Θανάσης Λάμπρου (*)
Το χαϊκού είναι ένα μικρό, τρίστιχο ποίημα πέντε, επτά και πέντε συλλαβών που εμφανίζεται στην ποίηση της Ιαπωνίας ήδη τον 16ο αιώνα και αποτελεί τη λιτότερη και πλέον λιγόλογη ποιητική έκφραση στην παγκόσμια λογοτεχνία.
Το χαϊκού οφείλει να βρίσκεται σε συνάφεια με ένα μεμονωμένο συμβάν το οποίο φωτίζει με ενάργεια και μέσα από το οποίο φωτίζεται ο κόσμος και τα πράγματα του κόσμου.
Το χαϊκού είναι απολύτως συγκεκριμένο. Το συμβάν περιγράφεται ως επί το πλείστον σε παρόντα, ενεστώτα και όχι σε παρελθόντα χρόνο. Το συμβάν με τον τρόπο αυτόν είναι διαρκώς παρόν, συμβαίνει εδώ και τώρα, δεν συνέβη στο παρελθόν ούτε θα συμβεί στο μέλλον.
Το χαϊκού έχει ακαριαίο χαρακτήρα. «Τούτο το ακαριαίον», είναι το παράθεμα που χρησιμοποιεί ο Σεφέρης για τα 16 χαϊκού που συμπεριλαμβάνονται στο «Τετράδιο γυμνασμάτων». Συνήθως είναι μια σύντομη αναφορά στη φύση ή σε ένα φυσικό συμβάν, έξω και πέρα από τα ανθρώπινα πράγματα. Ο άνθρωπος στην ποίηση του χαϊκού δεν είναι επουδενί ο κυρίαρχος του κόσμου αλλά ο οδοιπόρος που πορευόμενος μέσα στον κόσμο ζητά να βρεί τον εαυτό του και τον κόσμο.
Σε ένα χαϊκού αφετηρία ως επί το πλείστον μπορεί να είναι μια βαθιά αίσθηση αλλά όχι ένα επιφανειακό συναίσθημα, μια βαθιά αίσθηση όπου χωρούν φευγαλέες εικόνες, ήχοι, σκέψεις, αισθήσεις και αισθήματα.
Το χαϊκού μπορεί να είναι μια σκέψη, μια εικόνα, μια κατάσταση ως ακαριαίος φωτισμός που φανερώνει με τον πιο εύγλωττο τρόπο την τόσο σπάνια ενότητα ανθρώπου και κόσμου. Μάλλον οι τρείς αδρές πινελιές, που είναι ουσιαστικά το χαϊκού, αναβλύζουν από την εναρμόνιση του ανθρώπου με τον κόσμο. Αυτήν ακριβώς την τόσο δύσκολη και σπάνια αρμονία του ανθρώπου πρώτα με τον εαυτό του τον ίδιο αλλά και με τον κόσμο ζητά να δείξει το χαϊκού σαν το τελικό ζητούμενο, σαν τον αληθινό προορισμό του ανθρώπου.
Ο ποιητής / τρια των χαϊκού υιοθετεί τη διακριτική στάση του παρατηρητή, του ταξιδιώτη, του οδοιπόρου-δημιουργού που βρίσκεται σε διαρκή εγρήγορση, που αποφεύγει να αποτυπώσει τα «προσωπικά του πιστεύω», το προσωπικό του όραμα ή μια ηθική, ηθικολογική αποτίμηση. Όχι γιατί ο χώρος των δεκαεφτά συλλαβών είναι ελάχιστος και δεν προσφέρεται ιδιαίτερα αλλά γιατί ο ποιητής / τρια θεωρεί εμμέσως πλήν σαφώς πως κατά βάθος είμαστε όλοι περιπλανώμενοι, ταξιδιώτες, εφήμερα, φευγαλέα όντα σε έναν κόσμο γοργά μεταβαλλόμενο, όπου όλα ρέουν και αλλάζουν άρδην. Η πλέον αρμόζουσα στάση, θεωρεί ο ποιητής / τρια των χαϊκού, στο μυστήριο που τα περιβάλλει όλα, είναι η παρατήρηση, η εγρήγορση, η ανταπόκριση στο κάλεσμα που όλα μας απευθύνουν και μας απλώνουν τρυφερά το χέρι, κοντολογής η δημιουργία και όχι οι άκαμπτες, παγιωμένες αντιλήψεις, η ηθικολογία, γιατί ακριβώς τα σπουδαιότερα (η ζωή, ο θάνατος, ο χώρος, ο χρόνος κ.λπ.) μας διαφεύγουν διαρκώς ή μας υπερβαίνουν κατά πολύ.
Ο ποιητής / τρια των χαϊκού εμμέσως πλήν σαφώς στον ελάχιστο χώρο όπου κρύβονται επιμελέστατα υπαινιγμοί, νύξεις, αστεϊσμοί αλλά και η αστραπή της σκέψης, ομολογεί την ουσιώδη αδυναμία του: Δεν μπορούμε να δούμε το Όλον στην ολότητά του ως Όλον, δεν μπορούμε να συλλάβουμε την ολότητα στο αινιγματικό της μεγαλείο. Μπορούμε στην καλύτερη περίπτωση να δούμε και ενδεχομένως να εννοήσουμε εν ριπή οφθαλμού, ακαριαία και με ένταση, όψεις της ολότητας, του Όλου, όψεις που παραμένουν αινιγματικές στη διαρκή παροδικότητα και μεταβλητότητα των πάντων. Ωστόσο, οφείλει να προσθέσει ή να παρατηρήσει κανείς, ο ποιητής / τρια για να φτάσει στην ελλειπτική λιτότητα των χαϊκού έχει υιοθετήσει προηγουμένως ως στάση ζωής τη θέαση των πραγμάτων και του κόσμου. Όχι ως αμέτοχος θεατής αλλά ως ένας θεατής που μετέχει με τρόπο δημιουργικό στο μυστήριο που συνέχει και συγκρατεί τα πράγματα και τον κόσμο. Από αυτή τη δημιουργική θέαση, τη διαρκή εγρήγορση, την αδιάκοπη παρατήρηση, αναβλύζει η πλέον ελάχιστη μορφή ποίησης, το χαϊκού, όπου ο ποιητικός λόγος οδηγείται στην ακρότατη πύκνωση και ένταση.
Το πρώτο ποιητικό βιβλίο της Έλενας Παλλαντζά, μία συλλογή 25 χαϊκού, ένα για κάθε κυκλαδονήσι, είναι ένα αληθινό κομψοτέχνημα που φέρνει την καλλιτεχνική σφραγίδα δύο γνωστών εικαστικών, της Ακριβής Συμεωνίδη και του Βαγγέλη Γεωργακόπουλου και τη γνώριμη, υψηλής αισθητικής τυπογραφία των εκδόσεων Περισπωμένη. Οι ορυζώνες, τάνμπο στην ιαπωνική γλώσσα, είναι ένα από τα σημαντικότερα ιδεογράμματα και, σύμφωνα με τους ειδικούς, το παλαιότερο από τα σύμβολα που χρησιμοποιεί η ιαπωνική γλώσσα. Στα 25 τρίστιχα ποιήματα της συλλογής Ορυζώνος και Κυκλάδων η μακρινή Ιαπωνία, η λιτότητα και η χάρη της ιαπωνικής τέχνης δοκιμάζεται στο εκτυφλωτικό φως του Αιγαίου πελάγους, του Αρχιπελάγους, σε ένα αργό ταξίδι που αποπνέει τη δροσιά της θάλασσας και ζητά να φανερώσει κάτι από την ιδιαιτερότητα του κάθε νησιού, το ιδιαίτερο άρωμά του. Στα 25 χαϊκού αποτυπώνονται με τρόπο θαυμαστό τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της ποίησης του χαϊκού αλλά και το κυριότερο γνώρισμα της γνήσιας ποίησης: Η ακρίβεια και η σαφήνεια, η ακριβολογία. Τίποτε θολό και ομιχλώδες, ποίηση σαφής, γυμνή και φωτεινή, ενίοτε παιχνιώδης, ενίοτε λυπημένη, ενίοτε στοχαστική, κάποτε εκτυφλωτική με το φως που έχουν τα μεσημέρια όταν οι βράχοι αστράφτουν σαν πυρωμένο μέταλλο και οι αλλεπάλληλες σειρές των κυμάτων θαμπώνουν και ευφραίνουν το βλέμμα.
“κυματίζοντας
λόγια δονούσας πλώρης
στοὺς καφενέδες”
Το πρώτο χαϊκού είναι το ακόλουθο: Οίστρος θαλάσσης / αμοργός ανένδοτη / δαιμονότοπος. Το πρώτο αυτό χαϊκού, που δεν ανοίγει τυχαία τη συλλογή Ορυζώνος και Κυκλάδων, θα μπορούσε να εκληφθεί ως ένας ιδιαίτερα εύστοχος ορισμός της δημιουργίας εν γένει, της δημιουργικής ορμής. Γιατί τι άλλο είναι η δημιουργία παρά το κέντρισμα, ο οίστρος που απλώνεται σαν κύμα μέσα μας και μας κατακυριεύει, τόσο τον δημιουργό όσο και τον δημιουργικό αποδέκτη, αυτόν που είναι με τον τρόπο του ένας συν-δημιουργός, ένα κύμα ομορφιάς και ανάτασης, μια θάλασσα πλατιά, κυριολεκτικά ένας δαιμονότοπος.
Ο ποιητής / τρια δεν σώζει μόνο τα φαινόμενα αλλά σώζει και τις λέξεις. Η συγκεκριμένη λέξη δαιμονότοπος σώζεται σε παλιό εκκλησιαστικό χειρόγραφο και ανακαλεί τον τόπο όπου χτίστηκε το μοναστήρι της Χοζοβιότισσας και τον ημέρεψε τελικά. Αυτός ο δαιμονότοπος είναι η δημιουργία, ο χώρος της δημιουργικής έκφρασης εν γένει – όχι μόνο ο χώρος της ποίησης ή ο χώρος της τέχνης. Η χάρη της δημιουργίας, αν πέσει μέσα μας σε γόνιμο έδαφος, μπορεί να μας αλλάξει και να μας μεταμορφώσει εσωτερικά, να μας ημερέψει. Ύστερα ο δρόμος είναι ανοιχτός για να είμαστε το δυσκολότερο απ΄ όλα: Δημιουργοί και όχι καταστροφείς.
info : Έλενα Παλλαντζά, Ορυζώνος και Κυκλάδων, 25 αστεϊσμοί για μια ευτοπία,εκδόσεις Περισπωμένη, Εικονογράφηση Ἀκριβὴ Συμεωνίδη & Βαγγέλης Γεωργακόπουλος, Αθήνα 2016
(*) Ο Θανάσης Λάμπρου, είναι μεταφραστής και ποιητής, Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Φράιμπουργκ