Αδιανόητος ο δημιουργός έξω από την αστική του μήτρα (του Δημήτρη Φύσσα)

1
820

 

Δημήτρης Φύσσας.

 

Καιρό τώρα παρακολουθώ τη συμπόρευση της κ. Μαρίας Παπαδήμα με το έργο του μεγάλου Πορτογάλου ποιητή (αλά και πεζογράφου, δοκιμιογράφου, θεατρικού συγγραφέα κλπ κλπ): θεωρώντας τον οιονεί  δάσκαλό της, μια εικοσαετία τώρα η κ. Παπαδήμα έχει δώσει στα ελληνικά το μεγαλύτερο και σημαντικότερο έργο του Πεσόα, με έγκυρες μεταφράσεις απευθείας από τα πορτογάλικα  και λογοτεχνική αίσθημα υψηλού επιπέδου.  Αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά σε όποιον παρακολουθεί τη εκδοτική κίνηση, κι έχουν πολλαπλά επιβεβαιωθεί.

Τώρα όμως, η κ. Παπαδήμα προχώρησε ένα βήμα πέρα, επαναλαμβάνοντας σε ευρύτερη κλίμακα κάτι που είχε ξανακάνει με την «Ουσία του εμπορίου»: σκέφτηκε, σύνθεσε και έβγαλε η ίδια ένα ακόμα πρωτότυπο βιβλίο με πεσοϊκές ψηφίδες, το «Ω Λισαβόνα σπίτι μου!»), αποδείχνοντας όχι μονάχα την πλήρη εποπτεία του πεσοïκού έργου, που προφανώς τη διαθέτει, αλλά και την πρωτότυπη φιλολογική της σκευή.

Κι αν στην «Ουσία του εμπορίου» το θέμα ήταν οι οικονομικές, εμπορικές, παραγωγικές κλπ γραφές κι απόψεις του μεγάλου Πορτογάλου, εδώ έχουμε κάτι προφανώς σημαντικότερο: τη συλλογή, ταξινόμηση και έκδοση αποσπασμάτων σχετικών με τη «μήτρα» του ποιητή, τη Λισαβόνα. Λέω «σημαντικότερο», και παραπάνω είπα «ευρύτερη κλίμακα» κι ο λόγος είναι απλός: δεν μπορούμε να φανταστούμε τον Πεσόα δίχως τη Λισαβόνα (του), ενώ κι η πόλη αυτή θα ήταν φτωχότερη χωρίς τον Πεσόα (της). Κάτι που ισχύει άλλωστε για κάθε μεγάλο συγγραφέα και την πόλη του.

Όπως το θέτει η ίδια η ερανίστρια: « Ἡ  Ἀλεξάνδρεια τοῦ Καβάφη καὶ τοῦ Ντάρρελ, τὸ Λονδίνο τοῦ Ντίκενς, τὸ Δουβλίνο τοῦ Τζόυς, τὸ Παρίσι τοῦ Μπωντλαὶρ καὶ τοῦ Ἀραγκόν, τὸ Βερολίνο τοῦ Νταίμπλιν, ἡ Πράγα τοῦ Κάφκα, ἡ Βαρκελώνη τοῦ Μονταλμπάν, ἡ Νέα Ὑόρκη τοῦ Ντὸς Πάσσος καὶ τοῦ Ὦστερ, τὸ Κάιρο τοῦ Μαχφούζ, ἡ Κωνσταντινούπολη τοῦ Παμοὺκ εἶναι μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς – πόλεις μὲ πνεῦμα ἀλλὰ καὶ μὲσάρκα, ἀπολύτως ὁρατὲς καὶ ἁπτὲς στὸ ἔργο τους, δίπλα στὶς ὁποῖες μπορεῖ ἐπάξια νὰ προστεθεῖ ἡ Λισαβόνα τοῦ Πεσσόα».

Και φυσικά, η ερανίστρια παίρνει αδιάκριτα υλικό (συγκεκριμένα, υπάρχουν 82 –αν τα μέτρησα σωστά- αποσπάσματα) , είτε έχει την υπογραφή «Πεσόα» είτε  προέρχεται από κάποιον «ετερώνυμον» του δημιουργού. Όπως σημειώνει η ίδια: «Τὰ κείμενα ποὺ ἀπαρτίζουν αὐτὸ τὸ βιβλίο προέρχονται ἀπὸ τὰ ‘Ποιήματα’  τῶν ἑτερωνύμων Ἀλμπέρτο Καέιρο καὶ Ἄλβαρο ντὲ Κάμπος, ἀπὸ ‘Τὸ Βιβλίο τῆς ἀνησυχίας’ τοῦ Μπερνάρντο Σοάρες,  τὴν ἀλληλογραφία τοῦ Φερνάντο Πεσσόα μὲ τὴν Ὀφέλια καὶ ἀπὸ τὶς προσωπικὲς σημειώσεις τοῦ ποιητῆ». (Η κ. Παπαδήμα σημειώνει ωστόσο, κάτω από κάθε απόσπασμα, ποιος ακριβώς το υπογράφει).

Για όποιον/α τυχόν δεν το ξέρει, σημειώνω βιαστικά ότι ο Πεσόα χρησιμοποιούσε τον ελληνογενή όρο «ετερώνυμος» (που πιθανότατα τον έπλασε ο ίδιος) για τους συγγραφείς διάφορων κειμένων του, όρο που διαφέρει ριζικά από ένα κοινό φιλολογικό ψευδώνυμο, μια και οι σημαντικότεροι ετερώνυμοι  έχουν διαφορετικά βιογραφικά / συγγραφικές εμμονές / ύφος κλπ, ενώ αναπτύσσουν και «σχέσεις» μεταξύ τους. Κάθε φορά που εκδίδει μεταφρασμένα τα βιβλία που «υπογράφει» ο καθένας απ΄ αυτούς, η Παπαδήμα προτάσσει και τα δεδομένα που αφορούν τον αντίστοιχο ετερώνυμο. Θυμίζω μάλιστα ότι οι καταγραμμένοι ετερώνυμοι είναι γύρω στους 120, ενώ ενδέχεται να προκύψουν κι άλλοι, αφού το περίφημο μπαούλο με τα χειρόγραφα κατάλοιπα του ποιητή συνεχίζει να «παράγει» υλικό.

Επιστρέφω τώρα σε όσα γράφει η ερανίστρια στο «Ω Λισαβόνα σπίτι μου!» για την «οργάνωση της παρούσας έκδοσης». Το βιβλίο διαιρείται «στὰ κεφάλαια ‘Λισαβόνα’, ‘Τάγος’, ‘Μπάισα’, ‘Ρούα ντὸς Ντοραδόρες’, ‘Διαδρομὲς’ καὶ ‘Διαβάτης τῆς πόλης καὶ τῆς ζωῆς’. Τὰ τέσσερα πρῶτα ἑστιάζουν στὴν ἀναπαράσταση τῆς Λισαβόνας καὶ τῶν συνθετικῶν μερῶν της, ἔχοντας πάντα κατὰ νοῦ ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀπόλυτος διαχωρισμός τους, καθὼς ἀλληλοδιεισδύουν ἀκατάπαυστα τὸ ἕνα στὸ ἄλλο. Τὸ κεφάλαιο ‘Διαδρομὲς’ ἀποτυπώνει τὴ λισαβονέζικη καθημερινότητα τοῦ ποιητῆ, ἐνῶ στὸ τελευταῖο κεφάλαιο μὲ τίτλο ‘Διαβάτης τῆς πόλης καὶ τῆς ζωῆς’, ἡ πόλη τῆς Λισαβόνας γίνεται ἀφήγημα, ἱστορία, ἀνεξάντλητο ‘μπαοῦλο’ τῶν ἀνθρώπινων πεπρωμένων περασμένων καὶ μελλούμενων».

Συμπληρώνω ότι το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στην παλιά, κεντρική εμπορική συνοικία της πόλης, ενώ το τρίτο σ΄ ένα κατ΄ εξοχήν εμποροτεχνικό δρόμο, τη Ρούα ντος Ντοραδόρες (Οδός των Επιχρυσωτών στα καθ΄ημάς), έναν από τους δρόμους όπου κατά καιρούς εργαζόταν(σαν πολύγλωσσος που ήταν, δούλευε κατά κύριο λόγο free lancer αλληλογράφος και μεταφραστής εμπορικών οίκων), και τον οποίο έχει ανυψώσει σε σύμβολο.  Όπως γράφει ο ίδιος: «Ἂν τὸ γραφεῖο τῆς Ρούα ντὸς Ντοραδόρες ἀντιπροσωπεύει γιὰ μένα τὴ ζωή, ὁ δεύτερος ὄροφος ποὺ μένω, στὴν ἴδια Ρούα ντὸς Ντοραδόρες, ἀντιπροσωπεύει γιὰ μένα τὴν Τέχνη. […] Ναί, αὐτὴ ἡ Ρούα ντὸς Ντοραδόρες περιέχει γιὰ μένα ὅλο τὸ νόημα τῶν πραγμάτων, τὴ λύση ὅλων τῶν αἰνιγμάτων» (και δεν έχει καμιά σημασία αν έμενε ή δεν έμενε όντως εκεί που γράφει).

Ας μη νομιστεί ότι καταγράφονται αποκλειστικά χώροι της πόλης. Οι άνθρωποι έχουν επίσης την τιμητική τους, στη συγχρονία και τη διαχρονία της πορτογάλικης πρωτεύουσας, συναρτημένοι με τους αστικούς, τους λισαβονέζικους χώρους φυσικά. Όπως λέει ο «Μπερνάρντο Σοάρες» στο μότο του βιβλίου: «Ἂν ἔπρεπε νὰ συμπληρώσω ἕνα ἐρωτηματολόγιο ἀπαντώντας στὴν ἐρώτηση σὲ ποιές λογοτεχνικὲς ἐπιρροὲς ὀφείλεται ἡ καλλιέργεια τοῦ πνεύματός μου, θὰ ξεκινοῦσα μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Σεζάριο Βέρντε ἀλλὰ δὲν θὰ τελείωνα χωρὶς νὰ γράψω τὰ ὀνόματα τοῦ ἀφεντικοῦ Βάσκες, τοῦ λογιστῆ Μορέιρα, τοῦ ἐμπορικοῦ ἀντιπροσώπου Βιέιρα καὶ τοῦ παιδιοῦ γιὰ τὰ θελήματα Ἀντόνιο. Καὶ σὲ ὅλους θὰ ἔβαζα μὲ κεφαλαῖα τὴ διεύθυνση-κλειδί: ΛΙΣΑΒΟΝΑ». Δηλαδή ισότιμα με το γνωστό ποιητή Βέρντε, ο Πεσόα  «σώζει από την ανωνυμία», όπως θα έλεγε ο Άρης Αλεξάνδρου, τέσσερα άσημα πρόσωπα της πόλης του, που επίσης έπαιξαν ρόλο στη διαμόρφωσή του, έστω κι αν είναι επινοημένα από τον ίδιο στο «Βιβλίο της ανησυχίας». (Τέτοιος ήταν ο Πεσόα, αριστοκρατικός και προλετάριος μαζί, εφήμερος και διαχρονικός, εμβριθής παρατηρητής και ταυτόχρονα απόμακρος από τα πράγματα, ενιαίος Λισαβονέζος γραφιάς και συνάμα τεμαχισμένος εκφραστής).

Τα συνθετικά  θεματικά βιβλία, όσα  οι καλοί γνώστες του έργου διάφορων συγγραφέων αποτολμούν, έχουν συνήθως μεγάλη επιτυχία  μεταξύ των επαρκών αναγνωστών του αντίστοιχου δημιουργού. Το συγκεκριμένο βιβλίο λειτουργεί, επιπλέον, και σαν ένα είδος Ταξιδιωτικού Οδηγού της Λισαβόνας ή τουλάχιστον της Λισαβόνας του πεσοïκού σύμπαντος. Μάλιστα το Παράρτημα που το συνοδεύει        –εξαντλητικός κατάλογος όλων των χώρων όπου κατοικούσε, εργαζόταν ή σύχναζε ο Πεσόα, καθώς και οι ανάλογοι χάρτες– συντείνει πάρα πολύ στην παραπάνω χρήση).

Η πρωτοτυπία και η αξία του βιβλίου που επινόησε η κ. Παπαδήμα είναι μεγάλη. Αν το είχε σκεφτεί και εκδώσει κάποιος άλλος πεσοϊστής στα γαλλικά,  τ΄ αγγλικά ή τα γερμανικά, θα γινόταν παγκόσμιο μπεστ σέλερ, πολύτιμος σύντροφος στην παράλληλη ανακάλυψη μιας σπουδαίας πόλης κι ενός μεγάλου συγγραφέα. Τώρα, του αξίζει να μεταφραστεί και σε γλώσσες λιγότερο «περιορισμένης χρήσης» από τη δική μας, ώστε να βρει το δρόμο του και πέρα από τους αναγνώστες της ελληνικής.

 

Υ.Γ. Νομίζω ότι το «Επιμέλεια – Εισαγωγή – Μετάφραση Μαρία Παπαδήμα» έπρεπε να είναι «Σύλληψη ιδέας – Ερανισμός – Επιμέλεια – Εισαγωγή – Μετάφραση Μαρία Παπαδήμα».

 

info:Φερνάντο Πεσόα, «Ω Λισαβόνα σπίτι μου!». Eπιμέλεια – Εισαγωγή – Μετάφραση Μαρία Παπαδήμα.  Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2016

 

 

Προηγούμενο άρθροΠοιος γράφει (την) ιστορία; (του Σπύρου Κακουριώτη)
Επόμενο άρθροΛογοτεχνικοί  περίπατοι (της Λίλας Κονομάρα)

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ