Ο «μογιλάλος» Γιάννης Πάνου (1943 – 11 Οκτωβρίου 1998)

2
1851

Του Αριστοτέλη Σαίνη.

 

(«Η βιβλιοθήκη άρπαξε φωτιά»

Μισέλ Φουκώ) 

Απέναντι στην ακατάσχετη λογόρροια, η ασκητική υπομονή. Απέναντι στη σπατάλη της δημοσιότητας, η συγγραφική αυταπάρνηση. Απέναντι στη γλωσσική χλαπαταγή, η βάσανος της ανάγνωσης και της γραφής, της γραφής και της ανάγνωσης,. Στο τέλος η ομιλούσα σιωπή του «μογιλάλου» Γιάννη Πάνου. Τριάντα σχεδόν χρόνια χωρίζουν την πρώτη εμφάνιση (1971) από το τελευταίο μυθιστόρημά του (1988) και μέσα σε αυτά χωρά μόλις ακόμα ένα μυθιστόρημα (1981) και μία δημοσίευση (1986). Από «το τελευταίο μεγάλο ελληνικό μυθιστόρημα» (Μανόλης Σαββίδης), με τον παράξενο τίτλο, …από το στόμα της παλιάς Remington…, στην αινιγματική Ιστορία των μεταμορφώσεων, ο Γιάννης Πάνου παραμένει «πραγματικός συγγραφέας», αν στην ταλαιπωρημένη αυτή λέξη πιστώνουμε «σεμνότητα, ήθος, αυταπάρνηση, καλλιτεχνική γνώση και επάρκεια» (Λίζυ Τσιριμώκου).

Ο κατά κόσμον Γιάννης Παναγιωτόπουλος γεννήθηκε στην Τρίπολη της Αρκαδίας, το 1943, από γονείς μετοίκους απ’ το χωριό Δολιανά. Σπούδασε, έζησε και εργάσθηκε στην πόλη της Θεσσαλονίκης, συνδέθηκε με συγγραφείς του πρώτου Τραμ και με την πνευματική κίνηση του βιβλιοπωλείου «Βιβλιοθήκη» (της Νόρας Αναγνωστάκη), στην οποία συμμετείχε από τις αρχές του 1973, ενώ μοιράστηκε αδιάλειπτα τα πρωτοποριακά θεατρικά εγχειρήματα της συντρόφου του Ρούλας Πατεράκη. Το 1986 εγκαθίσταται στην Αθήνα. Πρωτοεμφανίζεται σε ηλικία 28 ετών, στην ομαδική αντιδικτατορική έκδοση Νέα Κείμενα του 1971. Δέκα χρόνια μετά, τον Μάιο του 1981, και σε ηλικία 38 ετών, κυκλοφορεί το πρώτο του μυθιστόρημα, με τον τίτλο …από το στόμα της παλιάς Remington… από τον εκδοτικό οίκο-τυπογραφείο «Τρίλοφος» της Θεσσαλονίκης, αφού προηγουμένως ο ιστορικός «Ερμής» απορρίπτει την έκδοση. Η θετική ωστόσο υποδοχή από την κριτική, η οποία μάλλον οδήγησε στην επανέκδοση του 1983 (Ύψιλον), δεν συμβαδίζει με εκδοτική επιτυχία. Μέχρι την τελευταία επανέκδοση του βιβλίου από τις Εκδόσεις Καστανιώτη, το 1998, η δεύτερη έκδοση δεν είχε εξαντληθεί και αντίτυπά της εκποιήθηκαν στο ετήσιο βιβλιοπάζαρο της πλατείας Κλαυθμώνος. Το 1986 ο Γιάννης Πάνου δημοσιεύει ένα -μόνον κατ΄ όνομα- περιηγητικό κείμενο, μια σύντομη περιγραφή της Τρίπολης στο περιοδικό Το Τέταρτο, και το 1998, μετά από 17 χρόνια συγγραφικής σιωπής, κυκλοφορεί το δεύτερο μυθιστόρημά του, η Ιστορία των Μεταμορφώσεων, από τις Εκδόσεις Καστανιώτη. Λίγους μήνες αργότερα, στις 11 Οκτωβρίου 1998, ο Γιάννης Πάνου πεθαίνει στην Αθήνα, σε ηλικία 55 ετών.

***

Αν το εξώφυλλο του πρώτου μυθιστορήματος, με την κεντητή μπάντα μπροστά και τη φωτογραφία στο οπισθόφυλλο «γεωγραφούσε» το ειδολογικό «τέντωμα των νημάτων» ανάμεσα στους πόλους του Μύθου και της Ιστορίας, τότε το εξώφυλλο [«Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης» του Jakobo da Pontormo (1494-1557)] στο επόμενο και τελευταίο βιβλίο του Πάνου, εικονογραφεί το πέρασμα στην αναστοχαστικότητα του Μανιερισμού, την εκτόξευση σε μια λογοτεχνία δεύτερου βαθμού και την προσχώρηση σε ένα μυθοπλαστικό σύμπαν που χαρακτηρίζεται από την αέναη επανάληψη και αναδιατύπωση.

Αν η Remington είναι μια εξερεύνηση στον βιογραφικό και αυτοβιογραφικό «χώρο» και το μυθιστόρημα της καλλιτεχνικής (: συγγραφικής) αυτοσυνείδησης και μπορεί κατά συνέπεια να διαβαστεί ως ένα ιδιόμορφο Bildungsroman (τόσο προς την κατεύθυνση του βιογραφούμενου όσο και προς αυτήν του βιογράφου), η Ιστορία των Μεταμορφώσεων αποτελεί ένα είδος πνευματικής αυτο-βιογραφίας. Αν ακόμα στη Remington ο Πάνου δούλευε στο επίπεδο του σημαίνοντος, στην Ιστορία των Μεταμορφώσεων αποφασίζει να εργαστεί αποκλειστικά στο επίπεδο του σημαινομένου. Τέλος, αν ακόμα στη Remington διακρίνονταν οι «κόμποι και τα δεσίματα», έστω και στο πίσω μέρος του υφαντού του κειμένου, τώρα, αυτά έχουν εξαφανιστεί και οι ενώσεις έχουν λειανθεί… Η Ιστορία των Μεταμορφώσεων συνιστά πολύ περισσότερο από ό,τι η Remington «έναν αληθή κέντρωνα», ήτοι «ένδυμα συρραμένον από διάφορα κομμάτια, συρραμένον όμως τόσον επιδέξια, ώστε εις ολίγα μέρη βλέπει τις τα ράμματα και τους κλωστήρας» όπως σημείωνε ο Κοραής το 1804 στα «Προλεγόμενα» της έκδοσης του Ηλιόδωρου. Και για αυτό θα μπορούσε να προέλθει μόνο από τη γραφίδα ενός συγγραφέα που εξερεύνησε τη δύναμη του υπαινιγμού ή του παραθέματος με τον τρόπο που το έκανε ο Πάνου στο πρώτο βιβλίο του.

Στην Ιστορία των Μεταμορφώσεων ο Πάνου οδηγεί την τεχνική του στην τελειότητα και σε μια τέτοια απόλυτη ισορροπία μεταξύ οικειοποιημένου παραθέματος και πρωτότυπου κειμένου που τα κάνει να φαίνονται ως έργα ενός μόνο συγγραφέα. Τα ξένα αποσπάσματα που επαναλαμβάνονται αυτούσια ή παραλλαγμένα, μεταφρασμένα ή παραφρασμένα, σε τελική ανάλυση μεταμορφωμένα, καθώς και οι αντανακλάσεις και οι αναλογίες μαζί με το συνεχές παιχνίδι του υπαινιγμού καταργούν τον χρόνο και θρυμματίζουν την όποια ενική συγγραφική συνείδηση. Σε ένα παράθεμα, σε έναν διακειμενικό υπαινιγμό δύο διαφορετικά κείμενα, απομακρυσμένα στον χρόνο και στον χώρο διασταυρώνονται. Ο αναγνώστης σχεδόν εκβιάζεται να συνειδητοποιήσει τη σχέση όχι μόνο ανάμεσά τους αλλά και στο σύνολο των συμφραζομένων που αυτά κουβαλούν μαζί τους στο πέρασμα του χρόνου. Ο υπαινιγμός ενώνει κείμενο και αναφορά σε ένα σημείο του χρόνου και χώρου, και εξαλείφει τόσο τη διαφορετικότητα των αποσπασμάτων όσο και των συγγραφέων τους. Η τεχνική του Πάνου διαλύει τη χρονικότητα και αντιμετωπίζει ταυτόσημες ιδέες ως απορροές του ίδιου πνεύματος. Το να κάνεις υπαινιγμούς σημαίνει να αναδεικνύεις την άχρονη παγκοσμιότητα της ανθρώπινης διάνοιας. Έτσι προκύπτει αυτή η αποσύνθεση των κοινά παραδεκτών διαστάσεων του χρόνου, πάνω στην οποία βασίζεται το οικοδόμημα της Ιστορίας των μεταμορφώσεων, κάνοντας το παρελθόν αλλά και το μέλλον να αναδύονται μαγικά σε ένα άχρονο παρόν, ή, αντίστροφα, πουθενά δεν υπάρχει ένα παρόν αποκομμένο ή περιορισμένο, αλλά παντού εκτείνεται δυναμικά προς το παρελθόν και το μέλλον.

 

***

 

Η Ιστορία των Μεταμορφώσεων ξαναπιάνει το νήμα από εκεί που το άφησε το «Απόκρυφον» της Ρέμινγκτον, 17 χρόνια πριν,

 

«Αν σηκώσεις την άκρη της κρεμασμένης πάνω από το κρεβάτι κεντητής μπάντας, θα θυμηθείς το παλιό καθαρό χρώμα του καπνισμένου τοίχου, με όλο τον κίνδυνο, έτσι καθώς διπλώνεις το ύφασμα και καταστρέφεις τις αναλογίες και την προοπτική, να φέρεις τους άγριους διώκτες πολύ κοντά στον παράτολμο κλέφτη. Αν γελάσεις μ’ αυτή τη σκέψη και αδιαφορώντας για τις συνέπειες σηκώσεις πιο πολύ το ύφασμα, τότε θα δεις την πίσω όψη του παραμυθιού, χαμένη τη μαγεία των χρωμάτων, την τεχνική ξεμπροστιασμένη, όλο κόμπους και στηρίγματα και μεγάλες βελονιές»

και αρχίζει ως ‘απόκρυφο’ κείμενο προειδοποιώντας τον νεοεισερχόμενο αναγνώστη:

 

«Ανοίγω τα μογιλάλα και βραδύγλωσσα χείλη και πριν απ’ όλα παρακαλώ τους μέλλοντες εντυγχάνειν τήδε τη βίβλω να μη διατρέξουν αυτήν επιπόλαια αλλά να σκύψουν πάνω της με προσοχή και επιμέλεια […] Γιατί ακόμη κι αν μαζευτεί ένα πλήθος ανθρώπων τόσο πολυάριθμο όσο οι κόκκοι της άμμου κι ακόμη περισσότερο, ακόμη κι αν προσπαθήσουν να βοηθήσουν ο ένας τον άλλο και πάλι δεν θα μπορέσουν να καταλάβουν αυτά που θέλησα να πω μήτε να αντιληφθούν το πιο μικρό σκύβαλο από τα πράγματα του κόσμου»

 

Κι αν στο απόσπασμα που προηγείται αναγνωρίζει κάποιος σε κατά λέξη μεταφορά το προοίμιο από τη Χριστιανική Τοπογραφία του Κοσμά του Ινδικοπλεύστη να συμπλέκεται αδιόρατα με τα λόγια ενός άραβα αλχημιστή (Γιαμπίρ Ιμπν Χαγιάν), τότε, λίγο μετά θα ακούσει τη φωνή ενός Κινέζου φιλοσόφου (Τσουάγκ Τσου) και θα διακρίνει τον Απολλώνιο τον Τυανέα. Στη συνέχεια, θα διαβάσει αποσπάσματα από τις Εξομολογήσεις του Αυγουστίνου, το Περί Μυστικής θεολογίας του Διονυσίου Αρεοπαγίτη, τα Φυσικά του Αριστοτέλη, τη Θεία Κωμωδία του Δάντη, και θα διασταυρωθεί με κειμενικές νησίδες από την Ινδική Μπαγκαβάτ Γκίτα ή τις επιστολές του Μιχαήλ Ψελλού. Τέλος, θα βρει σε κάθε σελίδα σχεδόν, ίχνη της γραφής του Χ. Λ. Μπόρχες και κάποια στιγμή απόηχους της ίδιας της Remington

Ακολουθούν άλλα τέσσερα κεφάλαια, τα οποία με αδιόρατες υπόγειες συνδέσεις, συνθέτουν αυτό το ιδιότυπο σπονδυλωτό “μυθιστόρημα”. Οι μυθιστορηματικοί χαρακτήρες που το διασχίζουν δραπετεύουν από την Ιστορία και τις σελίδες άλλων βιβλίων και ταξιδεύουν στον χρόνο ως μεταφυσικοί βρικόλακες υιοθετώντας και αφομοιώνοντας διαρκώς νέα πρόσωπα και προσωπεία, σε μια σειρά διαρκών μετατοπίσεων, αδιάκοπων μετοικήσεων, σε τελική ανάλυση αέναων μεταμορφώσεων. Η ιστορία και η φιλοσοφία, η λογοτεχνία και το αρχετυπικά μυθικό επέκεινα, συνεισφέρουν στην κατασκευή του κειμένου, και το κέντρο βάρους μετατοπίζεται στην συνομιλία που αναπτύσσεται ανάμεσα σε κειμενικά αποσπάσματα που έχουν ανασυρθεί από το αρχικό τους περιβάλλον, για να ενταχθούν στον αφηγηματικό ιστό ενός τεράστιου σύγχρονου “κέντρωνα”:

Α Κεφάλαιο «Ο Κόσμος»: Ποια η σχέση λοιπόν του Βυζαντινού γεωγράφου του 6ου αιώνα που αναλαμβάνει προσωρινά την αφήγηση του πρώτου κεφαλαίου, με τον Απολλώνιο τον Τυανέα και τον Κινέζο φιλόσοφο Τσουάνγκ Τσου, τον άραβα αλχημιστή Γιαμπίρ και τον Μιχαήλ Ψελλό ή τον Μπόρχες, τα παράδοξα του Ζήνωνα και την Ινδική φιλοσοφία, τη μυστική Καμπάλα αλλά και την αναζήτηση ενός παγκόσμιου τύπου από τον Λαπλάς ή το όραμα της παγκόσμιας αρμονίας του Κέπλερ;

Β Κεφάλαιο «Don Lorenzo»: Πώς ένας ουμανιστής λόγιος της αναγέννησης σαν τον Don Lorenzo, γνωρίζει τα ποιήματα του Μπλέικ ή την Μοναδολογία του Λάιμπνιτς και το Συνέδριο των Πουλιών του Φαρίντ Ουντίν Αττάρ, υποστηρίζει τη θεωρία του Όκκαμ για το γλωσσικό σημείο, ξέρει τις περιηγητικές αναμνήσεις του Εβλιά Τσελεμπή και ενδιαφέρεται για τον καθολικό αλληγορισμό, την ερμητική σημείωση και κυρίως την πρωτοτυπία στην λογοτεχνία. Τι σχέση έχουν οι μυστικές διδασκαλίες των Σούφι και η εβραϊκή Καμπάλα ή ο Μπόρχες του Άλεφ, με όσα θαυμαστά συμβαίνουν σε ένα συμπόσιο όπου οι συνδαιτυμόνες ανήκουν εμφανώς σε διαφορετικές ιστορικές εποχές; Και πως ανάμεσα τους κυκλοφορεί ο κάπελας από την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων;

Γ Κεφάλαιο «Ο φιλόσοφος»: Ποια η σχέση του αυτοβιογραφούμενου φιλοσόφου που εύκολα ταυτίζεται με τα έργα και τις ημέρες του Μιχαήλ Ψελλού με τον άραβα αλχημιστή Γιαμπίρ και τον ερμητιστή Χέινριχ Κούνραθ αλλά και τον Παράκελσο; Και σε ποιο βαθμό σπαράγματα από τη χρονογραφία του Ψελλού ή τους επιτάφιους λόγους του και τις επιστολές του ενσωματώνονται μεταπαραμορφωμένα στο υφάδι του κειμένου;

Δ κεφάλαιο «Ο σκάλδος»: Ποια η σχέση του σκάλδου Χιόντουλφ Άρνοσον με τον επικό ποιητή των βόρειων λογοτεχνιών Σνόρρυ Στούρλουσον ή τον Μιχαήλ Ψελλό; Και σε τι βαθμό βρίσκουν τρόπο εισόδου στο σώμα του κειμένου αποσπάσματα από την ανώνυμη Ποιητική Έδα της σκανδιναβικής Μυθολογίας, τις σάγκες της Ιστορίας των Νορβηγών βασιλιάδων και κυρίως του Μπόρχες των Κέννιγκαρς και της «Σεμνότητας της Ιστορίας»;

Ε κεφάλαιο «Ο Μεσσίας»: Ποιος είναι τέλος πάντων ο Γιοδά Μπεν Σαμουέλ Σάνι του τελευταίου κεφαλαίου που αφορά τον εβραίο ψευδομεσσία Σαμπατάι Σέβι; Και πως ενσωματώνονται τα βιβλία του Γκέρσομ Σόλεμ για την Καμπάλα και τον Εβραϊκό Μεσσιανισμό, οι Σκληροί Έρωτες του Λεοπόλδου Φον Μαζόχ και οι Δερβίσηδες του Μιρμίρογλου στο κείμενο;

Αυτά αποτελούν μερικά μόνο από τα ερωτήματα που θα κληθεί να απαντήσει ο αναγνώστης της Ιστορίας των Μεταμορφώσεων και μερικά μόνο από τα αναγκαστικά διακείμενα ενός μυθιστορήματος που έθεσε ως στόχο του μέσα από ένα περίτεχνο ταξίδι στο συνεχές της παγκόσμιας βιβλιοθήκης, να αλληγορήσει την ίδια τη λειτουργία της λογοτεχνίας. Κάθε προσπάθεια της ανάγνωσης να αναχθεί στον εκτός κειμένου χώρο, αναζητώντας ένα αντικειμενικό έρεισμα, την επαναφέρει αναπόφευκτα πίσω στη Βιβλιοθήκη της Βαβέλ του Χ. Λ. Μπόρχες, δηλαδή σε έναν ατέρμονα διάλογο ανάμεσα στα βιβλία της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

 

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

Γιάννης Πάνου, «Εκείνα τα χρόνια», Νέα Κείμενα, Κέδρος, Χειμώνας 1971,Τρίτη έκδοση, 83-85.

Γιάννης Πάνου, …από το στόμα της παλιάς Remington, Εκδόσεις Τρίλοφος, Θεσσαλονίκη, 1981.

Γιάννης Πάνου, …από το στόμα της παλιάς Remington…, Δεύτερη Έκδοση, Εκδόσεις Ύψιλον, Αθήνα, Δεκέμβριος, 1983.

Γιάννης Πάνου, «”Η ΤΡΙΠΟΛΙΣ, η πόλις, η απερίγραπτος”’, Μια περιήγηση με το συγγραφέα Γιάννη Πάνου», στη στήλη Περίπατοι στις Πολιτείες, περιοδ. Το Τέταρτο, τεύχ. 20, 1986, σελ: 60-62.

Γιάννης Πάνου, …από το στόμα της παλιάς Remington…, Μυθιστόρημα, Τρίτη Έκδοση, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 1998.

Γιάννης Πάνου, Ιστορία των Μεταμορφώσεων, Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 1998.

 

 

ΒΑΣΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Κώστας Βούλγαρης, Θωμάς Σκάσσης, Μισέλ Φάις, Τάσος Χατζητάτσης, 25 χρόνια μετά – Γιάννης Πάνου …από το στόμα της παλιάς Remington…,  Πρόλογος: Παναγιώτης Μουλλάς – Φιλολογικό επίμετρο: Αριστοτέλης Σαΐνης, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2006.

Αφιέρωμα: Γιάννης Πάνου,  επιμέλεια Κώστας Βούλγαρης, Εφημερίδα «Αυγή»,  17/9/2006 – και  24/9/2006 [Γράφουν: Γιάννης Δάλλας, Λήδα Καζαντζάκη, Δημήτρης Δημηρούλης, Δημήτρης Αγγελάτος, Μάσσιμο Κατσούλο, Τζίνα Πολίτη, Κώστας Βούλγαρης, Γιώργος Μπλάνας, Γιάννης Παπαθεοδώρου, Λίζυ Τσιριμώκου, Στέφανος Ροζάνης, Τιτίκα Δημητρούλια, Αλέξης Ζήρας, Χριστίνα Αγγελίδη, Κώστας Γαβρόγλου]

Προηγούμενο άρθροΤο νερό που τιμωρεί
Επόμενο άρθροΓιάννης Βούρος:μπαίνοντας στην αγορά…

2 ΣΧΟΛΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ