Αιθεροβάμονες χορευτές των 80s (της Λίλας Κονομάρα)

0
442

της Λίλας Κονομάρα.

Βλέποντας την έκθεση για τη δεκαετία του ’80, κάποιος που έχει ζήσει εκείνη την εποχή δεν μπορεί να μη συγκινηθεί. Ανατρέχοντας τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αντικρίζοντας αντικείμενα που συντρόφευαν τη ζωή του για χρόνια και που έχουν οριστικά χαθεί, κατακλύζεται από δεκάδες αναμνήσεις: το σχολικό θρανίο και η ποδιά, μια μάρκα κολόνιας, μια διαδήλωση ή μια συναυλία όπου φώναζες γεμάτος ενθουσιασμό, μια βόλτα με το περιβόητο pony της εποχής.

Αν έπρεπε να συνοψίσω σε λίγες λέξεις αυτό που υπήρξε για μένα η δεκαετία αυτή τι θα επέλεγα;

Αρχικά πως είχαμε να κάνουμε με μια χώρα εν τω γίγνεσθαι. Όλα βρίσκονται σε διαδικασία εξέλιξης και μεταβολής, η εθνική και κοινωνική μας ταυτότητα είναι υπό διαμόρφωση. Οι μνήμες της δικτατορίας, ακόμα νωπές, η αμφισβήτηση και οι αντίρροπες δυνάμεις ισχυρές. Τα χτυπήματα της 17 Νοέμβρη απανωτά. Το σύνθημα είναι αλλαγή. Ταυτόχρονα, η είσοδος στην ΕΟΚ και το χρήμα που εισρέει συμβάλλουν στη δημιουργία ενός έντονου κλίματος αισιοδοξίας. Η ευμάρεια, παρότι επίπλαστη, συμβάλλει στην ανοικοδόμηση, πολύς κόσμος αποκτάει δικό του σπίτι. Είναι η εποχή που όπως λέγαμε «τα λεφτά φτουρούσαν». Υιοθετώντας δυτικά μοντέλα ζωής, ο αστός εγκαταλείπει το κέντρο της πόλης για τα προάστια, η λέξη «μεζονέτα» μπαίνει στο λεξιλόγιο του Έλληνα. Τα παλιά αυτοκίνητα αποσύρονται, η όψη των δρόμων αλλάζει. Την ίδια εποχή, παρατηρείται και ένα άλλο ρεύμα – απόηχος της χίπικης εποχής – φυγής νέων ανθρώπων στην επαρχία και δη σε απομακρυσμένες περιοχές ή νησιά της άγονης γραμμής σε αναζήτηση ενός πιο φυσικού τρόπου ζωής. Διάφοροι νόμοι που ψηφίζονται όπως ο πολιτικός γάμος, η κατάργηση της προίκας, η αποποινικοποίηση της μοιχείας, η νομιμοποίηση της άμβλωσης, αλλά και μια πιο ανοιχτή συζήτηση πάνω σε θέματα έμφυλης ταυτότητας και σεξ συντείνουν στην κατάργηση αρκετών ταμπού και στη διαμόρφωση μιας άλλης αντίληψης γύρω από τις σχέσεις και τους κοινωνικούς θεσμούς.

Ένα άλλο γνώρισμα της εποχής είναι, νομίζω, ο πλουραλισμός. Η ελληνική κοινωνία ανοίγεται προς διάφορες κατευθύνσεις, έρχεται σε επαφή με ιδέες, ρεύματα, μόδες από το εξωτερικό. Ο πλουραλισμός χαρακτηρίζει όλες τις μορφές της τέχνης. Και πρώτα απ’ όλα ελεύθερη ραδιοφωνία και ιδιωτικά κανάλια. Καταφθάνουν σπουδαίοι καλλιτέχνες και μεγάλα συγκροτήματα από το εξωτερικό, το Ρόδον βάζει την Ελλάδα στο συναυλιακό χάρτης της Ευρώπης. Στις οθόνες των καινούριων έγχρωμων τηλεοράσεων εμφανίζεται το Mtv και τα πρώτα βιντεοκλίπ χάρη στα οποία αποκτάμε άλλη πρόσβαση στη μουσική. Από τα αντάρτικα, τα ρεμπέτικα και το ροκ περνάμε στο punk, στο metal και το new wave, παρά τις έντονες διαμάχες με κάποιες μερίδες πολιτικά στρατευμένων και τις ενστάσεις σχετικά με την περιβόητη «ελληνικότητα» που ακόμα και σήμερα ταλανίζουν τη χώρα. Τα απογεύματα, ο κόσμος σιγοτραγουδάει τα τραγούδια της Λιλιπούπολης, ο Χατζιδάκις μεταμορφώνει το Τρίτο, εκδίδει το Τέταρτο. Στο βιβλίο σημειώνεται εκδοτική άνθηση, πληθαίνουν οι μεταφράσεις ξένων σημαντικών συγγραφέων. Όπως επισημάνθηκε ήδη στο άρθρο του Γ. Μπασκόζου η κυκλοφορία των λογοτεχνικών περιοδικών είναι ιδιαίτερα αυξημένη και ο αριθμός τους φτάνει τα 70 σε Αθήνα και επαρχία στα τέλη της δεκαετίας. Ταυτόχρονα πληθαίνουν οι θεατρικές ομάδες, η Αθήνα γεμίζει θέατρα χάρη στις διάφορες επιχορηγήσεις, ομάδες όπως της Ελεύθερης Σκηνής με την Άννα Παναγιωτοπούλου, τον Μίμη Χρυσομάλλη, τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, τον Σταμάτη Φασουλή και τόσους άλλους ανανεώνουν την επιθεώρηση, ο Κουν, ο Ευαγγελάτος, ο Ποταμίτης και άλλες ισχυρές μορφές αφήνουν το στίγμα τους στο χώρο, στην επαρχία κάνουν την εμφάνισή τους τα ΔΗΠΕΘΕ. Οι ίδιες αυτές επιχορηγήσεις φυσικά θα συντηρήσουν επί χρόνια διάφορα σχήματα που δεν έχουν καν λόγο ύπαρξης και η μουσική σκηνή θα μεταφερθεί εν μέρει και στα σκυλάδικα και στα τεραστίων διαστάσεων «καψουρομάγαζα» .

Η δεκαετία του ’80 αναδεικνύεται η δεκαετία του life style.  Περιοδικά όπως το Κλικ δίνουν τον τόνο, αποφασίζοντας για το τι είναι in και τι out, οι όροι αυτοί που σήμερα εξακολουθούν να υπάρχουν ή έχουν αντικατασταθεί από έναν ανορθωμένο ή κατεβασμένο αντίχειρα, πρωτοεμφανίζονται τότε. Η εμφάνιση της μέσης Ελληνίδας αλλάζει δραματικά, παύει να είναι η κακοντυμένη ή «η βλάχα», συγκρινόμενη με τις ξένες. Οι ξένες μάρκες (Benetton, Kookai κλπ.) κατακλύζουν την αγορά, νέοι έλληνες μόδιστροι όπως ο Billy Bo, ο Polatof και άλλοι μπαίνουν δυναμικά στο παιχνίδι.

Στο χώρο της διασκέδασης εμφανίζονται επίσης μεγάλες αλλαγές. Από την ταβέρνα, την μπουάτ και στη συνέχεια την ντίσκο, η διασκέδαση μετατοπίζεται στα μπαρ. Τα Παπάκια, η Ράτκα, Οι Απέναντι, το Λούκι, το Décadence, το υπέροχο Bright Shoe και τόσα άλλα αποτελούν τόπους συνεύρεσης, γνωριμίας και διασκέδασης. Αιθεροβάμονες χορευτές, οι νέοι στροβιλίζονται σ’ ένα κόσμο όπου όλα φαίνονται δυνατά. Η αισιοδοξία και η αθωότητα ρέουν άφθονες στα ποτήρια που γεύονται το τζιν, τη βότκα, το μπακάρντι και άλλα ποτά που εξοστρακίζουν το κλασικό βερμούτ των παλαιότερων δεκαετιών. Απολαμβάνουν μια μοναδική χαλαρότητα, κάνουν όνειρα που δεν ψαλιδίζει καμία κρίση, κανένας φόβος ανεργίας. Δεν βιώνουν την ακύρωση σε μια κοινωνία που τους τοποθετεί στο περιθώριο. Δεν είναι πολεμιστές, δεν χρειάζεται να αναπτύξουν τακτικές, να προγραμματίσουν, να κινηθούν στοχευμένα με υπερεντατικούς ρυθμούς. Δεν είναι συνεπώς ούτε και τόσο δομημένοι όσο πολλά από τα σημερινά παιδιά.

   Αντιφάσεις, να μια άλλη λέξη που θα έδινα σ’ αυτή τη δεκαετία. Απόγειο και παρακμή. Χαλαρότητα, αισιοδοξία και όνειρα που έμειναν τα περισσότερα στον αφρό ή πνίγηκαν κάτω από τόνους ρηχότητας. Λεφτά που θα ‘φτιαχαν μια καλύτερη χώρα που τελικά φαγώθηκαν. Φιλότιμα και αξίες που χάθηκαν κάτω από τη νοοτροπία του εύκολου πλουτισμού. Δυτικά μοντέλα και πάσης φύσεως παροχές που αφομοιώθηκαν άκριτα, χωρίς δεύτερη σκέψη. Παραλίες γυμνιστών που αφανίστηκαν από τον ομαδικό τουρισμό και τις ξαπλώστρες. Νέοι που μεταμορφώθηκαν σε γιάπις. Μπαρ όπου ο καθένας πια πίνει μόνος του το ποτό του και σπάνια φλερτάρει. Χαμένες ευκαιρίες. Μια στροφή που δεν πήραμε. Ναι. Τότε όμως δεν το ξέραμε. Ήμασταν νέοι και περνούσαμε ωραία σ’ έναν κόσμο που υποσχόταν την ευτυχία. Μήπως πάντα δεν διασκέδαζε πολύ ο κόσμος τις παραμονές των μεγάλων καταστροφών;

Τα αποτυπώνει άραγε όλα αυτά η έκθεση στο Γκάζι; Ναι, για όσους έζησαν εκείνη την εποχή και μπορούν μέσα τους να συμπληρώσουν τα κενά. Γιατί παρόλο που το εγχείρημα είναι αξιόλογο και παρατίθεται πολύ αρχειακό υλικό και δη όσον αφορά τις πολιτικές αλλαγές, άλλες ενότητες, όπως οι τέχνες ή οι νεανικές κουλτούρες έχρηζαν μεγαλύτερης έρευνας και παρουσίασης. Γίνονται όμως σαφή για τις νεότερες γενιές τα βασικά χαρακτηριστικά εκείνης της δεκαετίας; Η μετάβαση από μια πραγματικότητα σε μια άλλη; Οι λαμπρές προοπτικές, ο ενθουσιασμός και τα οράματα; Οι χαμένες ευκαιρίες; Ίσως μια άλλη διάταξη του υλικού που θα συγκροτούσε μια αφήγηση βασισμένη στις ιδεολογίες και τις αντιλήψεις να βοηθούσε περισσότερο. Πιο διακριτές ενότητες, με αντιπαραθέσεις με παλιότερες εποχές και περισσότερες διαδραστικές πρακτικές, με μεγαλύτερη χρήση βίντεο και ηχητικού υλικού θα καθιστούσε πιο ουσιαστικό τον τρόπο που προσεγγίζει το υλικό ο θεατής επιτρέποντας να αναδυθεί το τόσο γλυκόπικρο άρωμα εκείνης της εποχής.

Προηγούμενο άρθροΛογοτεχνικής δεκαετίας του 80 συνέχεια (του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου)
Επόμενο άρθρο«Δε θα μας κρίνουν παρά τα ασθενή, τα πλέον ανυπεράσπιστα του κόσμου» (του Αντώνη Καρτσάκη)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ