Ίνγκερ Κρίστενσεν: Όταν το Μεταμοντέρνο γίνεται διαχρονικό (της Σωτηρίας Καλασαρίδου)

0
456

 

της Σωτηρίας Καλασαρίδου

 

 

Διαβάζοντας κανείς το έργο της Ίνγκερ Κρίστενσεν που φέρει τον τίτλο «Αυτό» (Σαιξπηρικόν, 2017) σε μετάφραση του Σωτήρη Σουλιώτη αμέσως διερωτάται: Πώς είναι δυνατόν ένα έργο που δημιουργήθηκε και γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’60 να παραμένει τόσο καινοτόμο και φρέσκο ενόσω ταυτόχρονα θεωρείται καθιερωμένο στα όρια του κλασικού; Η απάντηση στο προαναφερθέν ερώτημα μπορεί να δοθεί αν επιχειρήσει κανείς να ιχνογραφήσει τις ιδιοτυπίες σε μορφή και περιεχόμενο που συνθέτουν το πραγματικά εντυπωσιακό ποιητικό αρχιτεκτόνημα της Κρίστενσεν.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή και ας παρατηρήσουμε πιο λεπτομερώς τη δομή ή αλλιώς την αρχιτεκτονική του ποιητικού κειμένου, το οποίο διακρίνεται για τις φανερές δομικές του συμμετρίες: Το κείμενο δομείται βάσει τριών μερών: τον Πρόλογο ― τον Λόγο ― και τον Επίλογο. Ο Λόγος, το κύριο και μεγαλύτερο σε έκταση μέρος του συνθετικού ποιήματος, αποτελείται από τρεις νευραλγικούς άξονες τη Σκηνή, τη Δράση και το Κείμενο, ενώ και κάθε ένας από αυτούς τους τρεις προαναφερθέντες άξονες συντίθεται σε οκτώ επιμέρους υπο-ενότητες που τιτλοφορούνται: α) Συμμετρίες, β) Μεταβατικότητες, γ) Συνέχειες, δ) Συνεκτικότητες, ε) Μεταβλητότητες, στ) Επεκτάσεις, ζ) Ακεραιότητες, η) Καθολικότητες.

Μία από τις ιδιοτυπίες του εργού είναι η ποικιλομορφία της ποιητικής γραφής, στον βαθμό που βλέπουμε να συνυπάρχουν αρμονικά: τα πεζοποιήματα, τα έμμετρα ποιήματα που συνεπιφέρουν μια μουσικότητα στο έργο, οι σύντομες ποιητικές πυκνώσεις, οι εκτενείς ποιητικές συνθέσεις. Τούτα είναι ορισμένα από τα επιμέρους ποιητικά είδη που προικοδοτούν το κείμενο με μια πολυμορφία, η οποία παρά τις εξωγενείς της αντιθέσεις και ενδεχομένως τις εξωτερικές μορφικές αντινομίες ενέχει μια εσωτερική ισορροπία που κατατείνει και εντέλει ενισχύει την εξωστρέφεια του έργου μέσω της επικοινωνίας με τον αναγνώστη.

Το έργο της Κρίστενσεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μετα-μοντερνιστικό, κινούμενο στα όρια μιας πειραματικής ποιητικής. Πού ερείδεται ωστόσο ο μεταμοντερνισμός και η επίδρασή του στη δημιουργία της ποιητικής συλλογής της Κρίστενσεν; Τα πολιτικά, κοινωνικά και καλλιτεχνικά κινήματα των δεκαετιών του ’60, όπως είναι ο φεμινισμός, η επιταγή για μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, η κρίση του υποκειμένου και η οξεία κριτική στον ορθολογισμό, η μαζική δημοκρατία, η αμφισβήτηση της εθνοκεντρικής κουλτούρας[1], όλα δηλαδή αυτά τα οδόσημα που πιστοποιούν τη μετάβαση από τη μοντέρνα στη μετα- μοντέρνα εποχή, διατρέχουν ιδεολογικά τη σύνθεση του «Αυτό». Όμως και από αισθητικής πλευράς το «Αυτό» ενσωματώνει πρωτότυπα και γι’ αυτό γόνιμα εκείνες τις συνιστώσες που καταλύουν τις συμβάσεις ― σύμφωνα πάντα με τους μεταμοντερνιστές ― που εισήγαγε η αστική τάξη για τον διαχωρισμό της τέχνης και εν γένει της κουλτούρας σε ανώτερη και κατώτερη. Το έργο δηλαδή αποτελεί έναν κατεξοχήν πειραματισμό στον βαθμό που το ποιητικό υποκείμενο αναμιγνύει διαφορετικά στυλ ποιητικής φόρμας και γραφής αλλά και σε επίπεδο ιδεολογίας συνδέει την κοινωνική και πολιτική διαμαρτυρία με τη δημιουργία της τέχνης αλλά κυρίως με τη δύναμη της γλώσσας ως μεταρρυθμιστικής δύναμης σε όλα τα επίπεδα της ζωής[2]. Ας εξετάσουμε πιο επισταμένα ορισμένες από τις ζεύξεις και τις μίξεις που καθιστούν το έργο της Κρίστενσεν πειραματικό με την έννοια του μοναδικού, όχι μόνο σε επίπεδο φόρμας αλλά και σε επίπεδο ιδεολογίας.

α) Ο προαναφερθείς ισχυρισμός μπορούμε να πούμε ότι ενισχύεται, αν μελετήσουμε προσεκτικότερα τη σχέση που έχει στο έργο η γλώσσα με τη βιολογία και την ψυχιατρική. Πιο συγκεκριμένα, στο έργο της Κρίστενσεν ιχνηλατούνται επιδράσεις που εφορμούν από την αντι-ψυχιατρική του Βρετανού ψυχιάτρου Ρόναλντ Ντέιβιντ Λέινγκ, οι αντικομφορμιστικές και επηρεασμένες από τον Υπαρξισμό ιδέες του οποίου επικεντρώθηκαν στη θεωριτικοποίηση της σχιζοφρένειας και της αντιμετώπισής της στα συμφραζόμενα του «φυσιολογικού». Η χρήση από την άλλη πλευρά μιας γλώσσας με πολλαπλές και ποικίλες αναφορές σε όργανα του ανθρώπινου οργανισμού συντείνουν στη δημιουργία μιας ποίησης «σωματοποιημένης», η οποία τίθεται, αντιτίθεται και εν τέλει συντίθεται με τον ανθρώπινο ψυχισμό, εντείνοντας την έννοια του διπολισμού, ανθρώπινο σώμα vs ανθρώπινης ψυχής, διπολισμός ο οποίος καταληκτικά κατατείνει στην ενότητα της ανθρώπινης ύπαρξης μέσω της γλώσσας.

β) Μία ακόμη σύνδεση αφορά στην έννοια της κοσμογονίας και στον ρόλο που διαδραματίζει η γλώσσα προκειμένου αυτή να πραγματωθεί. Στο έργο της Κρίστενσεν η κοσμογονία και η γλώσσα είναι αλληλένδετα στοιχεία της δημιουργίας του κόσμου και της ποιητικής δημιουργίας. Τούτο μπορεί να το διαπιστώσει κανείς, αν επιχειρήσει να ιχνηλατήσει τις πολλαπλές επιρροές του παρελθόντος πολιτισμού στο εν λόγω έργο της δημιουργού. Μία από αυτές τις επιδράσεις της αφορά στο έργο του ρομαντικού Γερμανού δημιουργού Νοβάλις, αλλά και του Άγγλου επίσης ρομαντικού Ουίλλιαμ Μπλέικ, των οποίων την επίδραση διαβλέπουμε τόσο υπόρρητα όσο και περισσότερο ρητά με τη χρήση από πλευράς της Κρίστενσεν προμετωπίδων, κάποιων moto δηλαδή, σε ποιήματα του έργου της από τα έργα τόσο του Νοβάλις όσο και του Μπλέικ. Στο έργο της Κρίστενσεν οι ρομαντικές επιδράσεις ανιχνεύονται στη σχέση της ποιητικής γλώσσας με τη δημιουργία αλλά και στο ρόλο του ποιητή – προφήτη. Η έννοια της ποιητικής δημιουργίας για τους Ρομαντικούς έγινε το νοηματικό ισοδύναμο της θεϊκής δημιουργίας και η αντιστοιχία αυτή εξιδανίκευε τον ποιητή και το έργο του, ενθαρρύνοντας την εμφάνιση της θεωρίας ότι μέσω της ποίησης ο δημιουργός ακροβατεί στο μεταίχμιο που ορίζουν τα δίπολα: αντικειμενικό και υποκειμενικό, αποκάλυψη και συγκάλυψη, έκφραση και σιωπή. Μπολιάζοντας το παρόν με τις προαναφερθείσες ρομαντικές καταβολές η Κρίστενσεν, επιχειρεί και εμβαθύνει ακόμη περισσότερο στη σχέση της δύναμης της ποιητικής γλώσσας με τη δημιουργία, δίνοντας ένα έργο, το οποίο εμποτισμένο από τις ζέουσες μετα-μοντερνιστικές αντιλήψεις μετατρέπεται σε μια κοινωνικο-πολιτική κριτική.

γ) Έντονα φορτισμένη στο παρόν έργο είναι η έννοια της αυτοαναφορικότητας και η εμφάνιση της έννοιας της γλώσσας πολυσχηματικά. Έτσι αντιλαμβανόμαστε το έργο να μιλά για τον εαυτό του και για την πράξη της γραφής: η γλώσσα ως ποιητική γραφή, η ποιητική γραφή ως ερωτική πράξη, το ποίημα ως έμβια οντότητα που λειτουργεί πολλαπλασιαστικά και γονιμοποιεί την κοινωνία. Οι ποικίλες εκφάνσεις της γλώσσας προσφέρουν στο έργο μια μουσικότητα, που ενίοτε φαίνεται να ανάγεται στον συμβολισμό του Μαλαρμέ μέσα από τη χρήση λέξεων ηχομιμητικών αλλά ενίοτε και τη χρήση ρίμας ― στοιχείο που έξοχα αποδίδει στα ελληνικά η φιλοτεχνημένη μετάφραση του Σουλιώτη ― αλλά και η χρήση λέξεων που κατατείνουν στην απόδοση μιας υπέρβασης της πραγματικότητας, ενός υπερρεαλισμού με πρώιμα χαρακτηριστικά, θα τολμούσα να ισχυριστώ ―  όπως επί παραδείγματι είναι το προ- υπερρεαλιστικό έργο του Λωτρεαμόν που φέρει τον τίτλο «Τα άσματα του Μαλντορόρ» ― μιας υπέρβασης της πραγματικότητας που επιδιώκει να αποδώσει και να περιγράψει το παράλογο απενοχοποιημένα.

δ) Ιδιάζουσα είναι και η έννοια με την οποία διατρέχει το παρόν έργο η εγελιανή διαλεκτική. Μολονότι το «Αυτό» είναι απαλλαγμένο από τη λογική με τη έννοια του ορθού λόγου, εντούτοις μπορούμε να εντοπίσουμε ψήγματα της εγελιανής φιλοσοφίας που εδράζονται κυρίως στη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, στην επίσης διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο είναι και το μη είναι αλλά και στο ρόλο που διαδραματίζουν οι έννοιες θέση ― αντίθεση ― σύνθεση. Έτσι λοιπόν και στο έργο της Κρίστενσεν, το πολιτισμικό παρελθόν επιδρά στους κοινωνικο-πολιτικούς σχηματισμούς του παρόντος μέσω της γλώσσας, η οποία μετεξελισσόμενη μοιάζει να αποτελεί μια σταθερή και γι’ αυτό αναπόδραστη συνθήκη αναδημιουργίας του κόσμου. Η έντονη παρουσία στο έργο της Κρίστενσεν της ύπαρξης ή της ζωής βρίσκεται σε μια διαλεκτική σχέση με την ανυπαρξία ή τον θάνατο, πάντα όμως υπό όρους διαρκών μετασχηματισμών και αναδιαμορφώσεων, δηλαδή ενός διαρκούς γίγνεσθαι. Οι θετικές έννοιες, δηλαδή οι θέσεις, και οι αρνητικές έννοιες, δηλαδή οι αντιθέσεις, στο παρόν έργο συντίθενται και πάλι με γνώμονα τη γλώσσα που υφαίνει με τον ιστό της αδιάκοπα όχι μόνο τον πολιτισμό αλλά και ολόκληρη την κοινωνία σε κάθε ιστορική στιγμή. Ίσως γι’ αυτόν τον λόγο το «Αυτό» να έχει ξεφύγει πλέον από τα περιορισμένα όρια του μεταμοντέρνου και της πειραματικής λογοτεχνίας και να έχει μετεξελιχθεί σε ένα κλασικό, πάντα επίκαιρο και διαχρονικό λογοτεχνικό έργο.

info: Inger Christensen, Αυτό, μετάφραση: Σωτήρης Σουλιώτης, εκδόσεις Σαιξπηρικόν


 

[1] Παρίσης, Γιάννης Ν. Λεξικό της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Πρόσωπα. Έργα. Ρεύματα. Όροι, Πατάκης, Αθήνα 2007, σ. 1401-1402.

[2] Abrams, M. H. Λεξικό λογοτεχνικών όρων, μτφ. Γιάννα Δεληβοριά / Σοφία Χατζηιωαννίδου, Πατάκης, Αθήνα 2005, σ. 274-275.

Προηγούμενο άρθροΦέτες μιας θαμπής ζωής (του Διαμαντή Αξιώτη)
Επόμενο άρθροPaul Auster – παράπλευρες λεπτομέρειες (του Σάκη Παπαδημητρίου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ