Η ουτοπία του κύματος του Φ. Βλαστού (γράφει ο Λ.Ξανθόπουλος)

0
798

 

 

του Λευτέρη Ξανθόπουλου.

 

Τι συνειρμούς φέρνει στον αναγνώστη ο παράδοξος, ομολογουμένως τίτλος του βιβλίου «Η ανατομία του κύματος;» Μπορεί πράγματι κάποιος να τοποθετήσει σε χειρουργικό τραπέζι και να επιχειρήσει την ανάτμηση του κύματος; Μπορεί να προσδιορίσει, με βάση τους κανόνες του ορθού λόγου, μιαν οιασδήποτε μορφής ανατομική πράξη πάνω στο σώμα του κύματος; Και αν το επιχειρήσει, τότε το αποτέλεσμα που θα προκύψει θα συμφωνεί με την πράξη της ανατομίας όπως την προσδιορίζει η ιατρική επιστήμη ή θα κατατεθούν τόσοι πολλοί και διαφορετικοί ορισμοί της ανατομίας όσα και τα άτομα που θα ασχοληθούν μαζί της; Ποια είναι η ιστορία, η μορφολογία και η υφή της θάλασσας και πόσα άπειρα κύματα πρέπει να τοποθετηθούν επάνω σε χειρουργικό τραπέζι για να μπορέσουν να την περιγράψουν;

Γνωρίζω ότι σας μπερδεύω φίλοι αναγνώστες και σας ζητώ ταπεινά συγγνώμη, όμως είμαι ακόμα στην αρχή, δείξτε παρακαλώ λίγη υπομονή και ας προχωρήσουμε γρήγορα παραπέρα για να ξεμπλέξουμε το νήμα.

Λέω λοιπόν και ισχυρίζομαι: Μήπως μπορούμε να φωτίσουμε τον τίτλο και κατά συνέπεια το περιεχόμενο του εν λόγω βιβλίου, αν αντικαταστήσουμε το αφηρημένο ουσιαστικό «ανατομία» με το εξίσου αφηρημένο ουσιαστικό «ουτοπία»; Μήπως, αν το ονομάσουμε «Η ουτοπία του κύματος», δεν θα είναι η έννοια αυτή που θα προσδιορίζει επακριβώς την πεμπτουσία της ανθρώπινης φύσης, της ανθρώπινης ζωής καθώς και την περιπέτεια (ή τη στάση ) της ανθρώπινης υπόστασης;

Αντιγράφω από την ενότητα του βιβλίου «Οι διάλογοι της βάρκας»:

 «Η ζωή συντηρείται μέσα στην κανονικότητα. Κάθε παρέκκλιση σημαίνει διαταραχή. Η μέγιστη φιλοδοξία μας πρέπει να είναι η διατήρηση της κανονικότητας. Μέσα σ’ αυτήν ίσως ακούσουμε τη φωνή των προγόνων μας, ίσως λάβουμε αυτό που ίσως έχουν να μας δώσουν. Για να το εμπλουτίσουμε και να το παραδώσουμε στους επόμενους. Μέσα σ’ εκείνη τη μεγαλύτερη κανονικότητα που είναι η διαδοχή των γενεών. Το ποτάμι κυλά κι εμείς είμαστε μέσα του. Πρέπει να χαιρόμαστε το Όμορφο, πρέπει να στοχαζόμαστε το Άμορφο.»

Με αξιοθαύμαστη επιστημοσύνη, ισχυρή γενική και ειδική παιδεία, λογοτεχνική δεινότητα και την συγγραφική ευελιξία του πρωτοεμφανιζόμενου, ο Φώτης Βλαστός μετακινείται μπρος και πίσω στο χρόνο σαν εκκρεμές, αλλάζοντας περιόδους και εποχές, άλλοτε πατώντας σταθερά πάνω στο χώμα, άλλοτε υπεριπτάμενος, εκτοξεύει τον εαυτό του από το παρόν στο παρελθόν, κοντινό ή μακρινό, και από εκεί στο αχαρτογράφητο μέλλον, βαθιά μέσα στους γαλαξίες και τα νεφελώματα του σύμπαντος κόσμου, και τότε ο ουρανός του συγγραφέα ενώνεται με τη γη του αναγνώστη και η συγγραφική ύλη γίνεται χώμα και νερό.

Όλοι οι χώροι του βιβλίου γίνονται ένας χώρος. Οι διαφορετικοί χρόνοι – παρελθόν παρόν και μέλλον – γονιμοποιούν ο ένας το άλλον και γίνονται ένας ενιαίος, άχρονος χρόνος και από αυτό ακριβώς το αποτέλεσμα που προκύπτει από αυτή τη μίξη συντίθεται ο δικός μας, ο σημερινός κόσμος, το επινοημένο σύμπαν με τους ανθρώπους που τον κατοικούν, αιφνιδιασμένους από αναπάντεχες διαταραχές από τα πανάρχαια χρόνια να έρχονται αντιμέτωποι με τα αινίγματα της ζωής.

 Αντιγράφω από το κεφάλαιο με τον τίτλο «Ημερολόγιο»:

Για να σχεδιάσουμε το μέλλον μας, δεν διαθέτουμε τίποτα περισσότερο από το παρελθόν μας. Η ζωή αποκαλύπτεται μόνο καθώς κινούμεθα προς τα πίσω αλλά βιώνεται μόνο καθώς κινούμεθα προς τα μπρος.

Ο Φώτης Βλαστός κοιτάζει πότε ίσια μπροστά του, πότε προς το μέλλον και πότε πίσω προς το παρελθόν, επαληθεύοντας την ακατάβλητη εξίσωση: Μέλλον συν παρελθόν ίσον παρόν. 

Ο Βλαστός γεωγραφεί το εσωτερικό σύμπαν του ανθρώπου καθώς και το εξωτερικό σύμπαν που περιβάλλει αυτόν τον άνθρωπο και την ζωή του, γεωγραφεί τον υπαρκτό και ανύπαρκτο κόσμο, γεωγραφεί την αποτρόπαιη ιστορία της οποίας οριστήκαμε να αποτελούμε τους υποτελείς και τα πιόνια καθώς και την καθημερινή συμπεριφορά, συχνά αινιγματική και απρόβλεπτη του δίποδου πρωτεύοντος, του νοήμονος πρωτεύοντος  ανά τους αιώνες.

Προσπαθεί να δει και ενδεχομένως να συμφιλιωθεί με τα σημερινά. Επιστρέφει στα μακρινά και απόκοσμα και εκεί αναζητά τις απαντήσεις που χρειάζεται εναγωνίως το παρόν και η εποχή μας.

Με ασπίδα τους προσωκρατικούς φιλόσοφους αλλά και με την ανυπέρβλητη σοφία της ανατολής ο Βλαστός μισανοίγει κλειστές πόρτες, τρυπώνει, κατασκοπεύει, καταγράφει, αναζητά τον αρχέτυπο λόγο, ανακαλύπτει μισοκατεστραμμένα αρχαία χειρόγραφα και εισηγείται εν τέλει επιστροφή στην πρώιμη σκέψη, την κεκαθαρμένη από τις επιμολύνσεις του σύγχρονου πολιτισμού και του επιβαρυμένου τρόπου ζωής μας.

Γεωγράφος λοιπόν ο συγγραφέας μας; Γεωγράφος βεβαίως και μαζί ζηλωτής αλλά και εγκυκλοπαιδιστής. Και μάλιστα εγκυκλοπαιδιστής της εποχής του γαλλικού διαφωτισμού, της εποχής του Ντιντερό, του Βολταίρου και του Μοντεσκιέ; Ναι, ακριβώς, σε αυτό επιδίδεται με θάρρος, τόλμη και πείσμα ο Βλαστός και αυτό πραγματοποιεί με απόλυτη ακρίβεια και ευαισθησία, όμως πριν και πάνω απ’ όλα να μην ξεχάσουμε να πούμε ότι ο Φώτης είναι ένας παραμυθάς, ένας story-teller, που μας μαζεύει τριγύρω του και μας αφηγείται συναρπαστικές ιστορίες, όπως η Χαλιμά στο Χίλιες και μια Νύχτες, ιστορίες που δεν έχουμε ξανακούσει, που το τέλος της καθεμιάς διπλώνει μέσα στην αρχή της επόμενης και που ποτέ, ευτυχώς ποτέ δεν τελειώνουν. Ποιος εν τέλει μπορεί να είναι βέβαιος ότι ο κόσμος μας δεν θα χρειάζεται πάντοτε τα παραμύθια για να συμπληρώνει τις αλήθειες του;

«Θέλω να αναμίξω αλήθειες και ψέματα, υποθέσεις και συμπεράσματα. Θέλω να χορέψω μέσα στο μεγάλο Όλον, όπως χορεύει και διαλύεται μια σταγόνα αίμα μέσα στο νερό μιας λίμνης»

θα μας πει λίγο πιο κάτω στο κεφάλαιο με τον τίτλο «Ο Κωδίκελλος».

Μας διδάσκει συνάμα τις γενικές αρχές της γεωγραφίας, της φιλοσοφίας, ιατρικής, γεωμετρίας, αστρονομίας, ανατομικής, αλχημείας – μας γυρνά στον πρωταρχικό άνθρωπο, στις απαρχές της ανθρώπινης παλινδρόμησης καθώς και στις καταβολές της αφήγησης και της αφηγηματικής τέχνης. Μας διδάσκει μικρές και μεγάλες αλήθειες, αναλλοίωτες από το πέρασμα του χρόνου. Για πρώτη φορά ο αρχαίος άνθρωπος συναντάται και δίνει σχήμα στην ευγένεια που υπάρχει έμφυτη εντός του, με εργαλείο του την ποίηση του καθημερινού γεγονότος δηλαδή την ποιητική πράξη που τον περιβάλλει.

Με βλέμμα που ατενίζει κατευθείαν μπροστά του, διατρέχει ο Βλαστός τον υπαρκτό κόσμο και με το νυστέρι του, νυστέρι ακριβείας που χαράζει και τέμνει, σε κοιτάζει στα μάτια και ό,τι έχει να σου πει στο λέει καταπρόσωπο χωρίς υπεκφυγές ή αναστολές, μόνο που τις περισσότερες φορές δεν υπάρχει σαν τελικό συμπέρασμα μια αλήθεια αλλά παραπάνω από μία. Οι αλήθειες είναι τόσο πολλές όσο και οι αναγνώστες. Μας χαρίζει ο συγγραφέας γενναιόδωρα την αναγνωστική ελευθερία και  βούληση να επιλέξουμε και αυτό βεβαίως προϋποθέτει κοινό υποψιασμένο, πλούσιο σε γνώσεις και εντυπώσεις, με καλλιεργημένα και λεπτά γούστα.

Μόλις πιάσουμε στα χέρια μας αυτό το βιβλίο, δεν μπορούμε παρά να αφεθούμε στην γοητεία της μαγικής, της ανιστορικής αφήγησης, που κινείται ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό και στο τέλος, αλλάζοντας ρόλους αυτές οι δύο έννοιες μεταξύ τους, φτάνουν στο σημείο να αλληλοακυρώνονται. Ο Βλαστός  κυοφορούσε την πρώτη του ύλη για αιώνες.

Με ιδιαίτερη επιμονή επιδίδεται στην κατάρτιση Καταλόγων, ένα προσφιλές αφηγηματικό εύρημα από τον Όμηρο και τον κατάλογο των πλοίων που συμμετέχουν στην Τρωϊκή εκστρατεία μέχρι τον Αισχύλο και την αναγγελία της απώλειας των επωνύμων Περσών στην επιδρομή των βαρβάρων κατά των Ελλήνων.

Ο Φώτης Βλαστός που αποτίει φόρο τιμής σε σημαντικούς συγγραφείς, μας μιλά για τις άπειρες όψεις του ουρανού: ο ουρανός με το Καθαρό Γαλάζιο, το Στικτό Γαλάζιο, ο ουρανός Θολός, ο Λευκωπός ουρανός,  ο Πυκνός,  ο Νεφελώδης, ο Τριχωτός, ο Υδαρής ουρανός, ο Κυματιστός ουρανός και με αυτή του την αφήγησή του μας ανυψώνει διαρκώς προς τα πάνω, ως να πραγματεύεται το δικό του «Περί  Ύψους» σύγγραμμα.

Στον «Κωδίκελλο» θα μας πει:

«Φεύγω από ένα σύμπαν κατεστραμμένο, δεν σεβαστήκαμε τίποτα. Όταν η φύση μας μαστίγωνε και οι εχθροί μάς περικύκλωναν, ξέραμε να αμυνθούμε. Όταν πήραμε στα χέρια μας το τιμόνι του κόσμου, ζήσαμε όλα όσα ο κόσμος μπορούσε να μας δώσει εκτός από ένα: την αλήθεια του. Τα πιο δυνατά ποτά της εξουσίας γίνανε συνήθεια στις φλέβες μας και δεν μας έκαιγαν πια το λαρύγγι. Κάναμε κουρέλια τις ιδέες, ποδοπατήσαμε τις αρετές. Ήμασταν τελείως αδιάφοροι για το τι θα φέρει στα παιδιά μας το μέλλον. Άρα το μέλλον θα φέρει μόνο συμφορές.»

Ο Βλαστός με αυτό το βιβλίο του δεν διστάζει καθόλου να πάει κόντρα στους χαλεπούς, τους ευτελείς και μηδενισμένους καιρούς πού ζούμε, να δηλώσει ανοιχτά και χωρίς καθόλου συμπλεγματικές αγκυλώσεις ότι είναι ένας αριστοκράτης του πνεύματος και να απαιτήσει έναν επιδέξιο, φιλοπερίεργο, υποψιασμένο και πανούργο αναγνώστη. Όποιος δεν διαθέτει αυτές τις ιδιότητες και επιπλέον την απαιτούμενη τόλμη, καλύτερα να μην καταπιαστεί μαζί του. Το βιβλίο, πολύ σύντομα θα τον ακυρώσει και θα τον αφήσει απέξω.

Και τι μένει λοιπόν από αυτό το ανάγνωσμα, πέρα από την απόλαυση του ίδιου του κειμένου; Διαβάζεις τις τελευταίες σελίδες, το κλείνεις και το ακουμπάς στο τραπέζι δίπλα σου. Τι μένει;

Μια βαθιά αγάπη, κατανόηση και πίστη για τον άνθρωπο και τα πάθη του. Μια ήρεμη δύναμη που μας διαβεβαιώνει ότι ο κόσμος, παρά τα αμέτρητα δεινά που σωρεύει παραμένει ακόμα στη θέση του, ότι μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι, ότι ο κόσμος μας ακόμα γυρίζει.

Με το απόσπασμα του Μεγαλόφρονα, του Σκοτεινού, του Αινικτή, του προσωκρατικού  θείου Ηράκλειτου: «Εν πάντα είναι», όπως το προσλαμβάνει και το αναπτύσσει ο Φώτης Βλαστός στην ενότητα του βιβλίου του με τον τίτλο «Μαμά», κλείνω το παρόν κείμενο:

Όπως και να αναλύσει κανείς τα φαινόμενα, αισθάνεται ότι όλα ανάγονται σε μια μοναδιαία οντότητα. Το σώμα είναι Ένα, παρά τις τόσες διαφοροποιήσεις του. Τα ζώα που τον περιβάλλουν είναι Ένα, παρά τις φανερές διαφορές τους. Το Ένα είναι Οίκος που κατοικείται από την πολλαπλότητα και ο ίδιος ο Θεός είναι η υπέρτατη Μονάδα στην οποία όλα μπορούν να αναχθούν, σε τελευταία ανάλυση.»

 Ας πάρουμε μαζί μας καθώς φεύγουμε απόψε τα λόγια που εκφέρει  ένας από τους κεντρικούς χαρακτήρες, προς το τέλος του μυθιστορήματος, που εν τέλει συνοψίζουν ολόκληρη την περιπέτεια της γραφής:

«ΟΜΩΣ  ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ  ΠΑΝΤΑ  ΜΙΑ  ΑΦΗΓΗΣΗ, ΜΙΑ  ΙΣΤΟΡΙΑ  ΠΟΥ ΝΑ  ΒΓΑΖΕΙ  ΝΟΗΜΑ.»

 

 

info: Φώτης Βλαστός, Η ανατομία του κύματος, Μικρή Άρκτος

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΤα δίπολα του Αντώνη Παπαρίζου (της Άννας Λυδάκη)
Επόμενο άρθροΤο ερωτικό πένθος ως απολύτρωση της εμπειρίας (της Ειρήνης Σταματοπούλου)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ