Ο Eugene Rogan για το Ανατολικό Ζήτημα( συνέντευξη στον Θανάση Μήνα)

1
759

 

Συνέντευξη στον Θανάση Μήνα.

 

Η πτώση των Οθωμανών (εκδ. Αλεξάνδρεια, μτφ. Ελένη Αστερίου) του Βρετανού ιστορικού Eugene Rogan έρχεται να καλύψει ένα κενό στη μελέτη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου: αφενός εστιάζει στο Μέτωπο της Μέσης Ανατολής, αφετέρου εξετάζει την Ιστορία, όχι μόνο από τη σκοπιά των νικητών, αλλά και από αυτή των ηττημένων, ανατρέχοντας σε πλήθος οθωμανικές και άλλες πηγές.  Ο Rogan μελετά με οξυδέρκεια τα εξαιρετικής σημασίας γεγονότα, που, υπό το πρίσμα του Μεγάλου Πολέμου, συνδιαμόρφωσαν τον χάρτη της Μέσης Ανατολής μετά τη διάλυση τη Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: τη Συμφωνία των Σάικς-Πικό (για τον αγγλο-γαλλικό έλεγχο της Παλαιστίνης), τη Διακήρυξη Μπάλφουρ (για την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ), τον ρόλο των Οριενταλιστών (όπως ο Lawrence και οι Γερμανοί ομόλογοί του), την Αραβική Εξέγερση, την άνοδο των Νεότουρκων, τη γενοκτονία των Αρμενίων.

Ο Rogan ανασυνθέτει ένα από τα πιο σημαντικά πεδία του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ένα πεδίο που εκτείνεται από την Καλλίπολη ως την Κωνσταντινούπολη και από τη Βαγδάτη και τη Δαμασκό ως την Ιερουσαλήμ. Συγχρόνως υπογραμμίζει ότι «αν οι συγκρούσεις στη δυτική Ευρώπη διεξήχθησαν κυρίως από επαγγελματικούς στρατούς, εκείνες στη Μέση Ανατολή ενέπλεξαν ολόκληρους λαούς, με καταστρεπτικές συνέπειες για μακραίωνες κοινότητες όπως εκείνες των Αρμενίων και των Ελλήνων».

 

 

Ο Βρετανός ιστορικός, που διδάσκει Ιστορία της νεότερης Μέσης Ανατολής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και είναι εταίρος του St Antony’s College, μιλάει στον Αναγνώστη.

 

 

Κύριε Rogan, πιστεύετε ότι το μέτωπο της Μέσης Ανατολής της περιόδου του Α’ Παγκοσμίου πολέμου δεν έχει διερευνηθεί όσο θα του άξιζε;

Το Οθωμανικό Μέτωπο είχε παραμεληθεί από τους συγγραφείς κατά το μεγαλύτερο μέρος ενός αιώνα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν γραφτεί αρκετά βιβλία με θέμα τις διαφορετικές επιχειρήσεις που έλαβαν χώρα στη Μέση Ανατολή. Ολόκληρες βιβλιοθήκες έχουν γραφτεί για την Καλλίπολη, ενώ, χάρη στον Τ. Ε. Λόρενς, γράφονται συστηματικά βιβλία με θέμα την Αραβική Εξέγερση. Προσθέστε σ’ αυτά τους τόμους που έχουν γραφτεί για τη Μεσοποταμία, για την εκστρατεία στην Παλαιστίνη και για τη διπλωματία στη διάρκεια του πολέμου (τη Συμφωνία Σάικς-Πικό, τη Διακήρυξη Μπάλφουρ) και ίσως συμφωνήσετε ότι επαρκεί η βιβλιογραφία σχετικά με τη Μέση Ανατολή του Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Ωστόσο, αυτή η θεώρηση λανθάνει. Μέχρι πρόσφατα πολύ λίγα είχαν γραφτεί για το Οθωμανικό Μέτωπο – εννοώ, υπό το πρίσμα μιας γενικής θέασης της οθωμανικής πλευράς του πολέμου, ενσωματώνοντας τις διαφορετικές εκστρατείες στη Μέση Ανατολή σε έναν κοινό θεματικό σκελετό (όπως συμβαίνει στα έργα που αναφέρονται στο Δυτικό Μέτωπο), μελετώντας τις τουρκικές πηγές. Με αυτό τον τρόπο, η οθωμανική πολεμική εμπειρία είχε τάση να εξετάζεται από μια ευρωκεντρική σκοπιά. Εάν για τους Βρετανούς εκείνης της εποχής το Οθωμανικό Μέτωπο είχε μια μάλλον περιφερειακή θέση, για τους Οθωμανούς είχε κεντρική. Αυτή την πλευρά εξετάζει σήμερα η ιστοριογραφία, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης ενός αιώνα από την έναρξη του πολέμου. Νέα βιβλία από συγγραφείς όπως οι Christian Coates Ulrichsen, Erik Erickson, Sean McMeekin, Ryan Gingeras, Mustafa Aksakal, και επίσης το δικό μου τελευταίο βιβλίο, έρχονται να καλύψουν σήμερα αυτό το κενό.

Θα ήθελα να δούμε το γεγονός της κατάρρευσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Πώς συνδιαμόρφωσε τον σημερινό χάρτη της Μέσης Ανατολής;

Από τη στιγμή που οι Οθωμανοί μπήκαν στον Μεγάλο Πόλεμο, οι Ευρωπαίοι εχθροί τους άρχισαν να κατεργάζονται τη διάλυση της αυτοκρατορίας. Τους ενδιέφερε λιγότερο να εγκαθιδρύσουν ένα καθεστώς σταθερότητας στον μετα-Οθωμανικό κόσμο, όσο να πετύχουν μια ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των Ευρωπαϊκών Αυτοκρατοριών. Αυτή η διαδικασία ξεκινά τον Μάρτιο του 1915 με τη Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης, με την οποία η Ρωσία αξίωσε την Κωνσταντινούπολη και τα Στενά, ενώ η Γαλλία κατοχύρωσε τις αξιώσεις της στην Κιλικία και στη Συρία. Αν και η Βρετανία εισήλθε στον πόλεμο χωρίς εδαφικές βλέψεις και δεν προέβαλε συγκεκριμένες αξιώσεις κατά τη Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης, όσο κλιμακωνόταν η εμπλοκή των Βρετανών στα πεδία μαχών της Μέσης Ανατολής, τόσο αυτοί προέβαλαν διεκδικήσεις για τη δική τους αυτοκρατορία. Στη διάρκεια του πολέμου, οι Βρετανοί, οι Γάλλοι και οι Ρώσοι συχνά επεξεργάστηκαν σχέδια για το διαμοιρασμό της Μέσης Ανατολής μεταξύ τους και μεταξύ των συμμάχων τους στην πολεμική προσπάθεια – την Ιταλία, την Ελλάδα, τους Άραβες και τους Σιωνιστές. Η διαδικασία αυτή κορυφώθηκε μόνο τον Απρίλιο του 1920, όταν οι νικήτριες δυνάμεις συναντήθηκαν στο Σαν Ρέμο και συμφώνησαν σε έναν τελικό διαμοιρασμό σύμφωνα με τον οποίο η Γαλλία επιβραβευόταν με τα εδάφη της Συρίας και του Λιβάνου, που της παραχωρήθηκαν με τη μορφή εντολών από την Κοινωνία των Εθνών, ενώ η Βρετανία κατοχύρωσε την Παλαιστίνη (συμπεριλαμβανομένης της Υπεριορδανίας) και το Ιράκ. Σχεδιασμένα χωρίς τη διαβούλευση ή τη σύμφωνη γνώμη των ανθρώπων που ζούσαν σε αυτά τα ιμπεριαλιστικά μορφώματα, τα μεταπολεμικά σύνορα της Μέσης Ανατολής αποδείχθηκαν μέχρι πρόσφατα εντυπωσιακά  ανθεκτικά – το ίδιο και οι συγκρούσεις που προκάλεσαν, ειδικά μεταξύ Παλαιστίνης-Ισραήλ, καθώς και στις Κουρδικές περιοχές του Ιράν, του Ιράκ, της Συρίας και της Τουρκίας.

 

ptosi-othomanonΣτο βιβλίο σας εστιάζετε στην καθημερινή εμπειρία στρατιωτών από όλο τον κόσμο καθώς και σε αυτήν των πολιτών που ανήκαν στις διαφορετικές εθνοτικές ομάδες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είναι μια οπτική από τα κάτω. Προσπαθήσατε κατά κάποιο τρόπο να συνδυάσετε την κοινωνική με τη στρατιωτική Ιστορία;  

Βάσει της ειδίκευσης μου, είμαι κοινωνικός ιστορικός και Η πτώση των Οθωμανών ήταν η πρώτη μου προσπάθεια στο πεδίο της στρατιωτικής Ιστορίας. Ενώ προσπάθησα να αναδείξω τη σημασία του τρόπου διεξαγωγής του πολέμου και των στρατηγικών που εκπονήθηκαν και από τις δύο πλευρές, πάντα με ενδιέφερε περισσότερο το πώς βίωναν την εμπειρία του μοντέρνου πολέμου οι ανώνυμοι στρατιώτες και από τις δύο πλευρές των χαρακωμάτων. Ήθελα επίσης να συλλάβει ο αναγνώστης πόσο βαθειά επηρέασε ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος τις ζωές των αμάχων στις αραβικές και τουρκικές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με εξέπληξε το πόσο πολύ ενεπλάκη στον πόλεμο η μοντέρνα Μέση Ανατολή: Όλες οι χώρες της Βόρειας Αφρικής, τα σημερινά κράτη της Υεμένης και της Σαουδικής Αραβίας στην Αραβική Χερσόνησο, η Συρία, ο Λίβανος, η Παλαιστίνη και το Ισραήλ, η Ιορδανία, το Ιράκ και το Ιράν, και φυσικά η Τουρκία, όλες αυτές οι χώρες είτε προσέφεραν στρατιώτες είτε περιοχές τους χρησιμοποιήθηκαν ως πεδίο μάχης. Έτσι λοιπόν η κοινωνική ιστορία του πολέμου έχει μεγάλη σημασία στο θέμα της διαμόρφωσης της σύγχρονης Μέσης Ανατολής.

Κατά τη γνώμη σας, ποιες είναι οι πιο κατάλληλες πηγές προκειμένου να εξετάσουμε και να κατανοήσουμε βαθύτερα αυτή την περίοδο της Ιστορίας;

Άντλησα εκτεταμένα από απομνημονεύματα στρατιωτών και αμάχων προκειμένου να αποδώσω τις εμπειρίες τους από τον πόλεμο. Ήταν οι πιο αγαπημένες μου πηγές με διαφορά. Τα Βρετανικά Αρχεία, ειδικά οι ιδιωτικές συλλογές του Αυτοκρατορικού Μουσείου Πολέμου, ήταν ένας θησαυρός σε ό,τι αφορά τη βρετανική εμπειρία στη Μέση Ανατολή. Παρόμοιες συλλογές έχουν συγκροτηθεί στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία. Με δεδομένο τα υψηλοτέρα ποσοστά αναλφαβητισμού, υπάρχουν λιγότερα απομνημονεύματα απλών Τούρκων στρατιωτών, αν και τα τελευταία χρόνια έχουν εκδοθεί αρκετά στην Τουρκία, πλουτίζοντας πολύ τα εργαλεία μας για να κατανοήσουμε το Οθωμανικό Μέτωπο. Το πιο συναρπαστικό είναι ότι αυτά τα οθωμανικά ημερολόγια αντανακλούν έντονα τις εμπειρίες που ανευρίσκουμε στα ημερολόγια των Βρετανών ή των Γάλλων.

Όταν οι Οθωμανοί μπήκαν στον πόλεμο, ο σουλτάνος κήρυξε «τζιχάντ» κατά των εχθρών τους, προσπαθώντας να συσπειρώσει τον οθωμανικό κόσμο. Κατά πόσο ήταν τότε διαφορετική η έννοια της «τζιχάντ» σε σχέση με τη σημερινή χρήση του όρου;

Η οθωμανική κλήση σε τζιχάντ εξυπηρετούσε δύο σκοπούς. Όπως και οι άλλες εμπόλεμες χώρες, οι Οθωμανοί προσπάθησαν να κινητοποιήσουν δυνάμεις μέσω της θρησκείας. Για παράδειγμα, τα κουμπιά των στολών των Γερμανών έγραφαν «Gott mit uns», δηλ. «Ο Θεός είναι μαζί μας». Το κάλεσμα του σουλτάνου σε τζιχάντ εξυπηρετούσε τον ίδιο σκοπό, ενθαρρύνοντας τους πιστούς να πάρουν τα όπλα και καταπραΰνοντας τους πενθούντες με υποσχέσεις ότι οι σκοτωμένοι γιοι τους θα πάνε στον παράδεισο ως μάρτυρες.

Όμως το κάλεσμα αυτό είχε και πολιτική σημασία. Οι Γερμανοί Οριενταλιστές είχαν πείσει τον Κάιζερ ότι το κάλεσμα του Οθωμανού σουλτάνου σε τζιχάντ, με δεδομένη την ιδιότητά του ως ηγέτη του Σουνιτικού Ισλάμ, ίσως ενέπνεε τους μουσουλμάνους να εξεγερθούν κατά των Βρετανών, των Γάλλων και των Ρώσων εντός των αυτοκρατοριών τους. Ήταν μια απόπειρα να στρέψουν τους Ινδούς και Αιγυπτίους μουσουλμάνους κατά των Βρετανών, εκείνους της Βόρειας και της Δυτικής Αφρικής κατά των Γάλλων και των μουσουλμάνων του Καυκάσου κατά των Ρώσων. Αν και δεν σημειώθηκαν μαζικές εξεγέρσεις αυτού του τύπου, οι Βρετανοί ανησυχούσαν ότι τυχόν νίκες των Οθωμανών θα προκαλούσαν ταραχές στις αποικιακές τους κτήσεις στην Ασία και στην Αφρική.

Το κάλεσμα σε τζιχάντ είχε διαφορετική έννοια σε σχέση με τον τρόπο που χρησιμοποιείται σήμερα από το Ισλαμικό Κράτος στη Συρία και το Ιράκ, σύμφωνα με τον οποίο οι αντιδυτικές δυνάμεις πρέπει να ενοποιηθούν κατά της παγκοσμιοποίησης, για να προστατέψουν την ισλαμική κοινωνία από τις επιδράσεις της διεφθαρμένης Δύσης. Κατά τον Ά Παγκόσμιο πόλεμο, η τζιχάντ αναφερόταν στη γεωπολιτική· σήμερα αναφέρεται στις πολιτικές ταυτότητας.

Γιατί πιστεύετε ότι οι Οθωμανοί διάλεξαν την πλευρά των Γερμανών και των Αυστριακών; Φοβόνταν περισσότερο τις βρετανικές, γαλλικές και ρωσικές βλέψεις στα εδάφη τους και στις πλουτοπαραγωγικές τους πηγές;

Για τους Οθωμανούς, οι Ρώσοι αντιπροσώπευαν μια απειλή για την ίδια τους την ύπαρξη από την αρχή του πολέμου. Ο τσάρος και η κυβέρνησή του δεν έκρυβαν τις βλέψεις τους για την Κωνσταντινούπολη και τα Στενά. Περίμεναν απλά να ξεσπάσει μια γενική ευρωπαϊκή σύγκρουση για να εγείρουν τις διεκδικήσεις τους κάτω από την ομίχλη του πολέμου. Αν και οι Οθωμανοί μπορεί να προτιμούσαν μια συμμαχία με τον παραδοσιακό τους υποστηρικτή, την Αγγλία, ή με τη Γαλλία, καμιά από τις χώρες αυτές δεν θα σκεπτόταν να υπογράψει συνθήκη με τους Οθωμανούς κατά της Ρωσίας, που ήταν σύμμαχός τους στην Αντάντ. Αυτό άφηνε τους Γερμανούς τη μοναδική ευρωπαϊκή δύναμη στην οποία μπορούσε να στραφεί το καθεστώς των Νεότουρκων. Οι Γερμανοί ήταν ένα καλό στοίχημα για τους Νεότουρκους: ο Κάιζερ δεν είχε βλέψεις στα οθωμανικά εδάφη και ο στρατός του ήταν ο ισχυρότερος στην Ευρώπη. Οι Οθωμανοί ήλπιζαν ότι μια γρήγορη γερμανική νίκη θα μπορούσε να τους επιτρέψει να διεκδικήσουν εκ νέου τα εδάφη που είχαν χάσει από τη Ρωσία και την Ελλάδα.

Η Συμφωνία των Σάικς-Πικό και η Διακήρυξη Μπάλφουρ έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη των πραγμάτων. Δεν υπάρχει όμως μια βασική αντίθεση στο περιεχόμενο αυτών των δύο διπλωματικών πρωτοβουλιών;

Όπως ειπώθηκε, οι δυνάμεις της Αντάντ ενεπλάκησαν σε πολυάριθμες διπλωματικές συνεννοήσεις προκειμένου να διαμερίσουν μεταξύ τους τις οθωμανικές περιοχές. Τις θεωρούσαν ως ανταμοιβή για την πολεμική τους προσπάθεια –πολύ συχνά τα οθωμανικά εδάφη αναφέρονται ως «έπαθλα» – και συγχρόνως προσπαθούσαν να βρουν λύση στο Ανατολικό Ζήτημα θέτοντας ένα πλαίσιο που θα απέτρεπε μελλοντικές συγκρούσεις ανάμεσα στις ευρωπαϊκές δυνάμεις στα εδάφη της «παρηκμασμένης» Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Ο σημαντικότερος σταθμός αυτής της διπλωματίας ήταν η Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης, με την οποία η Ρωσία αξίωσε την Κωνσταντινούπολη και τα Στενά, ενώ η Γαλλία κατοχύρωσε τις αξιώσεις της στην Κιλικία και στη Συρία. Η Βρετανία επίσης κατοχύρωσε το δικαίωμά της να εγείρει αξιώσεις πάνω σε άλλες στρατηγικές περιοχές αφού εξετάσει τα συμφέροντα και τις επιλογές της. Τελικά, οι Βρετανοί αποφάσισαν να προσθέσουν τη Μεσοποταμία στο imperium που είχαν δημιουργήσει στον Περσικό Κόλπο. Παρόλα αυτά οι Βρετανοί προσπάθησαν να επιβάλουν με τη διπλωματία τις βλέψεις τους μόνο αφότου διαπραγματεύτηκαν με τους Σαρίφ της Μέκκας την έναρξη μιας Αραβικής Εξέγερσης κατά των Οθωμανών. Έχοντας δώσει πολλές υποσχέσεις στον Σαρίφ Χουσεΐν, οι Βρετανοί ξαναστράφηκαν στους Γάλλους για να σχεδιάσουν εκ νέου τα σύνορα. Η Διακήρυξη Μπάλφουρ ήταν ο άλλος σημαντικός σταθμός αυτής της πολιτικής. Καθώς οι Βρετανοί επιδίωξαν να αναθεωρήσουν τη Συμφωνία Σάικς-Πικό και να προσαρτήσουν υπό βρετανικό έλεγχο την περιοχή της Παλαιστίνης (σύμφωνα με το σχέδιο των Σάικς-Πικό η Παλαιστίνη θα τελούσε υπό διεθνή έλεγχο), προσπάθησαν να κερδίσουν την υποστήριξη του σιωνιστικού κινήματος. Αυτό που αναδεικνύεται μέσα από αυτή την αντιφατική διπλωματία, είναι το πώς η εξέλιξη του πολέμου επηρέαζε τα σχέδια διαμοιρασμού των εδαφών. Οι Βρετανοί δεν θα έμπαιναν σε τέτοιες διαπραγματεύσεις σε καιρό ειρήνης.

Θα ήταν λάθος να κρίναμε αυτές τις συμφωνίες ως οτιδήποτε άλλο παρά υπολογισμένες ενέργειες για να κερδηθεί ο πόλεμος, ενθαρρύνοντας παλιούς συμμάχους ή αναζητώντας νέους. Οι Βρετανοί δεν υποστήριζαν ούτε τους Άραβες, ούτε τους Σιωνιστές. Ήταν πιστοί μόνο στη δική τους αυτοκρατορία, την οποία περίμεναν να διαρκέσει πολύ περισσότερο από όσο διήρκησε.

Υπό ποιες συνθήκες ξέσπασε η Αραβική Εξέγερση και πώς διαμορφώθηκε ο αραβικός εθνικισμός;

Ο Σαρίφ Χουσεΐν της Μέκκας διαπραγματεύτηκε επί έναν χρόνο με τους Βρετανούς πριν κηρύξει τον πόλεμο στους Οθωμανούς. Λίγο μετά την είσοδό του στον πόλεμο, τον προσέγγισαν Άραβες σεπαρατιστές από τη Δαμασκό που σχεδίαζαν να εξεγερθούν και του ζήτησαν να αναλάβει την ηγεσία της εξέγερσης. Ο Χουσεΐν έστειλε τον γιο του, τον Φαϊζάλ, να συναντηθεί με αυτούς τους Άραβες ηγέτες στη Δαμασκό και, πεισμένος ότι ήταν οργανωμένοι τόσο στη Συρία όσο και στο Ιράκ, άρχισε να θέτει στους Βρετανούς όρους εδαφικών παραχωρήσεων. Οι Βρετανοί συγκατένευσαν μόνο μετά τις ήττες τους στην Καλλίπολη και στη Μεσοποταμία το 1915 και το 1916. Θεώρησαν την Αραβική Εξέγερση ως προτεραιότητα προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος να συσπειρωθούν οι μουσουλμάνοι των αποικιακών περιοχών κάτω από τη σημαία της τζιχάντ που κήρυξε ο σουλτάνος.

Οι Βρετανοί και οι Χασεμίτες σύναψαν στρατιωτική συμμαχία, η οποία προέβλεπε ότι η Βρετανία θα παρέχει όπλα, χρυσό και σιτάρι για να στηρίξει την εξέγερση. Ο Σαρίφ Χουσεΐν έριξε τον πρώτο πυροβολισμό της εξέγερσης τον Ιούνιο του 1916.

Οι Οθωμανοί προσπάθησαν να αποτρέψουν την εξέγερση κερδίζοντας έδαφος στις αραβικές επαρχίες και εφαρμόζοντας σκληρά μέτρα καταστολής στις κυριότερες πόλεις της Συρίας και του Ιράκ. Η εξέγερση, τελικά, περιορίστηκε στις περιοχές της Χετζάζ και της νότιας Ιορδανίας καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Παρόλα αυτά το κίνημα είχε μεγαλύτερη συμβολική σημασία για τις αραβικές επιδιώξεις παρά στρατηγική σημασία για τη βρετανική πολεμική προσπάθεια. Μετά το τέλος του πολέμου οι Χασεμίτες έγιναν αναλώσιμοι για τους Βρετανούς, οι οποίοι υποστήριξαν τις γαλλικές αξιώσεις στη Συρία αντί για εκείνες των Χασεμιτών συμμάχων τους.

Πώς προσεγγίσατε το θέμα της σφαγής των Αρμενίων;

Η γενοκτονία των Αρμενίων ήταν αναμφίβολα το πιο οδυνηρό και αμφιλεγόμενο  θέμα του βιβλίου μου. Επιδίωξα να συγκεντρώσω τις καλύτερες νέες επιστημονικές εργασίες και τις πιο αξιόπιστες πρωτογενείς μαρτυρίες τόσο από την πλευρά των Τούρκων όσο και των Αρμενίων, και προσπάθησα να γράψω την ιστορία όσο πιο έντιμα μπορούσα. Αντιμετώπισα τις εκτοπίσεις και τις σφαγές στη διάρκεια του πολέμου ως γενοκτονία, όμως συγχρόνως εξέτασα το θέμα μέσα στα συμφραζόμενα του πολέμου, βλέποντας ότι οι Αρμένιοι και οι Ρώσοι εθνικιστές με τις ενέργειές τους εξέθεσαν τους Αρμένιους αμάχους στον κίνδυνο της γενοκτονίας. Όμως το συγκείμενο σε καμία περίπτωση δεν δικαιώνει (τους θύτες). Είναι περισσότερο μια προσπάθεια να εξηγηθεί γιατί έλαβε χώρα η γενοκτονία στο συγκεκριμένο μέρος τον συγκεκριμένο χώρο.

Εντοπίζετε αναλογίες ανάμεσα στα γεγονότα εκείνης την εποχής και στα όσα συμβαίνουν σήμερα στη Μέση Ανατολή; Είμαστε αντιμέτωποι με την άνοδο νέων μορφών εθνικισμού; Πιστεύετε ότι η εμπλοκή της Τουρκίας στη Συρία και στο Ιράκ είναι μια προσπάθεια να αναβιώσει την παλιά αυτοκρατορική ισχύ της;

Είναι δελεαστικό το να εξετάσει κανείς τις σημερινές κρίσεις στη Μέση Ανατολή ως απότοκα του Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Ωστόσο, δεν πρέπει να παραβλέψουμε τα μοναδικής σημασίας γεγονότα του περασμένου αιώνα που σημάδεψαν την περιοχή και  συνδιαμόρφωσαν τη σημερινή κατάσταση. Οι αγώνες ενάντια στην αποικιοκρατία, η Αραβο-Ισραηλινή σύρραξη, η άνοδος του πολιτικού Ισλάμ, το πετρέλαιο ως παράγοντας πλούτου αλλά και συγκρούσεων και οι αμερικανικές επεμβάσεις στα χρόνια μετά τον Ψυχρό πόλεμο αποτελούν σημαντικότερες αιτίες για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή από τα γεγονότα του   Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Παρόλα αυτά η εξαγγελία της κατάλυσης της Συμφωνίας των Σάικς-Πικό από τον ISIS το 2014, όταν διακήρυξε την ίδρυση ενός χαλιφάτου στις περιοχές της Συρίας και του Ιράκ, μας λέει πόσο σημαντική είναι η Ιστορία για τον αραβικό κόσμο. Οι αδικίες της μετα-οθωμανικής εποχής συνεχίζουν να υπαγορεύουν τη σημερινή πολιτική δράση. Ακόμα και αν τα γεγονότα που συνέβησαν πριν από έναν αιώνα μοιάζουν κάπως μακρινά, συνεχίζουν να γεννούν θυμό, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τη νομιμότητα ενός κρατικού συστήματος που επιβίωσε για έναν αιώνα μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο.

 

info: Eugene Rogan, Η πτώση των Οθωμανών. Ο Μεγάλος Πόλεμος στη Μέση Ανατολή 1914-1920, μετάφραση: Ελένη Αστερίου, Αλεξάνδρεια, 2016, σελ. 504

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΗ φαντασία στην εξουσία!     (της Μαρίζας Ντεκάστρο)
Επόμενο άρθρο Ο χορός, ένα μυθιστόρημα, μια φιλία και ο Ομπάμα (της Λίλας Κονομάρα)

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ! ΕΧΩ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΩΣΗ ΟΤΙ ΑΝ ΔΙΑΒΑΣΟΥΜΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΟΥΜΕ ΝΑ ΒΡΟΥΜΕ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΤΙς ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΕΡΤΟΓΑΝ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ. Η ΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ ΠΑΝΤΑ ΦΩΤΙΖΕΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ.

Γράψτε απάντηση στο ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ Ακύρωση απάντησης

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ