Ανάγνωση και αναγνώστες  (της Μαρίζας Ντεκάστρο)  

0
1007

 

της Μαρίζας Ντεκάστρο

Αλλαγή εποχής και οι ‘τυπικές’ δράσεις φιλαναγνωσίας (παρουσιάσεις βιβλίων, επισκέψεις συγγραφέων ανά την επικράτεια, λέσχες ανάγνωσης…) κλείνουν τον ετήσιο κύκλο τους. Προσεχώς, οι αναμενόμενες καλοκαιρινές σκέψεις και επισκέψεις στα βιβλιοπωλεία με οδηγό τις προτάσεις των εκδοτικών οίκων, των έντυπων και των ηλεκτρονικών ΜΜΕ, την Καλοκαιρινή Εκστρατεία της ΕΒΕ στις βιβλιοθήκες του δικτύου της για τους νεαρούς αναγνώστες, τις επαναλήψεις στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο των ελάχιστων βιβλιοφιλικών εκπομπών και, μακάρι, τις επισκέψεις σε βιβλιοθήκες που έχουν την τεχνογνωσία και ξέρουν να φροντίζουν κάθε αναγνώστη.

Ας μιλήσουμε λοιπόν για τα βιβλία, την ανάγνωση και τους αναγνώστες.

Το αναγνωστικό γούστο

Η ανάγνωση είναι προσωπική σχέση αναγνωστών, βιβλίων, επαγγελματιών του βιβλίου και εκείνων που τα προτείνουν στο κοινό. Κάθε αναγνώστης -παιδί ή ενήλικος- ψάχνει ‘κάτι’ στα βιβλία, το βρίσκει ή δεν το βρίσκει και, διαβάζοντας, αποκτά προσωπικό αναγνωστικό γούστο ισότιμο με κάθε άλλο! Το αναγνωστικό γούστο εξαρτάται με τη σειρά του από τη μορφωτική και την πνευματική υποδομή του αναγνώστη-γνώσεις, εμπειρίες, περιβάλλον ανάγνωσης, προσωπικές συνήθειες, οικογενειακή αναγνωστική συμπεριφορά- και την ποικιλία των προσφερόμενων τίτλων.

Ακόμα και όταν κάποιος ισχυρίζεται πως δεν διαβάζει, δεν είναι αλήθεια. Μπορεί να βαριέται τα βιβλία, αλλά διαβάζει συνεχώς και κάθε στιγμή, από διαφημίσεις μέχρι οδηγίες συσκευών, προσπέκτους προϊόντων, υπότιτλους ταινιών, αναρτήσεις στα ηλεκτρονικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κ.ά. Ας μην ξεχνάμε επίσης πως η ανάγνωση δεν περιορίζεται στα βιβλία, αλλά περιλαμβάνει και την ανάγνωση εικόνων που κι αυτές είναι φορείς ιδεών και επικοινωνίας.

Οι προσδοκίες των ενηλίκων

Πώς αξιολογείται η ανάγνωση γενικά από τους ενηλίκους και πώς από τα παιδιά αναγνώστες; Θέλουμε τα παιδιά μας να διαβάζουν βιβλία επειδή τους δίνουν γνώσεις και μόρφωση, τα ενημερώνουν, τα βοηθούν στην επικοινωνία και στην ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων.

Το βιβλίο έχει ηθική αξία ιδιαίτερα όταν συζητάμε για τα παιδιά και τη σχέση τους με τα βιβλία. Όλοι οι παραπάνω λόγοι συνθέτουν μια εξιδανικευμένη εικόνα για τα οφέλη της ανάγνωσης. Πολύ συχνά, οι προσδοκίες των ενηλίκων δημιουργούν δύο συνηθισμένες παρεξηγήσεις. Η μία αφορά την επιβολή για διάβασμα- Το βιβλίο είναι καλό! Η άλλη, την επιλογή των βιβλίων που είναι ωφέλιμο και χρήσιμο να διαβάσουν -ας θυμηθούμε το σωματείο Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων (έτος ιδρύσεως 1899 και ενεργό μέχρι σήμερα). Κουβέντες όπως Αυτό είναι κλασικό. Το διάβαζα κι εγώ όταν ήμουνα μικρός/ή. Άσε πια τα κόμιξ, όλο εικόνες είναι! Φτάνουν πια οι μάγοι και οι βρικόλακες! Δεν υπάρχουν! Είναι σαχλαμάρες. Και διάβασε επιτέλους τα βιβλία που σου πήρα! εξακολουθούν να ακούγονται στα σπίτια και στα σχολεία και μαρτυρούν τη σύγκρουση απόψεων και ενδιαφερόντων μεταξύ παιδιών και ενηλίκων για το ζήτημα.

Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι νεαροί αναγνώστες επιλέγουν πολύ συχνά βιβλία εντελώς διαφορετικά από αυτά που τους προτείνονται και διαβάζουν με άλλο τρόπο απ’ ό,τι οι ενήλικοι.

Τα παιδιά και οι έφηβοι είναι αναγνώστες υπό διαμόρφωση και αξιολογούν τις αναγνώσεις τους με δικά τους κριτήρια- οι φίλοι και τα διαβάσματά τους παίζουν σημαντικό ρόλο.

Ο συγγραφέας Ντανιέλ Πεννάκ στο Σαν ένα μυθιστόρημα (εκδ. Καστανιώτη, 1999) έγραψε τα 10 δικαιώματα του αναγνώστη. Τα δικαιώματα προσαρμόστηκαν στις προσδοκίες των παιδιών αναγνωστών και κυκλοφόρησαν ως αφίσα που τοιχοκολλήθηκε σε πολλές σχολικές τάξεις.

Σύμφωνα και με πολλούς παιδαγωγούς, τα παιδιά-αναγνώστες έχουν δικαίωμα να διαβάζουν όσες φορές θέλουν το ίδιο βιβλίο, να το παρατούν στη μέση, να πηδάνε σελίδες, απλά να ξεφυλλίζουν και να μη διαβάζουν, να διαβάζουν οπουδήποτε, να πηγαίνουν από το ένα βιβλίο στο άλλο, να σημειώνουν πάνω τους, να τα δανείζουν, να τα χαρίζουν, να τα τακτοποιούν όπως  θέλουν. Με δυο λόγια, τα παιδιά θέλουν κι αυτά να αποκτήσουν στενή προσωπική σχέση με τα βιβλία τους.

Η ψυχαγωγία, η απόλαυση, η χαλάρωση, η συνομιλία με τον εαυτό τους και τους άλλους, το μοίρασμα των σκέψεων, η απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων εμπεριέχονται επίσης στην αναγνωστική διαδικασία.

Κουβεντιάζοντας σε σχολικές τάξεις για την ανάγνωση, η σειρά των παραπάνω όρων αλλάζει όταν η αναγνωστική δραστηριότητα συνδέεται με τη σχολική απόδοση: πρώτες εμφανίζονται η απόκτηση γνώσεων, η ανάπτυξη του λεξιλογίου, η καλυτέρευση του γραπτού λόγου και της ορθογραφίας και δυστυχώς τελευταίες η ψυχαγωγία και η απόλαυση. Φαίνεται μάλλον πως δεν χτίζεται σωστά η σχέση παιδιών και βιβλίων…

Η ανάγνωση είναι ευχαρίστηση και όχι καθήκον! Έτσι, το πρώτο δικαίωμα που προτάσσει ο Πεννάκ, όσο κι αν ακούγεται παράξενο να υποστηρίζεται από έναν συγγραφέα, είναι το δικαίωμα να μη διαβάζεις. Παρόλα αυτά, ακόμα και το δικαίωμα να μη διαβάζουμε βιβλία, περιλαμβάνει αναγνώσεις  και αυτές οι αναγνώσεις συντελούν στην αποκωδικοποίηση, στην ανάπτυξη προφορικού και γραπτού λόγου, στην επικοινωνία.

Για ποιον αναγνώστη μιλάμε;

Μιλάμε για τον εννοούμενο αναγνώστη, αυτόν που φαντάζονται όσοι ασχολούνται με το βιβλίο – συγγραφείς, εικονογράφοι, μεταφραστές, διασκευαστές, εκδότες, εκπαιδευτικοί, γονείς, κριτικοί (βλ. Σούλα Οικονομίδου, Το παιδί πίσω από τις λέξεις, εκδ. Gutemberg, 2016). Ωστόσο, κάθε παιδί-αναγνώστης είναι ιδιαίτερη περίπτωση ανάλογα με την προσωπικότητά του και το πλαίσιο μέσα στο οποίο διαβάζει – στο σχολείο, στον ελεύθερο χρόνο του, όταν του το επιβάλουν ή όταν το αποφασίσει.

Η επιλογή

Επιλέγουν οι ανήλικοι αναγνώστες; Αν ναι, με ποια κριτήρια; Τα παιδιά ξέρουν τι θέλουν και τι τους αρέσει!

Οι ενήλικοι συμφωνούν με τις παιδικές επιλογές; 

Άλλοτε συμφωνούν, άλλοτε όχι, το σύνηθες όμως είναι να επιλέγουν εκείνοι για τα παιδιά, ιδιαίτερα μικρής ηλικίας. Με επιφύλαξη διατυπώνουμε την άποψη για μια μορφή άτυπης λογοκρισίας που ασκούν οι γονείς προς τα παιδικά αναγνώσματα, όταν δεν συνάδουν με τις ατομικές πεποιθήσεις τους. Παράλληλα,

οι επιλογές/προτάσεις των ενηλίκων προς τα παιδιά και τα βιβλία τους διαμορφώνονται επίσης από το κοινωνικό περιβάλλον, το μορφωτικό επίπεδο και την εκδοτική προσφορά, και κατά συνέπεια υπόκεινται, σε ευρύτερο πλαίσιο, σε περιορισμούς ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, την καταλληλότητα του περιεχομένου, τον βαθμό δυσκολίας του περιεχομένου, τη θεματολογία (π.χ. απόρριψη ή πρόταση ανάγνωσης συγκεκριμένων βιβλίων), την τυπολογία (εικονογραφημένα βιβλία, παραμύθια, κόμιξ).

Ένας από τους σημαντικότερους μελετητές της ανάγνωσης, ο Τζον Σπινκ, στο βιβλίο του Το παιδί ως αναγνώστης (εκδ. Καστανιώτη, 1990), υποστηρίζει ότι κατάλληλα βιβλία για κάθε ηλικία είναι αυτά που δεν περιέχουν κοινωνικά/φυλετικά στερεότυπα, το κείμενο και η εικονογράφηση είναι πολυεπίπεδα, εξάπτουν τη φαντασία και την περιέργεια, ανοίγονται σε άλλα βιβλία, δεν είναι μέτριες αντιγραφές/ διασκευές, βοηθούν στη γλωσσική ανάπτυξη. Δεν είναι απαραιτήτως βιβλία που εντάσσονται στον λογοτεχνικό κανόνα και τις λογοτεχνικές αξίες- όπως τουλάχιστον κάποιοι ενήλικοι φαντάζονται εμπειρικά αυτές τις έννοιες.

 

Υπάρχουν ενήλικα «απαγορεύεται»;

Ναι, υπάρχουν και αφορούν τα πορνογραφικά και τα παιδοφιλικά αναγνώσματα.

Θέματα ταμπού; Υπήρχαν πριν μερικές δεκαετίες. Σήμερα κυκλοφορούν δεκάδες βιβλία για κάθε ηλικία με περιεχόμενο που κατά γενική ομολογία θίγει εξαιρετικά τραυματικές καταστάσεις, όπως την παιδική εκμετάλλευση, την κακοποίηση, την ενδοοικογενειακή βία, τις ασθένειες, τον πόλεμο,  το Ολοκαύτωμα, τον εκφοβισμό, κ.ά., θέματα για τα οποία μιλούν πλέον ανοιχτά και πολύ προσεκτικά οι συγγραφείς με σκοπό να πληροφορήσουν και να καλλιεργήσουν την ενσυναίσθηση.

Μπορούμε να μιλάμε για μόδα και τάσεις στα περιεχόμενα των παιδικών βιβλίων;

Μπορούμε! Εμπορικοί λόγοι κάνουν μόδα επιτυχημένες τηλεοπτικές σειρές και ταινίες μετατρέποντάς τις συνήθως σε εικονογραφημένα βιβλία για μικρά παιδιά ή σε κόμιξ. Αν πιστεύουμε ότι το ένα βιβλίο φέρνει το άλλο, λέμε ότι δεν είναι κατευθείαν για πέταμα. Βεβαίως ενδέχεται να τυποποιήσουν προσωρινά τις αναγνωστικές προτιμήσεις των παιδιών, όμως τα εξοικειώνουν με το έντυπο και είναι στο χέρι μας να τους προτείνουμε συναφή βιβλία πιο προχωρημένα. Στις καλύτερες των περιπτώσεων, πόσα παιδιά δεν έμαθαν για τους Ρωμαίους με τον Αστερίξ προτού φτάσουν στον κλασικό Μπεν Χουρ ή για την άγρια Δύση παρέα με τον Λούκι Λουκ, για τα αυτοκίνητα μέσω του Ντίσνεϊ, τη ζωή των μελισσών από τη Μάγια τη μέλισσα, ή οικογενειακά ζητήματα διαβάζοντας τους Σίμσον;

Επίσης, πέρα από το γεγονός ότι κάθε μικρό ή μεγάλο παιδικό πρόβλημα γίνεται πλέον βιβλίο, τα φαινόμενα και οι προβληματισμοί που απασχολούν τις κοινωνίες ωθούν τους συγγραφείς να γράψουν. Τελευταία, για παράδειγμα, εκδόθηκαν πολλά  παιδικά βιβλία με θέμα το προσφυγικό, τον θάνατο και το μπούλινγκ, βιβλία που δεν απευθύνονται σε όσους βιώνουν αυτές τις καταστάσεις, αλλά σε εμάς τους άλλους! Προσέχουμε λοιπόν σε ποιους τα δίνουμε.

Το σχολείο

Το εκπαιδευτικό σύστημα έχει στόχο να αποκτήσουν οι μαθητές/τριες αναγνωστική επάρκεια, να μπορούν να αποκωδικοποιούν και να κατανοούν κείμενα και περικείμενα, να επικοινωνούν αποτελεσματικά  και να αποκτήσουν αναγνωστική εμπειρία και αναγνωστικές συνήθειες. Εξασφαλίζει σε όλες τις βαθμίδες του πρόσβαση σε βιβλία (στα δικά του εγχειρίδια-ανθολόγια και στις βιβλιογραφικές προτάσεις που περιλαμβάνουν). Τα σχολικά βιβλία είναι εκ των πραγμάτων βιβλία μέσου όρου ηλικίας και γνωστικού επιπέδου, παρουσιάζουν στο κοινό τους ποικιλία περιεχομένου και κειμενικών ειδών, είναι υποχρεωτικά για όλους και δεν αφορούν εξατομικευμένες αναγνωστικές προτάσεις. Αυτές τις κάνουν με σύνεση οι εκπαιδευτικοί οι οποίοι πρέπει να επιμορφώνονται για το τι είναι παιδικό βιβλίο και πώς να επιλέγουν και τι θα πει φιλαναγνωσία, για την οποία όλοι πασχίζουν, αλλά δεν ξέρουν πώς να τη διαχειριστούν.

Όσον αφορά την πρόσβαση άλλων πληθυσμών (απομακρυσμένων οικισμών, ορεινών /αγροτικών περιοχών, μεταναστών, προσφύγων, φυλακών ανηλίκων, κλπ.) και την αποστολή βιβλίων σε κατά τόπους βιβλιοθήκες, την αναλαμβάνουν συνήθως ιδιωτικοί φορείς, όπως ΜΚΟ, σύλλογοι, σωματεία. Κι εδώ θέλουμε να επισημάνουμε ότι ο εμπλουτισμός ή η δημιουργία βιβλιοθήκης χρειάζονται, πέρα από την καλή προαίρεση, γνώσεις, προγραμματισμό και σύστημα. Κυρίως χρειάζονται ανθρώπους που θα κάνουν τη βιβλιοθήκη πόλο έλξης της τοπικής κοινωνίας. Γιατί πολλοί δεν έχουν καταλάβει μέχρι σήμερα ότι οι βιβλιοθήκες δεν είναι αποθετήρια, αλλά ζωντανοί οργανισμοί.

Εν κατακλείδι, φροντίζουμε να φτάνει το κατάλληλο βιβλίο στον κατάλληλο αναγνώστη την κατάλληλη στιγμή.

 

 

Προηγούμενο άρθροΗ ποίηση ενάντια στην ποίηση (του Κώστα Καλημέρη)
Επόμενο άρθροLife style και αποκαλυπτική δημοσιογραφία (της Δήμητρας Ρουμπούλα)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ