της Μαρίζας Ντεκάστρο.
Τα αστυνομικά μυθιστορήματα που εκδίδουν οι Έλληνες συγγραφείς για παιδιά (Γ. Ρεμούνδος, Χρ. Σπυροπούλου, Π. Χατζόπουλος, Γ. Φώτου, κ.ά.) είναι περιπετειώδεις ιστορίες με λίγο μυστήριο, καθόλου τρομαχτικές και αναφέρονται συνήθως σε θέματα που συναντάμε σε πολλά παιδικά βιβλία- κάτι χάθηκε, ένας κρυμμένος θησαυρός, μια κλοπή, η αρχαιοκαπηλία, κ.ά.
Η Λίνα Λυχναρά στο μυθιστόρημα Το παιδί με τα δύο πρόσωπα απευθύνεται σε αναγνώστες που βρίσκονται στο πέρασμα προς την εφηβεία και ενδιαφέρονται να διαβάσουν βιβλία πιο απαιτητικά ως προς τη σύνθεση, το θέμα και την πολυπλοκότητα των χαρακτήρων. Αποφεύγει λοιπόν τα σχετικά με τα ‘παιδικά’ και το βιβλίο της θα μπορούσε να σταθεί σε μια εφηβική βιβλιοθήκη.
Το μυθιστόρημα ξεκινάει με ένα θαυμάσιο εύρημα: κατά την επίσκεψη μιας σχολικής τάξης σ’ ένα βιβλιοπωλείο για να συναντήσει μια συγγραφέα αστυνομικών βιβλίων, ένας μαθητής, αυτός που ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την αστυνομική λογοτεχνία, εξαφανίζεται.
Αυτό το εύρημα θα κατέληγε διδακτικό και ανούσιο αν η συγγραφέας το χειριζόταν με το συνηθισμένο τρόπο, δηλαδή με στόχο να αναφερθεί στα καλά της φιλαναγνωσίας. Αντίθετα, το αφήνει στην άκρη και προχωράει στο ξεδίπλωμα της υπόθεσης με το γνωστό, από τα προηγούμενα μυθιστορήματα της συγγραφέως, αστυνόμο Ζαφείρη να αναλαμβάνει, να μεταφέρεται στην Πάρο και να ξεσκεπάζει μια απίθανη υπόθεση διπλοπροσωπίας.
Επισημαίνουμε ωστόσο ότι η ηλικιακή ένδειξη στο οπισθόφυλλο +9 και ο λογότυπος της σειράς Περιστέρια μπορεί να αποτρέψει μεγαλύτερα παιδιά που έχουν διαφορετική εικόνα για τον εαυτό τους ως αναγνώστες.
Ο Πολυχρόνης Κουτσάκης από το πρώτο του βιβλίο, το Καιρός για ήρωες, έκανε αίσθηση. Έγραψε ένα θρίλερ που δείχνει πώς γράφεται ένα νεανικό μυθιστόρημα χωρίς συμπλέγματα, μικρομέγαλους χαρακτήρες, άσκοπη χρήση των στοιχείων που υποθετικά θα το έκαναν μοντέρνο- το δήθεν ειδικό λεξιλόγιο, το ΦΜπ, κλπ. Οι πρωταγωνιστές μπορεί να είναι έφηβοι- λυκειόπαιδα των Χανιών που μπλέκονται με την τοπική μαφία, μπορεί ο εφηβικός έρωτας που ζει ο πρωταγωνιστής να είναι θέμα κοινότυπο, η συμμαθήτρια που εξαφανίζεται να είναι η λαβή για την αστυνομική ανάπτυξη της ιστορίας, όμως όλα κουμπώνουν με μαεστρία. Είναι κλασικό αστυνομικό και όχι ακόμα ένα μυθιστόρημα με αστυνομική πλοκή.
Το δεύτερο μυθιστόρημά του, το Μια ανάσα μόνο, πράγματι διαβάζεται με μιαν ανάσα. Είναι το δεύτερο μέρος της τριλογίας που θα συμπληρωθεί με ένα τρίτο βιβλίο, έχει τους ίδιους συναισθηματικούς έφηβους ήρωες που ανακατεύουν τα ερωτικά τους με την πραγματικότητα που δεν είναι πάντοτε ρόδινη ούτε εντός, ούτε έκτος οικογένειας. Οι ήρωές διαθέτουν την υγιή περιέργεια και την τόλμη των συνειδητοποιημένων νέων οι οποίοι δε διστάζουν να μεταμορφωθούν σε ντετέκτιβ στα μέτρα τους για να υπερασπιστούν το σωστό.
Το διαφορετικό στα έργα του Κουτσάκη είναι το βλέμμα στην πόλη και τους ανθρώπους της και σε όλα εκείνα τα καθημερινά που, αν και ζητήματα αιχμής, τα προσπερνάμε γιατί έχουν γίνει συνηθισμένα. Ο άστεγος, ο μικρός μετανάστης, ο εκφοβισμός και το νταηλίκι, η περιστασιακή εργασία των νέων είναι οι κοινωνικές αναφορές πάνω στις οποίες χτίζονται τα μυθιστορήματά του. Τα όμορφα Χανιά του Κουτσάκη έχουν μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα. Περιγράφονται με ακρίβεια στο φως και στο σκοτάδι – οι δρόμοι και τα στενά, τα σπίτια, οι αγορές, οι χαρακτηριστικοί τύποι της πόλης- και είναι κάτι παραπάνω από παραλίες, εστιατόρια, μνημεία και ρομαντικές βόλτες. Είναι μια ζωντανή πόλη με τα καλά της και τα κακά της, μια πόλη ισάξιος ήρωας με τους υπόλοιπους.
Η Φινλανδή Σάλα Σίμουκα μεταφέρει τον αναγνώστη σ’ ένα εντελώς ξένο περιβάλλον, στη σκοτεινή και κρύα χώρα της, σε μια κοινωνία με νέους πιο απελευθερωμένους και οικογένειες πιο ανεκτικές. Η ηρωίδα, η μοναχική Χιονάτη Άντερσον, είναι δεκαεφτά χρονών, ζει μόνη της, έχει ερωτικές σχέσεις που περιγράφονται λεπτομερώς, με πολύ σκληρή γλώσσα αναφέρεται στα βασανιστήρια που υπέστη από συμμαθήτριες. Απόμακρη, μέσα κι έξω από τη ζωή, η Χιονάτη είναι συναισθηματικά ευάλωτη. Έχει αγωνίες, τυραννιέται, τραμπαλίζεται μέχρι να βρει την ισορροπία που θα την μετατρέψει σε εκδικήτρια. Είναι η λογική της που την κάνει τολμηρή, και εντέλει επιθετική προς τα τεκταινόμενα τα οποία κρίνει με ωριμότητα και τα διατυπώνει αιχμηρά χωρίς να στρογγυλεύει.
Στο πρώτο μέρος της τριλογίας δε διστάζει να σκαλίσει το κύκλωμα των ναρκωτικών και των ύποπτων οικονομικών συνδιαλλαγών και στο δεύτερο να ασχοληθεί με μια θρησκευτική αίρεση που συνθλίβει τα μέλη της- θέμα που συγκλόνισε τον κόσμο όταν συνέβηκε πραγματικά πριν μερικά χρόνια στις ΗΠΑ. Η κορύφωση έρχεται στο τρίτο μέρος όπου υφίσταται την ανατριχιαστική πίεση ενός αρρωστημένου ατόμου που τη διαλύει ψυχολογικά. Αναλαμβάνει λοιπόν δράση γιατί δεν αντέχει αυτές τις βρομιές.
Μυθιστορήματα, σαν αυτά των παραπάνω συγγραφέων, που γράφουν για ναρκωτικά, αιρέσεις, αρρωστημένα άτομα, κοινωνική βία, δεν είναι πρωτότυπα στη βιβλιογραφία για νέους. Τα συγκεκριμένα όμως οδηγούν κατευθείαν στη λογοτεχνία των ενηλίκων.
Μια τελευταία παρατήρηση σχετικά με το ελληνικό ‘στύλ’: Ο Πολυχρόνης Κουτσάκης, αλλά και οι Κυριάκος Μαργαρίτης και Βασίλης Παπαθεοδώρου σε μυθιστορήματα των προηγουμένων ετών, ανεβάζουν την ηλικία και απευθύνονται σε έφηβους /νεαρούς ενήλικες αναγνώστες, γιατί ξεφεύγουν, όπως και η Λυχναρά για τους λίγο μικρότερους, από τις συνηθισμένες αναφορές σε θέματα που θεωρούνται διδακτικά (για παράδειγμα περιγραφές μνημείων, ιστορικά στοιχεία προσώπων και τόπων, έθιμα) και τα οποία συμπεριλαμβάνονται κατά παράδοση στα περισσότερα βιβλία για παιδιά μικρότερης ηλικίας. Παρόμοια θέματα υπάρχουν και στα δικά τους βιβλία αλλά λειτουργούν ως φυσικά στοιχεία του φόντου της ιστορίας χωρίς να γράφονται για διδακτικούς λόγους.
Το παιδί με τα δυο πρόσωπα
Εκδ. Πατάκη, 2014
Καιρός για ήρωες, 2013
Μια ανάσα μόνο, 2015
Εκδ. Πατάκη
Σάλα Σίμουκα
Η τριλογία της Χιονάτης:
Κόκκινη σαν το αίμα, 2014
Λευκή σαν το χιόνι, 2014
Μαύρη σαν το έβενο, 2015
Μετ. Μαρία Μαρτζούκου
Εκδ. Μεταίχμιο, 2014