Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: ποιος τη χρειάζεται σε καιρούς κρίσης;

1
682

 

 

της Ελένης Σβορώνου.

Το ερώτημα «ακούγεται» προκλητικό για τους ευαισθητοποιημένους πολίτες, αλλά υφίσταται και ακούγεται όλο και πιο συχνά: «εδώ χρειαζόμαστε ανάπτυξη, το περιβάλλον θα κοιτάμε;» Ή τίθεται με όρους αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος: «εδώ τα παιδιά μας δε μαθαίνουν να διαβάζουν, να γράφουν και να μετράνε, η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση (Π.Ε.) μας μάρανε;». Ή με όρους πολιτικούς: «μαθαίνουν στα παιδιά μας να αμφισβητούν τον καπιταλισμό και την ανάπτυξη, τα κάνουν αριστερούς και οικολόγους.» Η τελευταία άποψη υποστηρίζεται σοβαρά και στις ΗΠΑ από τους νεοσυντηρητικούς κύκλους, όπως μαθαίνουμε από τη νέα αυτή «Βίβλο» της Π.Ε., το τελευταίο βιβλίο του Αλέκου Γεωργόπουλου Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Ζητήματα ταυτότητας. Ο όρος «Βίβλος» παραπέμπει στην ποιότητα, το εύρος, την πληρότητα και τη διεισδυτική ματιά της ανάλυσης που επιχειρεί ο συγγραφέας.

Το εγχείρημα μιας συνολικής επισκόπησης και αποτίμησης της Π.Ε, μετά από μισό περίπου αιώνα «ζωής» της, είναι δύσκολο. (Η Π.Ε. αναδύθηκε ως διακριτό πεδίο μάθησης στις δεκαετίας του 1960 και του 1970 στο πλαίσιο του τότε αρτιγέννητου περιβαλλοντικού κινήματος για να συγκροτηθεί στη συνέχεια σε ένα διεπιστημονικό πεδίο μάθησης με διακριτή στοχοθέτηση και μεθοδολογία, αναγνωρισμένο μάλιστα από την Unesco. Στην Ελλάδα θεσμοθετήθηκε επίσημα το 1990 σε εθελοντική βάση, δηλαδή ως προαιρετικό πεδίο διδασκαλίας στο σχολείο). Δύσκολο το εγχείρημα της αποτίμησής της, λοιπόν, ιδίως επειδή οι τάσεις και οι απόψεις για τους στόχους, τη μεθοδολογία και τον χαρακτήρα της Π.Ε. παρουσιάζουν τέτοια ποικιλία, που αν ήθελε κανείς να τις παρακολουθήσει πιστά θα βρισκόταν μπροστά σε ένα λαβύρινθο. Με αυτό το βιβλίο έχουμε έναν μίτο για να πορευθούμε με ασφάλεια, να βρούμε τον δρόμο μας, να καθορίσουμε οι ίδιοι που και ποιος είναι ο Μινώταυρος, και να βγούμε σοφότεροι, εμπνευσμένοι, ενθουσιασμένοι πραγματικά με το δυναμισμό αυτού του πεδίου μάθησης. Ο συγγραφέας κατορθώνει να παρουσιάσει την πολυφωνία της συζήτησης και των επιστημονικών ρευμάτων εντός της Π.Ε. προκαλώντας όχι απογοήτευση και απελπισία αλλά ενθουσιασμό καθώς προσλαμβάνει αυτή την πολυφωνία ως αναπόσπαστο συστατικό του δυναμισμού της Π.Ε. Σε τελευταία ανάλυση κανέναν άλλο συγγενές πεδίο μάθησης (εκπαίδευση για την Ειρήνη, τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, το Ρατσισμό κλπ.) δεν απέκτησε το δυναμισμό της Π.Ε. η οποία κατέλαβε σημαντική θέση στις ακαδημαϊκές σπουδές (με τα σχετικά μεταπτυχιακά, τα διδακτορικά και τις επιστημονικές δημοσιεύσεις να γνωρίζουν μεγάλη άνθηση τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας) και, κυρίως, στη σχολική πραγματικότητα.

Ο κινηματικός χαρακτήρας της Π.Ε. συσπείρωσε το πιο δυναμικό τμήμα των εκπαιδευτικών την εποχή της Μεταπολίτευσης, όταν το γενικό τοπίο της εκπαίδευσης στη χώρα μας ήταν τουλάχιστο «μελαγχολικό» όπως το χαρακτηρίζει ο συγγραφέας. Βαθειά συντηρητικό, δασκαλοκεντρικό, εθνοκεντρικό, τυφλό στις επιταγές των νέων παιδαγωγικών ρευμάτων, το εκπαιδευτικό σύστημα της εποχής δεν ανταποκρινόταν  στην ανάγκη για αλλαγή. Μια ανάγκη που εκφράστηκε και με την αλλαγή του πολιτικού σκηνικού του 1981 και που γέννησε τελικά μια ορμή, στους εκπαιδευτικούς κύκλους, που βρήκε καταφύγιο στην Π.Ε. Είναι πλέον κοινή παραδοχή ότι η Π.Ε. έδωσε διέξοδο στα πιο ανήσυχα πνεύματα της εκπαίδευσης γι αυτό και ακόμη, και παρά την κρίση και την περικοπή των κονδυλίων, διατηρεί και ανανεώνει το ανθρώπινο δυναμικό που την υπηρετεί στα σχολεία.

Τι έχει καταφέρει όμως η Π.Ε. όλα αυτά τα χρόνια; Ποια είναι η ταυτότητά της σήμερα; Τι μάθαμε από το πλήθος των προγραμμάτων που εφαρμόστηκαν σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και από την πλούσια επιστημονική έρευνα που ανέπτυξε ο κλάδος; Για να θέσουμε το ερώτημα πιο προκλητικά, μετά από δυο γενιές ανθρώπων που μεγάλωσαν με την Π.Ε., γιατί δε βλέπουμε μια πιο φιλική προς το περιβάλλον πολιτική; Αντίθετα, οι περιβαλλοντικές προκλήσεις εξακολουθούν να έχουν τον χαρακτήρα του επείγοντος ενώ βιώνουμε και αυτό που κατονομάζεται από επιστήμονες ως «νεοϋλιστική αντεπανάσταση». (Αφορά την οπισθοδρόμηση προς παλαιά μοντέλα σχηματισμού ταυτότητας, υλιστικά. Όπου κυρίαρχες αξίες γίνονται πάλι η οικονομική ανάπτυξη, η ανταγωνιστικότητα και η προώθηση του καταναλωτισμού εις βάρος αξιών και πρακτικών όπως η μακροπρόθεσμη θεώρηση των πραγμάτων, η αποφυγή της διακινδύνευσης και του κοινωνικού αποκλεισμού κλπ.)  Η τάση αυτή μάλιστα προβλέπεται να ενταθεί ενόψει της κρίσης. Τι πέτυχε επομένως η Π.Ε.;

Πάρα πολλά! Ο συγγραφέας φωτίζει αθέατες πτυχές της επιτυχίας της στη χώρα μας. Ξεκινώντας από το ελπιδοφόρο ρήγμα που έφερε στο εκπαιδευτικό σύστημα και από τις καινοτόμες προσεγγίσεις και μεθόδους διδασκαλίας που διαχύθηκαν, ως ένα βαθμό, στο σχολείο (μέθοδος project, βιωματικές μέθοδοι μάθησης κλπ.) και έφεραν θεσμούς όπως η Ευέλικτη Ζώνη («δώρα» της Π.Ε. είναι αυτά) μέχρι την άνθιση ενός αξιόλογου περιβαλλοντικού κινήματος (όπως εκφράζεται μέσα από τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις αλλά και από τη στάση και δράση ενεργών πολιτών) το πανόραμα των επιτυχιών της Π.Ε. προβάλλει ανάγλυφο μέσα από τις σελίδες του βιβλίου.

Από την άλλη αναδεικνύονται και οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η Π.Ε. για να ωριμάσει και να δώσει ακόμη πιο δυναμικά αποτελέσματα. Απογαλακτισμός από τις φυσικές και περιβαλλοντικές επιστήμες, εμβάθυνση στην βιωματική εκπαίδευση (όρος ευρείας χρήσης που όμως τυγχάνει ελάχιστης μελέτης και σκέψης, το πραγματικό της νόημα συχνά διαφεύγει), μελέτη και επεξεργασία των προσωπικών θεωριών των εκπαιδευτικών (που είναι καθοριστικής σημασίας για το είδος και την αποτελεσματικότητα της Π.Ε. που εφαρμόζουν), σύζευξη του ερμηνευτικού Παραδείγματος με αυτό της κριτικής παιδαγωγικής (πρόκειται για δυο μοντέλα παιδαγωγικής που, σε πολύ γενικές γραμμές, εστιάζουν το ένα στο βίωμα και την ατομική νοηματοδότηση των πραγμάτων και το άλλο στην κριτική του συστήματος και την ικανότητα ανάληψης δράσης για την αλλαγή του), ουσιαστική αναβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών ώστε να ανταποκρίνεται στις παραπάνω προκλήσεις, καλλιέργεια της ελπίδας και χρήση χιούμορ (πολύ σωστά διαπιστώνεται ο κίνδυνος δημιουργίας τάσης παραίτησης στους μαθητές λόγω του πολύπλοκου των προβλημάτων και των απομακρυσμένων κέντρων λήψης αποφάσεων –η απαισιοδοξία όμως είναι πολιτική θέση– καθώς και η απεμπόληση του χιούμορ γενικά από την εκπαίδευση) και τέλος οριοθέτηση του περιεχομένου της Π.Ε. ώστε να εξασφαλίζεται ο διεπιστημονικός της χαρακτήρας και η συμπερίληψη στοιχείων Ψυχολογίας, Κοινωνιολογίας, Φιλοσοφίας, Ηθικής και Ιστορίας των Πολιτικών Θεωριών και άλλων κλάδων που δεν σχετίζονται με τις Φυσικές Επιστήμες. Είναι χαρακτηριστικά χαμηλό το ποσοστό φιλολόγων που ασχολούνται με την Π.Ε. λόγω της στρεβλής αυτής αντίληψης ότι οι «καθ’ ύλην αρμόδιοι» για τη διδασκαλία της είναι οι Φυσικοί και οι Βιολόγοι.

Το βιβλίο αυτό είναι πηγή έμπνευσης και γνώσης για όλους τους εκπαιδευτικούς, ακόμη και αυτούς που δεν έχουν καμία διάθεση να κάνουν ποτέ Π.Ε.! Διότι είναι αδύνατο να μη παρακινηθούν σε πειραματισμό μέσα στο πλαίσιο της διδακτικής τους πράξης και εντός του γνωστικού τους αντικειμένου. Θα θελήσουν να δοκιμάσουν να διδάξουν «εκτός των θυρών» (outdoor education), να αναδιατάξουν τα θρανία στην αίθουσα, να καταθέσουν λίγη από την εξουσία και την αυθεντία του δασκάλου, να ρισκάρουν να δείξουν τα συναισθήματά τους στην ομάδα για να δημιουργήσουν ένα πραγματικό κλίμα εμπιστοσύνης στην τάξη, να παρατηρήσουν πώς επιλύει η ομάδα τις συγκρούσεις, να πειραματιστεί με διαφορετικούς βαθμούς παρεμβατικότητας στην επίλυση συγκρούσεων, να κοιτάξει τον εαυτό του, πώς λειτουργεί ο ίδιος ως μέλος της εκπαιδευτικής κοινότητας, να διερευνήσει τις δικές τους αξίες και το δικό του κοσμοείδωλο, να επιχειρήσει να καλλιεργήσει την αποκλίνουσα σκέψη στους μαθητές του και όχι μόνο τη συγκλίνουσα, να αντιληφθεί τελικά τον εαυτό του ως έναν διανοούμενο εκπαιδευτικό, έναν επιστήμονα που αναστοχάζεται και ερευνά, διαψεύδοντας όσους τον βλέπουν ως δημόσιο υπάλληλο.

Οι γονείς θα σκεφτούν ξανά τι είδους εκπαίδευση θέλουν για τα παιδιά τους και πιθανόν θα αρχίσουν να ρωτούν διαφορετικά πράγματα για την πρόοδο των παιδιών τους στις συγκεντρώσεις γονέων. Μπορεί να αμφισβητήσουν τον στόχο της συσσώρευσης γνώσεων, επιδόσεων και βαθμών και να τολμήσουν να θέσουν ως θεμιτούς στόχους την καλλιέργεια της δημιουργικότητας, της συναισθηματικής νοημοσύνης, των δεξιοτήτων ακρόασης, του δημοκρατικού διαλόγου και της ανάληψης δράσης σε συλλογικό επίπεδο.

Μπορεί να αρχίσουν να ρωτούν τα παιδιά τους «τι αισθάνεσαι γι αυτό», παρά «τι ξέρεις γι αυτό». Και όσο για τους αναγνώστες που δεν είναι ούτε εκπαιδευτικοί ούτε γονείς, θα χαρούν μια εξαιρετική ανάλυση της τρέχουσας κατάστασης της κοινωνίας, των ιδεών, των φόβων και των ελπίδων που έχουμε για το αύριο. Γιατί ο συγγραφέας κάνει πράξη, με τον επιστημονικό λόγο του, αυτό που διακηρύσσει για την Π.Ε.: κάνει τη γνώση προσιτή και συναρπαστική για όλους. Ας μην αποθαρρυνθεί κανείς από τις 382 σελίδες του τόμου. Είναι ένα βιβλίο αναφοράς. Και σε αυτό το σημείο έχουμε μια πρόταση. Στην επόμενη έκδοση να συμπεριληφθεί στο τέλος ένα index με τους όρους που απαντούν στο βιβλίο, πολύτιμους για την κατανόηση της προβληματικής της Π.Ε. Όροι όπως «Νέο Οικολογικό Παράδειγμα», «Εκτός των θυρών εκπαίδευση», «θεωρία της περισσευούμενης ενέργειας», «Συγκλίνουσα και αποκλίνουσα νόηση», «εσωτερικό σημείο ελέγχου», «οικοκεντρισμός», «επιστημονισμός», «γνωστικός ιμπεριαλισμός», «κορυφαίες εμπειρίες (significant life experiences)», «η παιδαγωγική του ακούω-προτείνω-συνοδεύω», «δευτεροπαρουσιακή παιδαγωγική (ecological doomsday pedagogy)», «nature deficit disorder», «κοινωνία του ρίσκου (risk society)», «γραμματισμός στο θέμα της διακινδύνευσης», «δεξιότητες δράσης πολιτών (citizenship action skills)», «το Ερμηνευτικό Παράδειγμα», «Κριτική παιδαγωγική» συγκροτούν ένα πολύτιμο γλωσσάρι του χώρου της Παιδαγωγικής και της Π.Ε. και θα άξιζε να παρουσιαστεί στο τέλος.

Ο Αλέξανδρος Γεωργόπουλος είναι τακτικός καθηγητής στη Τμήμα Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (ΤΕΠΑΕ). Έχει γράψει τρία βιβλία, Περιβαλλοντική Εκπαίδευση (σε συνεργασία με την Ε.Τσαλίκη, 1993), Γη: Ένας Μικρός και Εύθραυστος Πλανήτης (1996), και Περιβαλλοντική Ηθική (2002), όλα από τις εκδόσεις Gutenberg, ενώ έχει επιμεληθεί άλλα δυο: Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: ο Νέος Πολιτισμός που Αναδύεται (2005), Gutenberg, και Περιβαλλοντική εκπαίδευση. Ερευνητικές εργασίες στην Ελλάδα (με την Ε.Φλογαϊτη, 2012), εκδόσεις Πεδίο. Άρθρα του έχουν δημοσιευτεί σε ελληνικά και ξένα περιοδικά. Είναι ένα από τα παλαιότερα μέλη της Οικολογικής Κίνησης Θεσσαλονίκης, εξέδιδε τα περιοδικά ΕΝ ΟΙΚΟ, ΕΝ ΔΗΜΩ και «Αρνούμαι». Από το 1994 δραστηριοποιείται πολιτικά με το σχήμα Οικολογία-Αλληλεγγύη. Είναι μέλος του Δ.Σ. του Πράσινου Ινστιτούτου.

 

Aλέξανδρος Γεωργόπουλος, Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Ζητήματα ταυτότητας. Gutenberg, 2014.

 

 

Προηγούμενο άρθροΗ Ελπίδα, δηλαδή η Ποίηση
Επόμενο άρθροΟ πόλεμος των αυτοκρατοριών

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Η περιβαλλοντική εκπαίδευση είναι πολύ σημαντική, αφού στοχεύει στο να βοηθήσει τους πολίτες & τις διάφορες κοινωνικές ομάδες κατ αρχήν να αποκτήσουν βασικές γνώσεις σχετικά με το περιβάλλον και τα προβλήματά του (κλιματική αλλαγή, ρύπανση, αποψίλωση δασών, έλλειψη νερού, απώλεια βιοποικιλότητας, διάβρωση & υποβάθμιση εδάφους κ.λπ.), να ευαισθητοποιηθούν και να αποκτήσουν ενδιαφέρον για το περιβάλλον. Στη συνέχεια, μέσα από συγκεκριμένες δράσεις, μπορούν να έχουν ενεργό συμμετοχή σε όλα τα επίπεδα με στόχο την προστασία και τη βελτίωση του περιβάλλοντος. Σκοπός είναι η δημιουργία «περιβαλλοντικά υπεύθυνων πολιτών» προσανατολισμένων προς την αειφορία που θα εξασφαλίσει μελλοντική ποιότητα & ισορροπία, τόσο για τα φυσικά οικοσυστήματα, όσο και για τις πηγές ενέργειας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ