Μια συζήτηση του Θανάση Μήνα με τον Ιερώνυμο Λύκαρη.
Το νουάρ του Ιερώνυμου Λύκαρη είναι κατεξοχήν πολιτικό. Τα πέντε έως τώρα μυθιστορήματά του στις εκδόσεις Καστανιώτη («Το ρομάντζο των καθαρμάτων» 2011, «Μαύρα κουφέτα» 2013, «Η ζήλια είναι μαχαιριά» 2014, «Άπληστε κόσμε, κάλπικε» 2015, «Άκου, πτώμα, να μαθαίνεις» 2017) διερευνούν λίγο-πολύ τους μηχανισμούς γύρω από τους οποίους αναπτύσσεται η σχέση του οργανωμένου εγκλήματος με τις διάφορες δομές της κρατικής εξουσίας. Τα βιβλία του συγχρόνως έχουν κάτι το κωμικοτραγικό και παρωδούν τον βρώμικο κόσμο που περιγράφουν. Το ελαφρώς σατιρικό-ελαφρώς σκωπτικό αυτό ύφος απαντά και στην ονοματοδοσία των χαρακτήρων. Στο τελευταίο του μυθιστόρημα, το «Άκου, πτώμα να μαθαίνεις», ο κεντρικός ήρωας ονομάζεται Κόκκινος Τράγος, πάσχει από κατάθλιψη και για να αντιμετωπίσει τους εφιάλτες του, αναζητά καταφύγιο σε έναν αυτοσχέδιο, «εγκληματικό» Ονειροκρίτη. Εισαγγελέας, αποσπασμένος στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της αστυνομίας, ο Κόκκινος Τράγος καλείται να ξετυλίξει τα νήματα (κανονικό κουβάρι) που συνδέουν τον ταξίαρχο Βάθρακα, τη σύζυγό του Ξανθούλα ή Χήρα Αλεπού (σωστή Μυλαίδη), τον διοικητή της υπηρεσίας αντιστράτηγο Χαρομήτρο ή Μινώταυρο και τη μυστηριώδη εγκληματική οργάνωση Αδελφότητα του Βορρά. Στην ίντριγκα εμπλέκονται και άλλοι δευτερεύοντες χαρακτήρες, εξίσου γκροτέσκοι. Η αφήγηση του συγγραφέα είναι αλέγκρα και πληθωρική, ενώ η γραφή του συχνά φλερτάρει και με τον δοκιμιακό λόγο, κυρίως μέσω της χρήσης των θεωρητικών εργαλείων του μαρξισμού.
Ο Ιερώνυμος Λύκαρης μιλάει στον Αναγνώστη.
Ας ξεκινήσουμε από τον τίτλο, που προέρχεται από τα Κουρέλια Τραγουδούν Ακόμα του Νίκου Νικολαΐδη. Αν δεν συνιστά απλώς διακειμενική αναφορά, πώς συνδέεται οργανικά με την πλοκή;
Δεν συνδέεται οργανικά με την πλοκή. Πρόκειται για διακειμενική αναφορά που προέκυψε τυχαία και αξιοποιήθηκε για τη «δημιουργία κλίματος». Ήμουν ακόμη στην αρχή του μυθιστορήματος όταν έπεσα πάνω στο Σκηνοθετώντας την κόλαση, το ντοκιμαντέρ του Χρήστου Χουλιάρα για τον Νίκο Νικολαΐδη. Όταν είδα το γνωστό απόσπασμα, όπου ο Κωνσταντίνος Τζούμας συνομιλεί με τον Άλκη Παναγιωτίδη στον ίδιο καναπέ, με το σελοφαναρισμένο πτώμα της «Βέρας» να βρίσκεται στον άλλο, μου ήλθε η ιδέα: να βάλω τον εισαγγελέα «Κόκκινο Τράγο», τον πρωταγωνιστή, να ανοίγει την τηλεόραση, να πέφτει πάνω στη σκηνή, να παρεμβαίνει στο διάλογο και να τον φέρνει στα μέτρα της δικής του ανισόρροπης, σχεδόν, κατάστασης, ως ψυχολογικό κουρέλι – υποψήφιο πτώμα.
Το άλλο πρωί, που ήμουν σίγουρος πλέον ότι η ατάκα μπορούσε να εκφράσει πληρέστερα την ουσία και το κλίμα του μυθιστορήματος, τη δανείστηκα και άλλαξα τον αρχικό τίτλο που ήταν Τα φρούτα του κακού.
Η ίδια ατάκα αναφέρεται άλλη μία φορά στο τέλος, όταν όλα έχουν πια τελειώσει και ο «Κόκκινος Τράγος» κάνει τον αμφίβολο απολογισμό της εκδικητικής του ίντριγκας.
Ένα άλλο βασικό σημείο αναφοράς είναι Η συμβολή του οργανωμένου εγκλήματος στην ανάπτυξη του πλούτου του Εθνών, δηλαδή η κριτική του Μαρξ στον Άνταμ Σμιθ. Ριζοσπαστικοποιεί ο καπιταλισμός το έγκλημα;
Ο τίτλος αυτός δεν είναι του Μαρξ. Είναι δική μου επινόηση για τις ανάγκες της πλοκής. Ο Μαρξ έγραψε αυτό το κείμενο με αφορμή το βιβλίο του Αγγλοολλανδού σατιρικού συγγραφέα, φιλοσόφου και οικονομολόγου Μπέρναρντ ντε Μάντεβιλ Ο μύθος των μελισσών. Συμπεριλήφθηκε στις Θεωρίες για την υπεραξία (στο Α΄ μέρος) και ο τίτλος που του έδωσαν οι σοβιετικοί επιμελητές του έργου είναι «Παρέκβαση (Για την παραγωγική εργασία)». Πρόκειται για μια «λοξοδρόμηση» από τα υπόλοιπα κείμενα του τόμου, τα οποία αναφέρονται στη συμβολή του Άνταμ Σμιθ στον καθορισμό της αξίας από τον χρόνο της εργασίας, αλλά και στις αντιφάσεις, στις ανεπάρκειες και στα λάθη της διδασκαλίας του. Σ’ αυτό το σύντομο κείμενο ο Μαρξ αναλύει με απολαυστικά ειρωνικό τρόπο το γιατί και το πώς, από τον καιρό ακόμα του Αδάμ, «το δέντρο της αμαρτίας είναι ταυτόχρονα και το δέντρο της γνώσης». Αποδεικνύει ότι ο «εγκληματικός κλάδος παραγωγής» είναι συνυφασμένος με τον παραγωγικό ιστό των εκμεταλλευτικών κοινωνικών συστημάτων, είναι η άλλη, η αναγκαία όψη της ύπαρξης και διαιώνισής τους. Όσο το έγκλημα, ιδίως το οργανωμένο, επινοεί νέα μέσα για να επιτεθεί ενάντια στην ιδιοκτησία, τόσο συμβάλλει παραγωγικά στην επινόηση νέων μέσων για την υπεράσπισή της και, κατ’ αυτό τον τρόπο, επιδρά «στην εφεύρεση μηχανών, όσο επιδρούν και οι απεργίες». Το κείμενο του Μαρξ εγκιβωτίζεται ολόκληρο στην πλοκή με διακριτά πλάγια γράμματα. Οι «προσθήκες» μου αφορούν επινοημένα αληθοφανή στοιχεία που σχετίζονται με την ίντριγκα του «Κόκκινου Τράγου», έχουν νοηματική συνάφεια με τα προηγούμενα και τα επόμενα και η γραφή τους είναι, επίσης, διακριτή (με όρθια γράμματα).
Ο κεντρικός χαρακτήρας σας, εισαγγελέας που μελετά το Πανόπτικον και τον Φουκώ, αποτελεί εργαλείο προκειμένου να διερευνήσετε τους μηχανισμούς επιβολής της εξουσίας; Τις δομές του κράτους ως σχέση, όπως μας λέει ο Πουλαντζάς;
Τέτοιες αναφορές είναι ενδεικτικές και αξιοποιούνται όσο πρέπει για να συμβάλουν στη δημιουργία «ατμόσφαιρας». Ο «Κόκκινος Τράγος» είναι αντιήρωας· ένα μορφωμένο αριστερόστροφο γρανάζι της εξουσίας που γνωρίζει, και από θεωρητική και από εμπειρική άποψη, τους άπονους μηχανισμούς επιβολής της. Παρότι αντιλαμβάνεται τα όριά του και ξέρει τους κινδύνους, μόλις του παρουσιαστεί η ευκαιρία, αφήνεται να παρασυρθεί από έναν ετσιθελικό δονκιχωτισμό −ανεξήγητο με τα μέτρα της κοινής λογικής− και αποπειράται να πυρπολήσει με βρεγμένα σπίρτα τους μυστικούς κήπους με τα φρούτα του κακού. Τα βάζει με το οργανωμένο έγκλημα και τις πολυπλόκαμες διασυνδέσεις του σε όλες τις εκφάνσεις της βάσης και του εποικοδομήματος. Μετά την αναμενόμενη ήττα του και τον συμβιβασμό που κάνει για να ενταχθεί και πάλι στο σύστημα, περιέρχεται σε μια κατάσταση καταθλιπτικής ανημπόριας. Προσπαθεί να διαχειριστεί τη μετάλλαξη της μαχητικής ψυχοσύνθεσής του με αντιφατικές αυταπάτες, καλλιεργώντας −χωρίς να τις πολυπιστεύει− φρούδες ελπίδες: ότι, κάποια στιγμή, θα του σκάσει ουρανοκατέβατη η ευκαιρία για να πάρει τη ρεβάνς.
Τον αποκαλείτε Κόκκινο Τράγο. Πρόκειται για μετωνυμία; Παραπέμπει ίσως ως χαρακτήρας στον ανώνυμο ήρωα στον Κόκκινο Θερισμό του Ντάσιελ Χάμετ;
Όχι. Το μυαλό μου δεν πήγε καθόλου στον Κόκκινο Θερισμό. Ο «Κόκκινος Τράγος», ως αφηγητής, αναφέρει ότι υιοθέτησε το ψευδώνυμό του συνειρμικά, από μια τυχαία ματιά στη βιβλιοθήκη του, όταν έπεσε το βλέμμα του στη ράχη του ομώνυμου μυθιστορήματος του Κώστα Παρορίτη. Το Κόκκινος το ενστερνίστηκε ως επιθετικό ιδεολογικό προσδιορισμό και το Τράγος επειδή κολλάει αυθόρμητα με το αποδιοπομπαίος − όχι όμως με την έννοια της απέλασης του ενσαρκωμένου κακού, αλλά μ’ αυτήν της απέλασης του ενσαρκωμένου αιθεροβάμονος θύματος. Πάντως, η επισήμανσή σας για τον Κόκκινο Θερισμό με ξάφνιασε ευχάριστα − αν εννοείτε φυσικά το ότι «Κόκκινος Τράγος» παρανομεί συνειδητά για να αποδώσει δικαιοσύνη με τα δικά του μέτρα, ή ότι στην υπόθεση υπάρχει μια μοιραία, διεφθαρμένη καλλονή, η «Χήρα Αλεπού», η οποία του πλασάρεται ως θύμα.
Ως αφηγητής, νομίζω έχει κάτι το αφερέγγυο. Το επιλέξατε σκόπιμα;
Απολύτως. Ο «Κόκκινος Τράγος» δεν είναι ο αλύγιστος ήρωας που αναγεννάται από τις στάχτες του, αντεπιτίθεται και καθαρίζει τη φάση. Η ήττα, ο συμβιβασμός και η συνεπακόλουθη κατάθλιψη τον έχουν οδηγήσει στην καταφυγή μιας υπερβατικής διαχείρισης της κατάστασής του. Αν και η συνείδησή του εξακολουθεί επίμονα να τον τσιγκλάει, μέχρι να βρει και πάλι το κουράγιο για να αντιμετωπίσει τις τύψεις του και να ανορθώσει την αυτοεκτίμησή του, επινοεί δρόμους προσωρινής διαφυγής. Ελπίζει ότι έτσι ο συμβιβασμός του δεν θα γίνει μόνιμος. Σε τέτοιες περιπτώσεις το μυαλό μας παίζει αλλόκοτα παιχνίδια. Μας εξωθεί στο να προστρέξουμε στο ανορθολογικό. Να βρούμε σ’ αυτό παρηγοριά και δύναμη, διαχειριζόμενοι την ψυχολογική και συναισθηματική απορρύθμισή μας, χωρίς να απαιτούμε από τον εαυτό μας να αναζητά αδιάσειστα επιχειρήματα για να τεκμηριώσει τα αίτια και τις αφορμές που την προκάλεσαν.
Με λίγα λόγια, ο «Κόκκινος Τράγος» δεν είναι στα καλά του.
Στα μυθιστορήματά σας υπεισέρχεται συχνά η έννοια του λαβύρινθου, με τις φροϋδικές και μπορχεσιανές συνδηλώσεις της. Επιπλέον, στο παρόν μυθιστόρημα μεταχειρίζεστε επιδέξια τον Ονειροκρίτη. Σας απασχολεί η επιτελεστικότητα του μύθου και η μελέτη της λειτουργίας του ονείρου;
Λαβύρινθος είναι η ίδια η ίντριγκα για την κατάκτηση πλούτου και εξουσίας. Πρόκειται για έναν διαρκώς αναπαραγόμενο λαβύρινθο, από τον οποίο δεν βγαίνεις ποτέ. Κι αυτό γιατί μια σοβαρή ίντριγκα, στην πορεία της εξέλιξής της, πάντα διαπλέκεται, ηθελημένα ή αθέλητα, με άλλες συμμαχικές ή αντίπαλες ίντριγκες. Σε ότι αφορά τον Εγκληματολογικό Ονειροκρίτη, επίτηδες τον ενέταξα στην εξέλιξη της πλοκής. Στην ουσία είναι ένα αυτοσαρκαστικό «σύστημα» βολικών ερμηνειών, που ο «Κόκκινος Τράγος» τον χρησιμοποιεί στα σοβαρά για να «ερμηνεύσει» τα σημάδια των γεγονότων αλλά και για να προβλέψει το μέλλον που του επιφυλάσσουν οι περιστάσεις.
Η έκβαση μιας σκοτεινής ίντριγκας που εξυπηρετεί άνομους ιδιοτελείς σκοπούς, δεν εξαρτάται μόνο από το πόσο ορθολογικά λεπτομερής είναι η οργάνωσή της, ούτε από το πόσο ικανοί φέρονται να είναι αυτοί που αναλαμβάνουν να την υλοποιήσουν. Στην πορεία της εξέλιξής της καθοριστικό ρόλο παίζει η διαίσθηση, το συναίσθημα, η αντιληπτική ικανότητα, που πάντα νοθεύονται από απρόσκλητες φαντασιώσεις, καταχωνιασμένες φοβίες και εφιαλτικά ενύπνια. Στο τέλος νικάει πάντα ο πιο σατανικός, ο πιο αδίσταχτος, ο πιο φιλύποπτος, ο πιο γρήγορος στις αντεπιθέσεις.
Ο Κόκκινος Τράγος γίνεται τελικά ο ίδιος ο ακούσιος εμπνευστής και οργανωτής της ίντριγκας. Πρόκειται, αλλιώς, για μια Διαβολιάδα (για να θυμηθούμε τον Μπουλγκάκοφ);
Ακούσιος στην αρχή. Οι προϋποθέσεις όμως της αντεπίθεσής του ενυπάρχουν μέσα του, έστω και εν υπνώσει. Έστω κι αν το μυαλό του δουλεύει ανορθόδοξα, τον τρώει το σαράκι της εκδίκησης. Θέλει να εκδικηθεί αυτούς που τον οδήγησαν στην ατιμωτική ήττα, αλλά κι αυτούς που τον εξώθησαν στο συμβιβασμό. Όταν οι περιστάσεις τον σπρώχνουν στο μη περεταίρω και παίρνει την απόφαση να δράσει, το κάνει με πονηριά, λαμβάνοντας υπόψη τα διδάγματα της ήττας του. Για να εξυφάνει τη Διαβολιάδα του, τη σατανική ίντριγκα που εμπνεύστηκε, χρησιμοποιεί τα μέσα και τις μεθόδους αυτού που ενσαρκώνει για τον ίδιο το αντίπαλο Κακό. Παίζοντας με τους εφιάλτες και τις φαντασιώσεις του, μεταμορφώνεται σταδιακά από ηττημένος και συμβιβασμένος σε ύπουλο εκδικητή. Χρησιμοποιεί ενσυνείδητα ανήθικα μέσα για (ό,τι θεωρεί) «καλό σκοπό». Φροντίζει όμως αυτή τη φορά να παραμείνει αθέατος και να κινεί τα νήματα από την «ασφάλεια» του σκοταδιού.
Κομβικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας έχει η εγκληματική, παρακρατική οργάνωση που ακούει στο όνομα η Αδελφότητα του Βορρά.
Αυτό που ήθελα να επισημάνω με την επινόηση της Αδελφότητας του Βορρά, είναι το πώς το οργανωμένο έγκλημα και οι φαινομενικά νόμιμες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές δραστηριότητες μπορούν να συνυφανθούν σε ένα ενιαίο πολυπλόκαμο και πολυκέφαλο δίκτυο, χρησιμοποιώντας ως ομογενοποιητή την εθνικιστική ακροδεξιά ιδεολογία.
Θεωρώ ότι κλειδί στην εξέλιξη του μυθιστορήματος είναι η λέξη «σύγχυση». Κλείσιμο του ματιού στη λογοτεχνία του Πύντσον και του Μπάροουζ (και μαζί στο Ι-Τσινγκ και τον Χασάν-Ι-Σαμπάχ);
Ναι, με την έννοια του ότι μια ίντριγκα είναι μια κατάσταση διαρκούς, δυναμικής «σύγχυσης», μέχρι να φτάσει σε ένα θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα. Η ίντριγκα είναι ένα αχαρτογράφητο πεδίο ανορθόδοξου πολέμου, όπου πάντα κάποιοι από τους αθέατους κρίκους της μπορεί να χαλαρώσουν ή και να σπάσουν. Ποτέ δεν ξέρεις πού θα σου προκαλέσουν τη «σύγχυση»: στην εμπροσθοφυλακή, στα μετόπισθεν, στις εφεδρείες; Τελικά, στην ίντριγκα ο μόνος θεμελιακός κανόνας είναι ότι δεν υπάρχουν κανόνες.
Κατά τα άλλα, πιστεύω ότι τίποτα από όσα γράφουμε δεν είναι μόνο δικό μας. Στη γονιμοποίηση μιας ιδέας, είτε το παραδεχόμαστε είτε όχι, συντελούν οι προγενέστερες αναγνωστικές επιρροές μας αλλά και η μυστηριώδης «μαμή» που εμφανίζεται τη σωστή στιγμή για να την ξεγεννήσει. Γράφουμε υπό τη δαμόκλειο σπάθη μιας διαρκούς αλληλεπιδραστικής διαδικασίας, ενός αδιάκοπου «προτσές», για να θυμηθούμε έναν όρο που ίσως κάνει κάποιους να μειδιάσουν. Άλλοτε η αλληλεπίδραση λειτουργεί ακαριαία και άλλοτε παίρνει χρόνο. Άλλοτε συνειδητοποιείς από την αρχή ότι αυτό που έγραψες το οφείλεις στον Χ συγγραφέα ή, ακριβέστερα, στο Χ βιβλίο του. Άλλοτε το αντιλαμβάνεσαι αργότερα. Άλλες φορές το εντοπίζουν οι κριτικοί και οι αναγνώστες, χωρίς να σημαίνει ότι έχουν πάντα δίκιο.
Ανατρέχοντας στον Έντσο Τραβέρσο, θα συμφωνήσετε ότι τόσο το Άκου, πτώμα, να μαθαίνεις όσο και τα υπόλοιπα αστυνομικά μυθιστορήματά σας διαπνέονται από τη Μελαγχολία της Αριστεράς;
Έχω υπόψη μου το βιβλίο αλλά δεν το έχω διαβάσει. Θα απαντήσω λοιπόν με τα λόγια του αφηγητή στο προηγούμενο μυθιστόρημά μου, το Άπληστε κόσμε, κάλπικε. Όταν ο συνομιλητής του, πρώην συμφοιτητής του και νυν άπληστος πλουτοκράτης Γύπας του λέει ειρωνικά: «Όταν διαλύθηκε η Σοβιετική Ένωση σε σκέφτηκα, ξέρεις. Αναρωτήθηκα πώς θα το πήρες. Τέτοια ξεφτίλα; Συγκλονιστικό!», ο αφηγητής τού απαντάει: «Το θέμα δεν είναι πώς το πήρα εγώ προσωπικά. Με πείραξε, όπως πείραξε και εκατομμύρια άλλους ανθρώπους παντού, σ’ όλο τον κόσμο. Κι αν θες να ξέρεις ακόμη με πειράζει. Το πρόβλημα όμως δεν είναι, τελικά, το ό,τι συνέβη. Από πολλές απόψεις καλύτερα που κατέρρευσε έτσι. Καταπλάκωσε και τις αυταπάτες. Το πρόβλημα είναι γιατί συνέβη. Και για να καταλάβεις τη θέση μου, θα σου την πω με τα λόγια ενός παλιού κατάσκοπου του ψυχρού πολέμου: Έχασαν αυτοί που έπρεπε να χάσουν και κέρδισαν αυτοί που δεν έπρεπε να κερδίσουν. Η θέση μου είναι κρυστάλλινη. Ό,τι αντιπροσώπευε κάποτε για μένα το πρελούδιο της ουτοπίας, ούτε το μηδενίζω, ούτε όμως και το νοσταλγώ. Αναπολώ τις χαμένες ελπίδες και προσπαθώ να οραματιστώ τις νέες».
Αν χθες ήταν νωρίς, αύριο θα είναι αργά;
Αυτό δεν συμβαίνει πάντα; Ιδίως με τις επαναστάσεις, κυρίως δε με την κατάληξή τους;