως με την συμπρωταγωνίστρια της Σούζαν και alter ego της, τη Μοντ Λίλι; Η ικανότητα της Μοντ να διαβάζει της εξασφάλισε τη μετάβαση από το ψυχιατρείο, όπου ανατράφηκε και διέμενε μέχρι τα έντεκα περίπου χρόνια της, ύστερα από τα θάνατο της μητέρας της κατά τον τοκετό της ίδιας της Μοντ, στο εύπορο περιβάλλον του αρχοντικού του θείου της. Η ανάγνωση όμως ως δεξιότητα και για τη δεύτερη ηρωίδα ― η οποία μας συστήνεται και οικειωνόμαστε μαζί της πια αποκλειστικά μέσα από τη δική της φωνή στο δεύτερο μέρος του βιβλίου ― αποτέλεσε μια ιδιότυπη φυλακή στην οποία καταδικάστηκε, ζώντας ως γραμματέας του εκκεντρικού θείου της καθημερινά και αδιάλειπτα μέχρι τα δεκαεφτά της χρόνια, καταγράφοντας και αντιγράφοντας από την ηλικία των δεκατριών τα αποκλειστικά ερωτικού περιεχομένου βιβλία της μάλλον ασυνήθιστης βιβλιοθήκης του και διαβάζοντάς τα δημόσια σε ανδρικές παρέες που ο ίδιος επέλεγε. Τα βιβλία και η ανάγνωσή τους δεν αποτέλεσαν για τη Μοντ πράξη ελεύθερης βούλησης και επιλογής αλλά τη μέγγενη από την οποία συνθλίβονταν καθημερινά τα όνειρα, η ελευθερία, και τα νιάτα της.

Η ανάγνωση και τα παρελκόμενά της, όπως το βιβλίο, η γραφή, ο αναλφαβητισμός, χωρίς να καταναλώνουν πολλές από τις σελίδες του βιβλίου, το καθορίζουν, καθώς διατρέχουν το περιεχόμενό του και επιβάλλουν εν πολλοίς τη μορφή του. Οι δύο ηρωίδες εμφανίζονται στον αναγνώστη ως δύο παράλληλες πορείες, οι οποίες συγκλίνουν και συναντιούνται πραγματικά χωρίς προσωπεία στο τέλος του τρίτου μέρους του βιβλίου: αναλφαβητισμός και ανάγνωση, άγνοια και γνώση, Σούζαν και Μοντ, δύο διαφορετικά κεφάλαια αφήγησης των ίδιων γεγονότων λειτουργούν στο βιβλίο ως αντιθετικά δίπολα που επί της ουσίας αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος ή τα μέρη ενός πάζλ που αποκαλύπτονται στον αναγνώστη κομμάτι κομμάτι, συνθέτοντας την εικόνα ενός ανομολόγητου έρωτα του οποίου η γνησιότητα και η αλήθεια επικυρώνονται στην πολύπαθη Σούζαν μέσα από σελίδες γραμμένες από τη Μοντ. Και εδώ η ανάγνωση τόσο ως δεξιότητα όσο και ως πολιτισμική πράξη δικαιώνει αλλά και δικαιώνεται.

(*) Η Σ. Καλασαρίδου είναι Δρ. Διδακτικής της Λογοτεχνίας

Προηγούμενο άρθροΜετά την κρίση, τι;
Επόμενο άρθροTo παιχνίδι της λογικής και του ονείρου

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ